ενώ εκτιμά πως η ανάπτυξη τόσο συμβατικών όσο και προηγμένων καυσίμων έχει μεγάλες δυνατότητες στην ελληνική οικονομία.Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα σενάρια της μακροχρόνιας στρατηγικής για το 2050, που χωρίζονται σε τέσσερα και διακρίνονται με βάση την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας (1,5 ή 2 βαθμούς) και τις τεχνολογίες που προτείνουν. Τα σενάρια ΕΕ2 και ΕΕ1,5 προωθούν τον εξηλεκτρισμό και την ενεργειακή απόδοση, ενώ τα σενάρια NC2 και NC1,5 εκτιμούν ότι οι κατάλληλες πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο διασφαλίζουν την ωρίμανση τεχνολογιών, όπως το βιοαέριο και το υδρογόνο.
Όπως επισημάνθηκε στο ΕΣΕΚ, η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας θα μειωθεί σε βάθος 20ετίας. Σε μεγάλο βαθμό η μείωση αυτή στηρίζεται στην επερχόμενη μείωση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων που με τη σειρά τους θα αντικατασταθούν από τις ΑΠΕ. Στο μακροχρόνιο σχεδιασμό για το 2050 προβλέπεται πως «οι ΑΠΕ ως εγχώρια παραγόμενη μορφή ενέργειας υπερκαλύπτουν τη συνεισφορά των λιγνιτών στο ενεργειακό ισοζύγιο ήδη πριν από το έτος 2030, και στη συνέχεια μετά το έτος 2030 η περαιτέρω μεγάλη ανάπτυξη των ΑΠΕ υποκαθιστά τα εισαγόμενα αέρια και υγρά ορυκτά καύσιμα, μέσω της βιομάζας-βιοαερίου και άλλων μορφών ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση, και κυρίως οι ΑΠΕ υποκαθιστούν τα εισαγόμενα καύσιμα εμμέσως μέσω ηλεκτρικής ενέργειας η οποία παράγεται κυρίως από ΑΠΕ».
Σε ό,τι αφορά την βιομάζα και τα βιοκαύσιμα η κατανάλωσή αυξάνεται στα σενάριο εξηλεκτρισμού και ενεργειακής αποδοτικότητας EE1,5 και EE2. Επιπλέον καταναλώνεται βιομάζα και βιοαέριο στα σενάρια 1.5 βαθμού για δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα και αποθήκευση σε υπόγειους σχηματισμούς προκειμένου να παραχθούν αρνητικές εκπομπές. Τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς που παράγονται με προηγμένο τρόπο από λιγνοκυτταρικές πρώτες ύλες ή από τηγανέλαια αναμένεται να επιτύχουν συνθήκες βιομηχανικής ωρίμανσης μετά το 2030 και θα υποκαταστήσουν την παραγωγή βιοκαυσίμων 1ης γενιάς. Τα τελευταία προέρχονται από βιομάζα. Επιπλέον, προβλέπεται η ανάπτυξη ενεργειακών φυτών, όπως ελαιοκράμβη, ηλίανθο τα οποία θα μπορούσαν να διαφοροποιήσουν την γεωργική δραστηριότητα.
Παράλληλα, σε σχέση με τις θερμικές χρήσεις λίγες μόνο περιπτώσεις χρήσης πετρελαίου και στερεών καυσίμων προβλέπονται στα σενάρια του μακροχρόνιου σχεδιασμού. Διαφωτιστικός είναι ο παρακάτω πίνακας:
Να σημειωθεί πως ο τομέας της βιοενέργειας απασχολεί περισσότερες από 700.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη και κύκλο εργασιών 60,6 δισ. Ευρώ. H Bioenergy Europe επισημαίνει ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι "υπερβολικά εξαρτημένη" από τα ορυκτά καύσιμα και οι επιδοτήσεις εξακολουθούν να κινούνται προς τη λάθος κατεύθυνση. Παράλληλα, υπολογίζει ότι έως το 2050 θα διατεθούν 406 Mtoe βιώσιμης βιομάζας, συμπεριλαμβανομένων των υπολειμμάτων της δασοκομίας, της γεωργίας, της βιομηχανίας και των οργανικών αποβλήτων.