Δραματικές διαστάσεις προσλαμβάνει πλέον η κρίση στις σχέσεις των ηγετικών δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω του πολέμου που προετοιμάζει η Ουάσιγκτον εναντίον του Ιράκ, με κύριο διακύβευμα την ιδιοποίησης του αμύθητου πετρελαϊκού του πλούτου. Μετά τη σοβαρότατη κρίση που προκάλεσε η διατλαντική διαμάχη στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (με την περιβόητη πλέον κοινή επιστολή της αποκληθείσης «Συμμορίας των Οκτώ» πρωθυπουργών και την επακολουθήσασα κοινή δήλωση δέκα ακόμη μικρών χωρών που αποτελούσαν κράτη ή τμήματα κρατών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», στο ίδιο πνεύμα υπεράσπισης της πολιτικής των ΗΠΑ), σε ανάλογη κρίση περιδινίζεται ήδη και το ΝΑΤΟ. Η άρνηση της Γερμανίας, της Γαλλίας και του Βελγίου να επιτρέψουν την εκ των προτέρων κινητοποίηση του νατοϊκού μηχανισμού προστασίας της Τουρκίας, έχει βυθίσει την Ατλαντική Συμμαχία στη βαθύτερη κρίση της εδώ και σαράντα χρόνια –από την εποχή που ο Γάλλος πρόεδρος στρατηγός Ντε Γκολ διέτασσε την αποχώρηση της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Το γεγονός ότι το Βέλγιο, η χώρα δηλαδή όπου έχει την έδρα του το ΝΑΤΟ, τολμά να προβάλει βέτο στη θέληση των ΗΠΑ, αποτελεί μια υψηλού συμβολισμού ένδειξη της έκτασης και του βάθους που έχει προσλάβει η κρίση και της Ατλαντικής Συμμαχίας. Είναι προφανές ότι ζούμε ιστορικές στιγμές. Συντελούνται διεργασίες, οι οποίες θα καθορίσουν το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, το περιεχόμενο των ευρωαμερικανικών σχέσεων, το νέο πρόσωπο της Γηραιάς Ηπείρου. Οι συσπειρώσεις, οι αντισυσπειρώσεις και οι ομαδοποιήσεις στην Ευρώπη δεν προοιωνίζονται τίποτε καλό, όπως μας διδάξει με τραγικά επώδυνο τρόπο η ιστορία ακόμη και στον προσφάτως τελευτήσαντα 20ό αιώνα. Η ελληνική προεδρία της Ε.Ε. έχει περιέλθει σε εξαιρετικά δυσχερή θέση και απαιτείται υψίστη επιδεξιότητα εκ μέρους της προκειμένου να διαφυλάξει τα εθνικά συμφέροντα. Κατά πρώτον, είναι πασίδηλο πως το μέγεθος αυτής της παγκοσμίων διαστάσεων πολιτικής αναμέτρησης υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες της Ελλάδος, η οποία επ’ ουδενί πρέπει να παρασυρθεί σε διεκδίκηση πρωταγωνιστικού ρόλου στην εξέλιξή του, προβάλλοντας παρόμοιες αξιώσεις «ως εκ της θέσεώς της», λόγω της προεδρίας της Ε.Ε. Επιπροσθέτως, το δίλημμα που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι άκρως δυσεπίλυτο. Η προϊούσα οικονομική και πολιτική της ενσωμάτωση στην ολοκλήρωση της Ε.Ε. υποδεικνύει σαφέστατη τη συμπαράταξη με τις δυνάμεις του ευρωπαϊσμού, του οποίου ηγούνται η Γερμανία και η Γαλλία. Ομως, η ασφάλεια της χώρας εξαρτάται πρωτίστως από τη στάση που τηρούν απέναντι στην Ελλάδα οι ΗΠΑ, δεδομένου ότι η Ουάσιγκτον αποτελεί τον μοναδικό σχεδόν παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά την Τουρκία και να αναχαιτίσει την κατά καιρούς εκδηλούμενη επιθετικότητα της Αγκυρας. Ειδικά η χώρα μας, επομένως, έχει απόλυτη ανάγκη της σύμπνοιας ΗΠΑ – Ε.Ε., προκειμένου να είναι σε θέση να χειρίζεται ομαλά τις σχέσεις της και με τα δύο κέντρα ισχύος, όπως γινόταν τόσα χρόνια. Αν υποχρεωθεί σε επιλογή του ενός ή του άλλου, το κόστος θα είναι σίγουρα επώδυνο. (Από το κύριο άρθρο της εφημερίδας Καθημερινή στις 11/02/03)

Διαβάστε ακόμα