Εάν το κάλεσμά του γινόταν αποδεκτό από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα φώτα θα έσβηναν στην Αφρική, την Ινδία, στο μεγαλύτερο μέρος της Άπω Ανατολής και σε ορισμένα τμήματα της Ευρώπης. Δεν θα υπήρχαν καύσιμα για να μεταφερθούν πολύτιμα τρόφιμα για τους πληθυσμούς των περιοχών αυτών. Το αποτέλεσμα θα ήταν πείνα, λιμός, κοινωνική αναταραχή και εν τέλει θάνατος εκατομμυρίων ανθρώπων.
Στο άρθρο του, ο Πάτρικ ΜακΚάλι, περιβαλλοντολόγος, αρθρογράφος και επιχειρηματίας, επισημαίνει μια δήλωση του Τζέιμς Γκόρμαν, Διευθύνοντος Συμβούλου της Morgan Stanley, στην οποία ισχυρίζεται πως "Εάν δεν έχουμε πλανήτη, δεν πρόκειται να έχουμε ένα πολύ καλό χρηματοπιστωτικό σύστημα", μιλώντας ενώπιον επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου, όταν ρωτήθηκε για το εάν η κλιματική αλλαγή αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
"Η άποψη ότι η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας συνιστά απειλή για τις τράπεζες, όπως και για τις πολικές αρκούδες κερδίζει διαρκώς έδαφος. Μια ειδική ομάδα που έχει συσταθεί από το Financial Stability Board υποχρεώνει τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και άλλες εταιρείες, να δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που ορθώνει η αλλαγή του κλίματος. Ξεχωριστά, ένα δίκτυο από 42 κεντρικές τράπεζες και αρχές εποπτείας τραπεζών συνεργάζονται για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής και κλιματικής διαχείρισης κινδύνων στον τομέα των χρηματοδοτήσεων" γράφει ο ΜακΚάλι.
Kαι ο αρθρογράφος συνεχίζει: "Πρόκειται για αξιέπαινες πρωτοβουλίες. Είναι σαφώς σημαντικό οι τράπεζες να κατανοήσουν τις συνέπειες της έκθεσής τους σε στεγαστικά δάνεια, στην παράκτια Φλόριντα, ή στις κυβερνήσεις να αποφασίσουν, επιτέλους, να λάβουν μέτρα για τη μίωση των εκπομπών ρύπων. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Οι τράπεζες πρέπει να αναγνωρίσουν το δικό τους ρόλο στην πρόκληση της κλιματικής κρίσης. Σε μια περίοδο κατά την οποία η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα χρειάζεται να μειωθεί, η τραπεζική χρηματοδότηση βοηθά τον τομέα να αναπτυχθεί. Από στοιχεία του Rainforest Action Analysis φάνηκε ότι 33 μεγάλες τράπεζες παρείχαν 654 δισ. δολάρια σε 1.800 εταιρείες ορυκτών καυσίμων, το περασμένο έτος, ποσό που ισοδυναμεί με το 70% των συνολικών κεφαλαιουχικών δαπανών του συνόλου της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων για το ίδιο έτος, όπως υπολογίστηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Η δε, συνολική αξία των δανείων, των ομολόγων και των μετοχών που εξέδωσαν αυτές οι τράπεζες, αυξήθηκε κάθε χρόνο μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, το 2015. Στην κορυφή των χρηματοδοτήσεων βρίσκονται οι μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες".
To άρθρο καταλήγει ως εξής: «Για να επιτευχθεί ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για συγκράτηση της αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας, κάτω από 1,5 βαθμό Κελσίου, σε σύγκριση με τον προβιομηχανικό μέσον όρο, θα πρέπει να μειώσουμε τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σχεδόν κατά το ήμισυ, την επόμενη δεκαετία, ώστε και να τις μηδενίσουμε έως το 2050. Οι τράπεζες θα πρέπει να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση μειώνοντας δραστικά τη χρηματοδότηση των εταιρειών ορυκτών καυσίμων. Όσο οι μεγαλύτερες τράπεζες θα συνεχίζουν να διατηρούν την εξάρτηση του πλανήτη από τα ορυκτά καύσιμα, τόσο περισσότερες ζημιές θα επιφέρουν».