Ο …πυρετός επαφών από την οδό Μεσογείων «μεταδόθηκε» και στην Ηρώδου Αττικού. Έπειτα από τις πρώτες συζητήσεις, την περασμένη Πέμπτη και την Παρασκευή, μεταξύ φορέων και επενδυτών στον χώρο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστή Χατζηδάκη, ακολούθησε συνάντηση και στο Μαξίμου ενώ αναμένεται και σειρά νέων επαφών. Κλείνοντας έναν πρώτο γύρο διαβουλεύσεων, 

εκπρόσωποι των ξένων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις ΑΠΕ, μετέφεραν και στον ίδιο τον πρωθυπουργό την ανησυχία τους απέναντι στα σενάρια επιβολής ενός έκτακτου «χαρατσιού» ή «κουρέματος» στους παραγωγούς πράσινης ενέργειας. Οι κορυφαίες ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες αναζητούν στήριξη, εν όψει των εξελίξεων που δρομολογούνται από το ενεργειακό επιτελείο της κυβέρνησης προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα ύψους 287,6 εκατ. ευρώ του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), από τον οποίο αποζημιώνονται τα αιολικά και φωτοβολταϊκά έργα. Οι «παίκτες» στον χώρο των ΑΠΕ ζητούν ένα σταθερό και ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον, τη στιγμή μάλιστα που η χώρα, βάσει του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) θα πρέπει να καλύψει από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πάνω από το 65% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και νωρίτερα, βάσει των νέων συνθηκών που δημιουργούνται με τη συρρίκνωση της λιγνιτικής παραγωγής. Είναι αξιοσημείωτο ότι, βάσει των τελευταίων στοιχείων του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, στο πρώτο 9μηνο του 2020 ο λιγνίτης έχει υποχωρήσει κατά 59,08%, καλύπτοντας μόλις το  8,9% της παραγωγής, ενώ η παραγωγή των ΑΠΕ το ίδιο διάστημα αυξήθηκε στο 26,84%.

Όπως επισημαίνουν οι φορείς των ΑΠΕ, οι σκέψεις για «κούρεμα» στις ταρίφες ή για επιβολή έκτακτης εισφοράς δημιουργεί ένα περιβάλλον αναξιοπιστίας που επηρεάζει και τις αξίες των ήδη επενδυμένων κεφαλαίων.  Για να υπάρξει βιώσιμη λύση  θα πρέπει όπως τονίζουν να γίνει σωστή κατανομή βαρών σε όλη την αλυσίδα της ενεργειακής αγοράς.

Ο κ. Χατζηδάκης πάντως, στις συναντήσεις που είχε με τους φορείς των αιολικών (την Πέμπτη) και των φωτοβολταϊκών (την Παρασκευή) επανέλαβε την πρόθεσή του να μην προχωρήσει σε αύξηση της χρέωσης στα νοικοκυριά του ΕΤΜΕΑΡ (του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων που καταβάλλουν οι καταναλωτές υπέρ ΑΠΕ μέσω των τιμολογίων ρεύματος).  Επιμένει επίσης στη θέση του να μην επιβαρύνει ούτε τη ΔΕΗ ούτε τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω έκτακτων χρεώσεων προμηθευτή, όπως είχε συμβεί παλαιότερα για να καλυφθεί «τρύπα» στον ΕΛΑΠΕ.

Πάντως, οι παράγοντες της αγοράς διεμήνυσαν στον κ. Χατζηδάκη ότι θα πρέπει να αποτελέσει κοινή επιδίωξη κυβέρνησης και αγοράς να εξαντληθούν οι πιθανότητες για χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά κονδύλια, με δεδομένο ότι η αιτία του ελλείμματος αποδίδεται στην περσινή απόφαση για μείωση του ΕΤΜΕΑΡ αλλά και στην πανδημία με τις συνέπειές της να συμπαρασύρουν προς τα κάτω την χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος (Οριακή Τιμή Συστήματος – ΟΤΣ), η οποία αποτελεί μέρος των …συγκοινωνούντων δοχείων που τροφοδοτούν τον ΕΠΑΠΕ. Αλλά ακόμη και εάν τα ευρωπαϊκά κονδύλια δεν γίνει εφικτό να διασφαλιστούν, η αγορά θεωρεί ότι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν κρατικοί πόροι, όπως έχουν αποφασίσει να κάνουν άλλες χώρες όπως η Γερμανία.

Επίσης, το «πορτοφόλι» του ΕΛΑΠΕ, σύμφωνα με τους φορείς των ΑΠΕ θα μπορούσε να γεμίσει και με μια αύξηση του ποσοστού των εσόδων από τη δημοπρασία δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα που κατευθύνεται στον ΕΛΑΠΕ από 65% σε 85%, για μια περίοδο τουλάχιστον δύο ετών, ή με τη διατήρηση της αντισταθμιστικής χρέωσης προμηθευτή και μετά την έναρξη λειτουργίας των νέων αγορών ηλεκτρισμού.

Ο ΕΣΗΑΠΕ (Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας), η ΕΛΕΤΑΕΝ (Ελληνική Επιστημονική 'Ένωση Αιολικής Ενέργειας), οι φορείς του κλάδου των φωτοβολταϊκών (Πανελλήνια Ομοσπονδία Φωτοβολταϊκών Παραγωγών - ΠΟΣΠΗΕΦ) καθώς και εκπρόσωποι πολυεθνικών επιχειρήσεων του κλάδου της πράσινης ενέργειας καλούν την πολιτεία να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να  συμφωνήσουν σε μια ρεαλιστική λύση που να ανταποκρίνεται στο διεθνές περιβάλλον της παγκόσμιας κρίσης που έχει επιφέρει η COVID-19. Επίσης, θεωρούν ότι βασική αρχή του διαλόγου θα πρέπει να είναι ο σεβασμός των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η πολιτεία έναντι όσων επένδυσαν στη βάση των εγγυήσεων ενός συντεταγμένου κράτους, που οφείλει να έχει συνέπεια και συνέχεια.