Ενώ τα περισσότερα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα η ρύπανση των υδάτων και η όξινη βροχή, τίθενται άμεσα υπό έλεγχο, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν στην ατμόσφαιρα για αιώνες. Μειώνοντας τους ρύπους σήμερα, αυξάνονται οι πιθανότητες να σωθεί η ανθρωπότητα στο μακρινό μέλλον.

Ενώ τα περισσότερα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως για παράδειγμα η ρύπανση των υδάτων και η όξινη βροχή, τίθενται άμεσα υπό έλεγχο, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν στην ατμόσφαιρα για αιώνες. Μειώνοντας τους ρύπους σήμερα, αυξάνονται οι πιθανότητες να σωθεί η ανθρωπότητα στο μακρινό μέλλον.

Οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν κατ' εξοχήν ένα δημόσιο πρόβλημα. Η ανάλυση του κόστους - οφέλους είναι ένα πρωταρχικό εργαλείο για να αποφασιστεί τι πρέπει να αλλαχτεί, προκειμένου να περιοριστούν οι ρύποι.

Το περασμένο φθινόπωρο, το Ηνωμένο Βασίλειο δημοσίευσε μία μεγάλη κυβερνητική έκθεση για τις κλιματικές αλλαγές που πλήττουν τον πλανήτη. Ο Νίκολας Στερν, κορυφαίος οικονομολόγος, ήταν υπεύθυνος για τη διεξαγωγή της εν λόγω έκθεσης. Ο Στερν κάλεσε όλο τον κόσμο να δραστηριοποιηθεί: επεσήμανε ότι το τεράστιο μελλοντικό κόστος της υπερθέρμανσης του πλανήτη μπορεί να αποφευχθεί, μόνο εάν ενισχυθεί το μέτριο κόστος σήμερα.

Οι κριτικοί της έκθεσης υποστήριξαν ότι η δραστηριοποίηση για τον περιορισμό της εκπομπής ρύπων δεν είναι αιτιολογημένη, καθώς ακόμα παραμένει ακαθόριστη η έκταση του κόστους των κλιματικών αλλαγών και παράλληλα γιατί το συγκεκριμένο κόστος αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω στο μέλλον. Ωστόσο, πιστεύω ότι το θεμελιώδες συμπέρασμα του Στερν είναι άκρως αιτιολογημένο: θα υπάρξουν καλύτερα αποτελέσματα, εάν μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σε σημαντικό βαθμό και δεν ριψοκινδυνεύσουμε μία πιθανή μελλοντική αποτυχία, ακόμα και εάν η αβεβαιότητα είναι μεγάλη.

Δύο παράγοντες διαφοροποιούν τις κλιματικές αλλαγές από τα υπόλοιπα περιβαλλοντικά προβλήματα. Πρώτον, ενώ τα περισσότερα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως είναι για παράδειγμα η ρύπανση των υδάτων και η όξινη βροχή, τίθενται άμεσα υπό έλεγχο, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παραμένουν στην ατμόσφαιρα για αιώνες. Επομένως, μειώνοντας τους ρύπους σήμερα, αυξάνονται οι πιθανότητες να σωθεί η ανθρωπότητα στο μακρινό μέλλον.

Δεύτερον, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο μέσα σε λίγες ημέρες. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη και τα επικουρικά τους όργανα έχουν περιορισμένη «θεραπευτική» ικανότητα. (Ωστόσο, από τη στιγμή που οι Ηνωμένες Πολιτείες εκπέμπουν το 25% των παγκόσμιων ρύπων, μία αλλαγή πολιτικής ίσως θα συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση των κλιματικών αλλαγών).

Επομένως, οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν κατ' εξοχήν ένα δημόσιο πρόβλημα. Η ανάλυση του κόστους - οφέλους είναι ένα πρωταρχικό εργαλείο για να αποφασιστεί τι πρέπει να αλλαχτεί, προκειμένου να περιοριστούν οι ρύποι. Δύο όψεις αυτής της αξιολόγησης είναι κρίσιμες. Πρώτον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι πολίτες προτιμούν να αποφύγουν οποιονδήποτε κίνδυνο. Αυτό το αβέβαιο συμπέρασμα προφανώς όμως δεν έχει μεγάλη σημασία, καθώς τα πιθανά αποτελέσματα για την υπερθέρμανση του πλανήτη, υπό την απουσία του περιορισμού, βασίζονται στην αβεβαιότητα.

Δεύτερον, μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα μία μελλοντική ή μία τρέχουσα συνέπεια; Ζήτημα το οποίο έχει απασχολήσει τόσο τους φιλοσόφους όσο και τους οικονομολόγους. Παράλληλα, σε ποιο βαθμό οι μελλοντικές συνέπειες -ιδιαίτερα οι ζημίες από μελλοντική κατανάλωση- μπορεί να «προεξοφληθούν» στο παρόν;

Ο προεξοφλούμενος ρυθμός μείωσης της κατανάλωσης πρέπει να υπολογίζεται με την πιθανότητα, ότι, εάν η κατανάλωση ενισχυθεί, το περιθώριο καταναλωτικού κέρδους μπορεί να έχει χαμηλότερη κοινωνική αξία.

Αυτό είναι ανάλογο με την ιδέα του περιορισμού του περιθωρίου κατανάλωσης των ιδιωτικών εταιρειών κοινής ωφελείας και παράλληλα είναι αντιφατικό, αν και οι ερευνητές διαφωνούν με το εν λόγω μέγεθος.

Ομως υπάρχει μεγαλύτερη διαφωνία για το μελλοντικό ρυθμό μείωσης της κατανάλωσης, ακριβώς γιατί πρόκειται για «μελλοντικό», ακόμα και αν οι μελλοντικές γενιές δεν είναι καλύτερες από τις σύγχρονες. Ενώ η έρευνα του Στερν δεν είναι υπέρ του να προεξοφλείται ένα άσχημο μέλλον, η πλειονότητα των οικονομολόγων προτιμά να το θεωρεί δεδομένο.

Ωστόσο, όλοι όσοι παρέμβουν για να περιοριστεί η εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, πρέπει να μείνουν αμέτοχοι στην υπόθεση της διαμάχης για το μέλλον. Λαμβάνοντας υπόψη ορισμένους υπολογισμούς της έκθεσης του Στερν, συνειδητοποιούμε ότι όσο μεγάλα είναι τα οφέλη για το μέλλον του πλανήτη, τόσο μεγάλο είναι και το κόστος για να περιοριστούν οι εκπομπές ρύπων στα 550 ppm.

Tα οφέλη είναι οι καταστροφές που πιθανόν θα αποφευχθούν, συμπεριλαμβανομένων τόσο τις καταστροφές της αγοράς όσο και τις οικολογικές συνέπειες.

Ακολουθώντας μία «επιχειρηματική ως συνήθως» πολιτική μέχρι το 2200, οι ζημίες του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος αναμένονται να φτάσουν το 13,8%. Ομως, εάν προσθέσουμε και τον παράγοντα της αβεβαιότητας, οι ζημίες μπορεί να αγγίξουν και το 20%.

Από τη στιγμή που ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης (προτού υπολογισθεί ο αντίκτυπος των κλιματικών αλλαγών) έχει εκτιμηθεί στο 1,3% ανά έτος, μία πτώση της τάξεως του 20% το 2200 σημαίνει ότι η ετήσια ανάπτυξη θα μειωθεί στο 1,2%. Με άλλα λόγια, τα οφέλη του περιορισμού των αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα μπορεί να ερμηνευθούν και ως η αύξηση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης από σήμερα μέχρι το 2200 από το 1,2% στο 1,3%.

Οσον αφορά το κόστος σταθεροποίησης, η έκθεση του Στερν εκτιμά ότι κυμαίνεται από 3,4% έως 3,9% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Ας υποθέσουμε όμως ότι το κόστος για να αποφευχθεί η πρόσθετη συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα ανέρχεται στο 1% του ΑΕΠ ανά έτος, σε συνάρτηση με εμπειρικά στοιχεία, τα οποία έχουν αποδειχθεί ορθά κατά το παρελθόν. Και πάλι ο ευθύς υπολογισμός δείχνει ότι ο περιορισμός των εκπομπών είναι αποτελεσματικότερος, συγκριτικά με το εάν ακολουθηθεί η επιχειρηματική πολιτική.

Οι παραπάνω υπολογισμοί δείχνουν ότι οι εκτιμήσεις της έρευνας του Στερν για τα μελλοντικά οφέλη έχουν άμεση σχέση με τον οικονομικό τομέα. Οι υπολογισμοί αυτοί βασίζονται σε εκτιμήσεις ετήσιου κόστους, γεγονός που εγείρει πολλές διαφωνίες. Πάντως, εγώ ακόμα πιστεύω ότι υπάρχουν ελάχιστα επιχειρήματα για την πραγματική σημασία της πολιτικής που στοχεύει στη μείωση της περαιτέρω αύξησης της παραγωγής εκπομπών ρύπων.

*Ο Κένεθ Τζ. Αροου έχει λάβει το Νόμπελ Οικονομίας και είναι επίτιμος καθηγητής Οικονομικών Επιστημών στο τμήμα Management Science and Engineering, Emeritus του Standford University.

(δημοσιεύτηκε στη ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ στις 17/12/07)