Θα πρέπει κάποτε να πληροφορηθούν, κυβερνήσεις και πολίτες, ότι η Ελλάδα αμυνόμενη στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο από την απροκάλυπτη Τουρκική επιθετικότητα διαθέτει μια ολόκληρη σειρά από ειρηνικά όπλα στην φαρέτρα της (asset), τα οποία αν αποφασίσει να τα χρησιμοποιήσει θα στριμώξει πραγματικά την Άγκυρα και θα υποχρεώσει συμμάχους και "άσπονδους φίλους"  να αντιληφθούν για το ποια είναι η πραγματική θέση της Ελλάδας στην περιοχή σε σχέση με την Τουρκία

Μέσα από μια σειρά καλά μελετημένων, έξυπνων και συντονισμένων κινήσεων και δρώντας συμπληρωματικά των διπλωματικών ενεργειών,  η Ελλάδα έχει την δυνατότητα ακόμα και σήμερα, (μετά από 25 χρόνια ολιγωριών), την στιγμή που η Τουρκία απειλεί να καταλάβει το Καστελόριζο, να αναποδογυρίσει την τράπουλα.

Σε ορισμένες από αυτές τις κινήσεις έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν σε εκτενή αρθρογραφία μας στην «Εστία» ενώ άλλες παρουσιάζονται για πρώτη φορά και έχουν κοινό παρονομαστή σχέδια και στόχους για την αξιοποίηση του τεράστιου ενεργειακού δυναμικού που περικλείει σήμερα το Αιγαίο εντός της υπαρκτής, πλην μη επισήμως ανακηρυχθείσας, Ελληνικής ΑΟΖ. Και δεν αναφερόμαστε μόνο σε υδρογονάνθρακες, τους οποίους έχουν κυριολεκτικά δαιμονοποιήσει  οι απανταχού «περιβαλλοντολόγοι» (λες και ευθύνονται για όλα τα δεινά και την υπανάπτυξη μεγάλων περιοχών του πλανήτη) αλλά και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), ιδιαίτερα στην αιολική και στην κυματική ενέργεια.

Οι εν λόγω προτεινόμενες κινήσεις μπορούν να συνοψισθούν ως εξής:

(α) Επαναπροκήρυξη, μέσω της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας  Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας για την αδειοδότηση των ερευνητικών τεμαχίων που δεν διεκδικήθηκαν στο πλαίσιο του Β’ Διεθνούς Γύρου το 2015 και βρίσκονται (οριοθετημένες) νότια της Κρήτης. Με το να επαναπροκηρύξει τα ανωτέρω θαλασσοτεμάχια η Ελλάδα στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα στην Άγκυρα και διεθνώς για το πού ανήκει η εν λόγω περιοχή.

Παρεμπιπτόντως, ας μας επιτρέψει ο κ. Νίκος  Δένδιας να εκφράσουμε τις επιφυλάξεις μας για την «κολοβή» συμφωνία που συνήψε με την φίλη Αίγυπτο, αφού άφησε ένα ολόκληρο τμήμα ακάλυπτο παρά το γεγονός ότι προϋπήρχε Ελληνική χάραξη, ιδιαίτερα στην δυτική προέκταση μέχρι την νότια απόληξη της οριογραμμής με την Ιταλία, την οποία και έχει επίσημα οριοθετήσει η Ελλάδα από το  καλοκαίρι του 2011, όταν διεξήχθη ο πρώτος διεθνής διαγωνισμός για σεισμικές έρευνες (βλέπε αναλυτικό άρθρο μας με τίτλο "Πορεία χωρίς χάρτες στην Ανατολική Μεσόγειο", που δημοσιεύτηκε στην ελληνική έκδοση του ιστότοπου του Foreign Affairs στις 8/10).

(β) Οργάνωση εκτεταμένων σεισμικών ερευνών εντός των ορίων της ελληνικής ΑΟΖ και ιδιαίτερα νοτιοανατολικά της Κρήτης και νότια της Ρόδου, οι οποίες θα μπορούσαν να αναληφθούν από ξένη εταιρεία κατ’ εντολή της ΕΔΕΥ και με μηδενικό κόστος για το Ελληνικό Δημόσιο, όπως ακριβώς έχει γίνει στο πρόσφατο παρελθόν.

(γ) Προτείνεται η οριοθέτηση το συντομότερο δυνατόν πολλών μικρών και μεγάλων θαλασσίων περιοχών εντός της Ελληνικής ΑΟΖ για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και ΑΠΕ. Αυτό προϋποθέτει την επίσημη ανακήρυξη, μέσω ΠΔ και με δημοσίευση χάρτη, της συνολικής περιοχής της ΑΟΖ ακόμα και αν δεν υπάρχει συμφωνία με ορισμένα όμορα κράτη όπως η Τουρκία και η Κύπρος. (Εύλογα διερωτάται κάποιος τι ακριβώς περιμένει η κυβέρνηση για να οριοθετήσει την ΑΟΖ. Να εμφανιστούν  τουρκικά πολεμικά έξω από την Αίγινα;)

Αλλά επειδή η κυβέρνηση δείχνει αναποφάσιστη, για να μην πούμε απρόθυμη, στην επίσημη ανακήρυξη πλήρους - και όχι τμηματικής ΑΟΖ-, όπως ακριβώς προβλέπει η παράγραφος 1 του άρθρου Άρθρο 156, του Ν.4001/2011,  η επέκταση στα 12 ν.μ. αποτελεί άμεση και εφικτή λύση για την διεύρυνση της θαλάσσιας ζώνης επί της οποίας μπορούμε να εξασκήσουμε κυριαρχικά δικαιώματα ανακτώντας έτσι το 70,35% της θαλάσσιας έκτασης του Αιγαίου. Ένα δικαίωμα που ως γνωστό εξασκείται μονομερώς βάσει  των προβλέψεων της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (ΣΔΘ) και ασφαλώς αγνοώντας το τελείως παράνομο και παραπλανητικό (βάσει  του Διεθνούς Δικαίου)Τουρκικό casus belli του 1995. Η δε επέκταση στα 12 ν.μ. πέρα από τη Δυτική Ελλάδα, που έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση, θα μπορούσε να γίνει άμεσα και για μια πρώτη ομάδα νησιών (λ.χ. Κρήτη, Ρόδος, Κάρπαθος, Κάσος, Καστελόριζο).

Σήμερα η τεχνολογία και η κατασκευαστική εμπειρία έχει αναπτυχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και επιτρέπει την λειτουργία μεγάλων θαλασσίων αιολικών πάρκων της τάξης των GW. Τελευταία, έχει σημειωθεί εντυπωσιακή πρόοδος στην εγκατάσταση πλωτών ανεμογεννητριών  μειώνοντας έτσι το κόστος και επιτρέποντας μεγαλύτερη ελευθερία ως προς την επιλογή θέσεων για την τοποθέτηση τους. Ολόκληρες περιοχές νότια και νοτιοδυτικά του Καστελόριζου, της Καρπάθου και της Ρόδου παρουσιάζουν ιδιαίτερα  υψηλό αιολικό δυναμικό, ενώ έχει αναπτυχθεί εξαιρετικά αξιόπιστη Ελληνική τεχνογνωσία (από την Hellenic Cables) για την μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας  που παράγεται στις υπεράκτιες αιολικές εγκαταστάσεις προς τα εθνικά δίκτυα (βλέπε πληθώρα εφαρμογών της εν λόγω εταιρείας στην Βόρεια Θάλασσα). 

(δ) Άμεση ενεργειακή θωράκιση όλων των Μη Διασυνδεδεμένων Νήσων (ΜΔΝ) όπως λχ του Καστελόριζου, της Καρπάθου, της Κάσου, της Αστυπάλαιας, της Σύμης κλπ., όπως ακριβώς έχουμε προτείνει σε πρόσφατη παρέμβαση μας (βλέπε άρθρο μας στην «Εστία», 4 Αυγούστου 2020 για την Ενεργειακή Θωράκιση του Καστελόριζου). Στόχος να καταστούν τα ΜΔΝ ενεργειακά αυτόνομα μέσω της εγκατάστασης και λειτουργίας μονάδων ΑΠΕ και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας σε μπαταρίες έτσι ώστε το ηλεκτρικό σύστημα των νήσων να λειτουργεί με πολύ μεγάλο βαθμό αυτονομίας (90% και άνω). Το κόστος δεν είναι υψηλό και η ενεργειακή θωράκιση των νήσων  μπορεί να ολοκληρωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα με απευθείας ανάθεση του έργου στη ΔΕΗ, η οποία μέσω της ΔΕΗ Ανανεώσιμες διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία, ενώ όλοι οι λειτουργούντες σήμερα σταθμοί σε ΜΔΝ ανήκουν στη ΔΕΗ.

Συμπερασματικά, προτείνουμε όπως με άξονα την διασφάλιση των ενεργειακών πόρων της χώρας επαναχαραχθεί η εθνική στρατηγική έναντι της Τουρκίας. Ουδείς μπορεί εύκολα να αμφισβητήσει τις ενεργειακές  προτεραιότητες μιας χώρας όπως η Ελλάδα που έχει από τους υψηλότερους βαθμούς ενεργειακής εξάρτησης στην ΕΕ (στο 75% με μέσο ευρωπαϊκό όρο το 54%) ενώ συγχρόνως προσπαθεί να προσαρμόσει το ενεργειακό της μοντέλο σε μια οικονομία χαμηλών ρύπων με μεγιστοποίηση της χρήσης φυσικού αερίου και ΑΠΕ. Όμως και οι τρεις χερσαίοι αγωγοί φυσικού αερίου (TurkStream, ΕλληνοΤουρκικός διασυνδέτης, TANAP-TAP) από όπου η Ελλάδα προμηθεύεται το 60-70% του φυσικού αερίου, διέρχονται πλέον μέσω της Τουρκίας και ελέγχονται απόλυτα από αυτήν. Ένας ακόμη λόγος γιατί η Ελλάδα οφείλει να αναπτύξει εγχώρια κοιτάσματα φυσικού αερίου που αναμφίβολα διαθέτει.

*Ο Κ.Ν. Σταμπολής είναι μέλος του ΕΣΕΚ και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)