Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος -αν και όχι πράξεις- για την πιθανότητα να γίνονται οι συναλλαγές στη διεθνή αγορά πετρελαίου και σε ευρώ, αν όχι αποκλειστικά σε ευρώ, αντικαθιστώντας το αμερικανικό νόμισμα. Το 2000 ο Σαντάμ είχε απαιτήσει να πωλείται σε ευρώ ιρακινό πετρέλαιο στο πρόγραμμα του ΟΗΕ «Πετρέλαιο για τρόφιμα». Η σχετική ρητορική είναι αποτέλεσμα της ίδιας της δημιουργίας του ευρώ και της θέσης που διεκδικεί γενικότερα στο διεθνές σύστημα, αλλά και αντίδραση ορισμένων πετρελαιοπαραγωγών χωρών για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.


Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος -αν και όχι πράξεις- για την πιθανότητα να γίνονται οι συναλλαγές στη διεθνή αγορά πετρελαίου και σε ευρώ, αν όχι αποκλειστικά σε ευρώ, αντικαθιστώντας το αμερικανικό νόμισμα. Το 2000 ο Σαντάμ είχε απαιτήσει να πωλείται σε ευρώ ιρακινό πετρέλαιο στο πρόγραμμα του ΟΗΕ «Πετρέλαιο για τρόφιμα». Η σχετική ρητορική είναι αποτέλεσμα της ίδιας της δημιουργίας του ευρώ και της θέσης που διεκδικεί γενικότερα στο διεθνές σύστημα, αλλά και αντίδραση ορισμένων πετρελαιοπαραγωγών χωρών για την αμερικανική εξωτερική πολιτική.


Αλλά, σε θεωρητικό επίπεδο υπάρχουν καλοί λόγοι για να γίνονται οι συναλλαγές στη διεθνή αγορά πετρελαίου σε ένα μόνο νόμισμα, και ενδεχομένως το πιο κατάλληλο να είναι το δολάριο. Το αργό πετρέλαιο είναι ένα σχετικά ομοιογενές προϊόν και η τιμή του διαπραγματεύσιμη σε λίγα εξειδικευμένα χρηματιστήρια για όλο τον πλανήτη - περισσότερα νομίσματα θα αύξαναν το κόστος συναλλαγών και περισσότερο θα μπέρδευαν τα πράγματα, να το πούμε απλά. Επιπλέον, ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά της αμερικανικής οικονομίας - η μακροοικονομική σταθερότητα, το βάθος των χρηματοοικονομικών αγορών της και η διεθνής εμπορική ισχύς της - συνηγορούν στη στήριξη του δολαρίου ως νομίσματος αναφοράς για το πετρέλαιο.


΄Η μήπως δεν είναι έτσι; Μια μελέτη των οικονομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κ. Elitza Mileva και Nikolaus Siegfried, που εν τω μεταξύ έχουν μετακινηθεί στο Fordham University η πρώτη και στην Thames River Capital ο δεύτερος, απαντά ότι υπάρχει χώρος για την εισαγωγή ενός νέου νομίσματος στην αγορά πετρελαίου. Διευκρινίζουμε ότι πρόκειται για επιστημονικό άρθρο που δημοσίευσε η ΕΚΤ χωρίς να δεσμεύεται από τις απόψεις του, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα άρθρα της σειράς Occasional Paper Series.


Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν εφαρμόζοντας την ανάλυση του «φαινομένου δικτύου», που αποτελεί μια γενικότερη «μόδα» στην οικονομική θεωρία με ενδιαφέροντες καρπούς. Το «φαινόμενο δικτύου» εμφανίζεται όταν η αξία κάποιου προϊόντος ή υπηρεσίας είναι μεγαλύτερη για τον κάτοχό τους όταν έχουν και άλλοι το ίδιο προϊόν ή υπηρεσία. Εχει μεγάλη εφαρμογή ειδικά σε θέματα επικοινωνίας. Τέτοιο παράδειγμα είναι το τηλέφωνο (ή το φαξ, τα κινητά και το Ιντερνετ). Το να έχεις τηλέφωνο έχει μηδενική αξία όταν δεν έχει κανένας άλλος (με ποιον να μιλήσεις;) και ανεκτίμητη όταν έχουν όλοι (μπορείς να μιλήσεις με όποιον θελήσεις). Το «φαινόμενο δικτύου» έχει τις παρακάτω συνέπειες για την αγορά του προϊόντος με αυτό το χαρακτηριστικό: απαιτείται μια κρίσιμη μάζα για την αρχική υιοθέτησή του, όσο περισσότεροι το χρησιμοποιούν τόσο μεγαλύτερο είναι το κίνητρο για τη χρήση του, μπορούν να υπάρχουν πολλαπλά και ασταθή επίπεδα ισορροπίας στην αγορά να αποτύχει είτε επειδή η αδράνεια εμποδίζει την υιοθέτηση ενός νέου καλύτερου προϊόντος είτε, αντίθετα, επειδή καταλαμβάνονται όλοι από πυρετό υιοθέτησης ενός νέου υποδεέστερου προϊόντος (και στις δύο περιπτώσεις επειδή σημασία έχει τι κάνουν οι άλλοι και όχι τι πιστεύεις εσύ). Εχουν γίνει διάφορες μελέτες ανάλυσης του χρήματος ως αγαθού με χαρακτηριστικά του «φαινομένου δικτύου» (άλλωστε, το χρήμα έχει έναν επικοινωνιακό ρόλο εκφράζοντας τις αξίες των πραγμάτων). Οι δύο οικονομολόγοι της ΕΚΤ εξειδίκευσαν αυτήν την ανάλυση στο επίμαχο ζήτημα και κατασκεύασαν ένα μοντέλο για τη χρήση του νομίσματος στην αγορά πετρελαίου αφού έλαβαν υπόψη τους τις πραγματικές συνθήκες.


Το μοντέλο τους έδειξε, λοιπόν, ότι πράγματι υπάρχουν πολλαπλά επίπεδα ισορροπίας και ένα από αυτά περιλαμβάνει τη συνύπαρξη δύο νομισμάτων. Θεωρητικά, ισχυρίζονται, θα μπορούσαν να γίνονται συναλλαγές τόσο σε ευρώ όσο και σε δολάρια. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει, πρώτον, να έχουν πολύ περιορισμένο ρόλο οι πολιτικές συνέπειες, δεύτερον, να είναι μικρό το κόστος των συναλλαγών, τρίτον, να περιμένει η αγορά ότι θα υπάρχει ένα αρχικό «κρίσιμο» επίπεδο συναλλαγών σε ευρώ και, τέλος, το κόστος πληροφόρησης από την παράλληλη χρήση δύο νομισμάτων είτε να είναι μικρό είτε να μειωθεί με γοργό ρυθμό, καθώς θα χρησιμοποιούν όλο και περισσότεροι το δεύτερο νόμισμα.


Το συμπέρασμα είναι ότι, καθώς το κόστος των συναλλαγών στην αγορά νομισμάτων είναι πολύ περιορισμένο και στον βαθμό που η αναφορά των τιμών σε δύο νομίσματα έχει χαμηλό κόστος, είναι θεωρητικά εφικτό να χρησιμοποιηθεί ένα δεύτερο νόμισμα αναφοράς στην αγορά πετρελαίου, αρκεί να το αποφασίσει μια αρχική «κρίσιμη μάζα» χωρών.

Το μεγάλο δίλημμα


Το 50% του παγκόσμιου εμπορίου αργού πετρελαίου γίνεται με βάση συμβόλαια με προκαθορισμένη τιμή και το άλλο μισό με βάση την τιμή στην αγορά spot (δηλαδή την τιμή της στιγμής της παράδοσης). Η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, το Κατάρ, το Ομάν και η Λιβύη χρησιμοποιούν κυρίως τα προκαθορισμένα συμβόλαια, η Ρωσία και η Νιγηρία την αγορά spot και το Μεξικό και η Βενεζουέλα από 50%.

Περιφερειακά χαρακτηριστικά


Παρόλο που η αγορά του αργού πετρελαίου είναι ομοιογενής και διεθνοποιημένη μέσα από δύο βασικά χρηματιστήρια, το NYMEX της Νέας Υόρκης και το IPE του Λονδίνου, το πραγματικό εμπόριο του πετρελαίου έχει κυρίως περιφερειακό χαρακτήρα εξαιτίας του κόστους μεταφοράς στον τόπο διύλισης και τον τόπο κατανάλωσης. Διαφορετικοί τύποι αργού πετρελαίου πρέπει να πάνε σε συγκεκριμένα διυλιστήρια. Γι’ αυτούς τους λόγους, οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, αλλά αγοράζουν κυρίως από χώρες που βρίσκονται στο δυτικό ημισφαίριο.


Ολιγοπωλιακή η αγορά


Πρόκειται για μια ολιγοπωλιακή αγορά, καθώς το μακροπρόθεσμο οριακό κόσος παραγωγής είναι ένα μικρό μέρος της τιμής του πετρελαίου. Για τη στήριξη των υψηλών τιμών έχει σχηματιστεί το καρτέλ του ΟΠΕΚ. Οι παραγωγοί με το υψηλότερο κόστος παράγουν όσο περισσότερο πετρέλαιο μπορούν στις τρέχουσες τιμές, ενώ αυτοί με το χαμηλότερο παράγουν το υπόλοιπο και ρυθμίζουν την παραγωγή τους ανάλογα.


Ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας


Η Σαουδική Αραβία και γενικότερα οι χώρες του Περσικού Κόλπου έχουν πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής. Για τη Σαουδική Αραβία είναι 4 δολάρια το βαρέλι, για το Ιράν 4,50, ενώ στη Βόρεια Θάλασσα 9,85 και τη Βραζιλία 12,50 (στοιχεία 2004). Σχεδόν σε όλες τις χώρες του ΟΠΕΚ το πετρέλαιο αντλείται από εταιρείες που είναι 100% κρατικές. Η Σαουδική Αραβία διαθέτει το ένα τέταρτο των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου με το χαμηλότερο κόστος άντλησης και είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας: έχει όλα τα χαρακτηριστικά που της επιτρέπουν να είναι ο ρυθμιστής της τιμής και κάνει αυτό ακριβώς.