Η δημοσιοποίηση της έκθεσης των αμερικανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν αποτελεί μία τυχαία κίνηση αφού ο τρόπος και χρόνος μετάδοσής της προς τα Μέσα είναι σαφές ότι εντάσσεται σ’ ένα ευρύτερο και εν εξελίξει σχέδιο, από την στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ, που έχει στόχο τον άμεσο και πλήρη έλεγχο του Λευκού Οίκου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.

Η δημοσιοποίηση στις αρχές της εβδομάδος της έκθεσης των αμερικανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν αποτελεί μία τυχαία κίνηση αφού ο τρόπος και χρόνος μετάδοσής της προς τα Μέσα είναι σαφές ότι εντάσσεται σ’ ένα ευρύτερο και εν εξελίξει σχέδιο, από την στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ, που έχει στόχο τον άμεσο και πλήρη έλεγχο του Λευκού Οίκου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας.

Το βασικότερο συμπέρασμα της έκθεσης είναι πως η Τεχεράνη σταμάτησε του εμπλουτισμό ουρανίου το 2003, διαπίστωση που ακυρώνει στην πράξη την αέναη κινδυνολογία και μπουρδολογία ότι μέσα στα επόμενα χρόνια το Ιράν θα μπορούσε να αποτελέσει πυρηνική δύναμη που θα απειλούσε την Δύση (επιχείρημα πάνω στο οποίο η κυβέρνηση Μπους σχεδιάζει την περίφημη αντιπυραυλική ασπίδα στην Ανατολική Ευρώπη). Όπως σημειώνουν πολιτικοί παρατηρητές το πόρισμα της CIA συνιστά μία εντυπωσιακή επίδειξη αυτονομίας έναντι του Λευκού Οίκου, αφού ουσιαστικά ανατρέπει πλήρως την πολεμική ρητορική των γερακιών στην Ουάσιγκτον, με επικεφαλής τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσεϊνι και δικαιώνει της επιφυλάξεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ), η οποία από το περασμένο Μάιο έχει δημοσιοποιήσει τα ευρήματα της για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Σύμφωνα με την ΙΑΕΑ το τρέχον πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν εξυπηρετεί τους στόχους ενός στρατιωτικού προγράμματος αφού δεν ευρέθη η παραμικρή ένδειξη ότι το εμπλουτισμένο ουράνιο που παράγεται σήμερα κατευθύνεται προς μία άλλη παραγωγική διαδικασία συγκέντρωσης σχάσιμου υλικού για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Ο διευθυντής της ΙΑΕΑ Μοχάμεντ Ελ Μπαραντάϊ εδήλωσε ότι η έκθεσις «κατά κάποιο τρόπο δικαιώνει το Ιράν που έλεγε ότι δεν διατηρούσε στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα, τουλάχιστον τα τελευταία έτη». Παραλλήλως υπεστήριξε ότι η έκθεσις προσφέρει στην Τεχεράνη «ένα παράθυρο ευκαιρίας» για να επιλύση την κρίση και συμπλήρωσε πως ο ίδιος νοιώθει ανακουφισμένος διότι τα ευρήματα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών συμπίπτουν με τα συμπεράσματα της ΙΑΕΑ. Σημειωτέον ότι οι αμερικανικές Υπηρεσίες Πληροφοριών εκτιμούν στην έκθεσή τους ότι το Ιράν έχει αναστείλει από το 2003 το στρατιωτικό πυρηνικό του πρόγραμμα, και η χώρα δείχνει ευαισθησία στις διεθνείς πιέσεις που θέλουν να την εμποδίσουν να το επανενεργοποιήση.».

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές η δημοσιοποίηση της ανωτέρω έκθεσης των Αμερικανικών Μυστικών Υπηρεσιών για το Ιράν αποτελεί το τρίτο μέρος ενός συγκροτημένου σχεδίου, που κατευθύνεται από την ανώτερη στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ, που έχει στόχο να θέσει υπό επιτροπεία τον πρόεδρο Μπους, και τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσεϊνι και τους στενούς συνεργάτες τους μέχρι τα τέλη της θητείας τους τον Ιανουάριο του 2009, ώστε να αποφευχθεί μία νέα εθνική περιπέτεια, «ένα νέο Ιράκ», από μία προληπτική στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν.

Το εν λόγω σχέδιο τέθηκε αρχικά σε εφαρμογή προς τα τέλη Σεπτεμβρίου όταν ανώτεροι απόστρατοι στρατιωτικοί, όπως ο πρώην διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής, στρατηγός John Abizaid, σε ομιλίες τους σε στρατιωτικές σχολές και σε συγκεντρώσεις βετεράνων άρχισαν να κάνουν λόγο για την ανάγκη εξεύρεσης διπλωματικής λύσης στο Ιράν, και ότι ακόμα και εάν αυτό αποκτούσε πυρηνικό εξοπλισμό αυτό δεν θα αποτελούσε σοβαρό λόγο για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης από τις ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα ο στρατηγός Abizaid είχε τότε δηλώσει ότι «ένα πυρηνικό Ιράν δεν παρουσιάζει τόσο μεγάλη απειλή όσο νομίζουμε. Η απειλή θα είναι άμεση για τα γειτονικά κράτη και όχι για τις ΗΠΑ» .

Η παρέμβαση των στρατιωτικών έλαβε νέα τροπή στις 12 Νοεμβρίου όταν σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα των Financial Times, εμφανίστηκε σε φωτογραφία ένστολος ο αρχηγός της Κεντρικής Στρατιωτικής Διοίκησης των ΗΠΑ, ναύαρχος William Fallon, με βαρυσήμαντη δήλωσή του, που δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας ή αμφισβήτησης, όπου ξεκαθάριζε ότι η στρατιωτική ηγεσία της χώρας δεν αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο προληπτικής επίθεσης κατά του Ιράν. Ο ναύαρχος Fallon καθιστούσε επίσης σαφές ότι δεν έχουν ετοιμασθεί σχέδια βομβαρδισμών του Ιράν από κανένα από τα τρία όπλα και «είναι καιρός να τεθεί τέρμα στην φλυαρία γύρω από αυτήν την υπόθεση». Επιπλέον, παρατήρησε ότι κατά την άποψη της στρατιωτικής ηγεσίας δεν έχει γίνει σοβαρή προσπάθεια για την εξεύρεση διπλωματικής λύσης και άρα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε απευθείας διαπραγματεύσεις με την ηγεσία του Ιράν, κάτι που ως γνωστό έχει αποφύγει επιμελώς να πράξει η κυβέρνηση Μπους. Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο των δηλώσεων Fallon είναι ότι αυτές εντάχθηκαν σ’ μια ευρύτερη δημοσιογραφική έρευνα των Financial Times, που δημοσιεύθηκε στο ίδιο φύλλο, όπου εμφανίζονται με παρόμοιες δηλώσεις αρκετοί άλλοι εκπρόσωποι της ανώτερης στρατιωτικής ηγεσίας των ΗΠΑ.

Όπως εκτιμούν πολιτικοί αναλυτές, οι εξελίξεις γύρω από το Ιράν αναμένονται να είναι ραγδαίες μέσα στις επόμενες εβδομάδες, με επίκεντρο το Ιράκ και τον διαμεσολαβητικό και ειρηνευτικό ρόλο που μπορεί να παίξει η Τεχεράνη. Η στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ εμφανίζεται πεπεισμένη ότι ο μόνος τρόπος απεμπλοκής από το ναρκοπέδιο του Ιράκ, είναι η ενεργή ανάμειξη του Ιράν, το οποίο λόγω του υπερισχύοντος Σιιτικού στοιχείου στον πληθυσμό των νοτίων επαρχιών, μπορεί να προσφέρει ισχυρές εγγυήσεις που θα οδηγήσουν σε μία άμεση ειρήνευση της περιοχής, απαραίτητη προϋπόθεση για την αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους της εκστρατευτικής δύναμης των ΗΠΑ.

Η πολιτική εξουδετέρωση της κυβέρνησης Μπους από την στρατιωτική ηγεσία πέραν της ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ιράν, αποβλέπει επίσης σε μία ριζική αλλαγή στην ιεράρχηση των διπλωματικών και στρατιωτικών προτεραιοτήτων της χώρας, τις οποίες πλέον θα καθορίζει αυτή εν’ αναμονή των εκλογών και της νέας κυβέρνησης το 2009. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει ν’ αναμένεται μία αναθέρμανση των σχέσεων με το Κρεμλίνο με στόχο την δημιουργία κοινού μετώπου έναντι της Κίνας, την οποία η στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ θεωρεί τη μόνη σοβαρή και μακροχρόνια στρατιωτική απειλή. Ταυτόχρονα αναμένεται να ενταθούν τα μέτρα θωράκισης και προστασίας στο εσωτερικό των ΗΠΑ από ενδεχόμενες τρομοκρατικές ενέργειες τύπου Αλ-Κάιντα, τον αφανισμό της οποίας έχει επίσης θέση ως στόχο το Πεντάγωνο. Η στρατιωτική ηγεσία καταλογίζει στον πρόεδρο Μπους πλήρη ανικανότητα ή και δόλο γύρω από αυτό το σκοτεινό θέμα.

Εν όψει των ανωτέρω συγκλονιστικών εξελίξεων οι επιπτώσεις στην διεθνή ενεργειακή αγορά αναμένονται να είναι μάλλον θετικές αφού μία αποκλιμάκωση γύρω από το Ιράν απαλείφει ένα σοβαρό γεωπολιτικό παράγοντα αποσταθεροποίησης. Επιπλέον, μία διπλωματική λύση, θα σημάνει και το τέλος της απομόνωσης της Τεχεράνης, και άρα την δυνατότητα προσέλκυσης σοβαρών επενδύσεων για την περαιτέρω ανάπτυξη του πετρελαϊκού τομέα και την δημιουργία εξαγωγικής υποδομής στο φυσικό αέριο. Τούτων λεχθέντων δεν θα πρέπει να αποκλείεται μία μονομερής ενέργεια κατά του Ιράν από το Ισραήλ, το οποίο ως γνωστό ελέγχει, μέσω της Εβραϊκής κοινότητος των ΗΠΑ, ένα σημαντικό τμήμα του αμερικανικού κατεστημένου. Σε αυτή την περίπτωση οι επιπτώσεις θα είναι πραγματικά απρόβλεπτες.