Αισθητή αύξηση των εγγεγραμμένων και των επιδοτούμενων ανέργων καταγράφηκε τον περασμένο Απρίλιο, γεγονός που αποτελεί το αρνητικό μήνυμα για την εξέλιξη του ποσοστού της ανεργίας στη χώρα

Ο ΟΑΕΔ ανακοίνωσε χθες την αύξηση κατά 21,73% ή κατά 211.526 άτομα των εγγεγραμμένων ανέργων τον περασμένο Απρίλιο συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2019. Σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα της πανδημίας, δηλαδή τον Μάρτιο του 2020, η αύξηση του φετινού Απριλίου κινείται στο 4,72% και σε 53.367 περισσότερους ανέργους.

Ακόμη μεγαλύτερη είναι η αύξηση των επιδοτούμενων ανέργων συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2019, καθώς φτάνει στο 35,09%. Φέτος τον Απρίλιο 49.980 περισσότεροι άνεργοι εισπράττουν το επίδομα ανεργίας. Αντιστοίχως, συγκριτικά με τον Μάρτιο του 2020, οι επιδοτούμενοι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 4,43% και κατά 8.159 άτομα.

Αναλυτικά, τα στοιχεία του ΟΑΕΔ δείχνουν πως το σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων τον περασμένο Απρίλιο, που ήταν μήνας απόλυτης καραντίνας και απαγόρευσης των απολύσεων για τις επιχειρήσεις που πλήττονται, έφτασε σε 1.185.000 άτομα έναντι 973.487 τον περσινό Απρίλιο. Συγκριτικά με τον φετινό Μάρτιο, ωστόσο, η αύξηση κυμάνθηκε στο 4,72% καθώς οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 53.367. Αντίστοιχα οι επιδοτούμενοι άνεργοι αυξήθηκαν μόνο 8.159, δηλαδή κατά 4,43%, τον Απρίλιο συγκριτικά με τον Μάρτιο.

Από το σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων, 1.124.486 άτομα δηλώνουν πως αναζητούν εργασία, ενώ 60.527 άτομα είναι οι μη αναζητούντες εργασία. Από τους πρώτους, οι 531.464 (ποσοστό 47,26%) είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του ΟΑΕΔ για χρονικό διάστημα ίσο ή και περισσότερο των 12 μηνών, είναι δηλαδή μακροχρόνια άνεργοι. Αντίθετα οι 593.022, δηλαδή το 52,74%, είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του ΟΑΕΔ για χρονικό διάστημα μικρότερο των 12 μηνών. Πρόκειται δηλαδή για νέους ανέργους. Οι άνδρες ανέρχονται σε 422.095 (ποσοστό 37,54%) και οι γυναίκες σε 702.391 (ποσοστό 62,46%).

Το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων για τον μήνα Απρίλιο 2020 (αφορά τον αριθμό των δικαιούχων που πληρώθηκαν εντός του αντίστοιχου μήνα) ανέρχεται σε 192.411 άτομα, από τα οποία οι 88.545 (ποσοστό 46,02%) είναι κοινοί και λοιπές κατηγορίες επιδοτουμένων και οι 103.866 (ποσοστό 53,98%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων.

Ειδικότερα, οι 65.381 (ποσοστό 33,98%) είναι κοινοί, οι 2.190 (ποσοστό 1,14%) είναι οικοδόμοι, οι 103.866 (ποσοστό 53,98%) είναι εποχικοί τουριστικών επαγγελμάτων, οι 20.339 (ποσοστό 10,57%) είναι εποχικοί λοιποί (αγροτικά), οι 389 (ποσοστό 0,20%) είναι εκπαιδευτικοί και οι 246 (ποσοστό 0,13%) είναι λοιποί. Οι άνδρες ανέρχονται σε 80.994 (ποσοστό 42,09%) και οι γυναίκες σε 111.417 (ποσοστό 57,91%).

Να στηρίξει την απασχόληση με επιδόματα εργασίας η κυβέρνηση, αντί για επιδόματα ανεργίας, αξιοποιώντας το πρόγραμμα SURE, συνιστά ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), εκτιμώντας ότι 155.000 άτομα θα βρεθούν στην ανεργία στο τέλος του έτους.

Σύμφωνα με την ανάλυση του ΣΕΒ προκύπτει ότι την περίοδο Μαρτίου - Ιουλίου 2020 οι καθαρές προσλήψεις στον τουρισμό θα είναι μειωμένες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 κατά 224.000 άτομα και στους λοιπούς κλάδους κατά 141.000 άτομα, δηλαδή συνολικά 365.000 άτομα περίπου. Αν σε αυτούς προστεθούν οι αναλογούντες αυτοαπασχολούμενοι, το σύνολο των πληττόμενων από τη νέα ανεργία θα ανέλθει σε περίπου 580.000 άτομα για 5 μήνες.

Το στοίχημα της πολιτείας στην προκειμένη συγκυρία, τονίζεται από τον ΣΕΒ, είναι να στηρίξει την απασχόληση ώστε να περιοριστεί η ανεργία που προβλέπεται. Και για τον λόγο αυτό είναι σημαντική η αξιοποίηση των πόρων του 1,4 δισ. ευρώ του προγράμματος SURE, οι οποίοι αναλογούν περίπου σε 483 ευρώ ανά άτομο για 5 μήνες. Το κοινωνικά βέλτιστο, υποστηρίζει ο ΣΕΒ, θα είναι τα χρήματα αυτά να μη γίνουν επιδόματα ανεργίας, αλλά επιδόματα εργασίας, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις με μειωμένο τζίρο να μπορέσουν να λειτουργήσουν προσφέροντας και διατηρώντας όσες περισσότερες θέσεις εργασίας είναι δυνατόν έστω και, προσωρινά, μειωμένου ωραρίου.

Η κρίση του Covid-19 έφερε και πάλι την ελληνική κοινωνία αντιμέτωπη με το αδιέξοδο της υπερφορολογημένης μισθωτής εργασίας, που επιβαρύνεται και με υψηλό μη μισθολογικό κόστος της εργασίας, αδιέξοδο που εντείνεται εν όψει της βαθιάς ύφεσης και κρίσης. Τα προγράμματα στήριξης της εργασίας θα πρέπει να είναι έτσι διαμορφωμένα ώστε να ελαχιστοποιούν τα διλήμματα ηθικού κινδύνου.

Πρέπει να υπάρχει, πάντα, κίνητρο για τους εργαζόμενους να επιδιώξουν να βρουν εργασία και αντικίνητρο για τους εργοδότες να οδηγηθούν άνευ εναλλακτικών στην επιλογή των απολύσεων ή να καταστρατηγήσουν το σύστημα κρατικών παροχών.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")