Έχει αποδειχθεί σε παγκόσμια κλίμακα πως το «το μικρό» πλέον σήμερα είναι «όμορφο». Σε μια εξαιρετική του ανάλυση στους Financial Times ο Gideon Rachman υποστήριξε με αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα πως όσο μικρότερη σε μέγεθος και πληθυσμό είναι μια χώρα, τόσο μεγαλύτερα είναι τα πλεονεκτήματα που διαθέτει για ευημερία, σταθερότητα και γοργή ανάπτυξη (For nations, small is beautiful, 3 Δεκεμβρίου 2007).

Έχει αποδειχθεί σε παγκόσμια κλίμακα πως το «το μικρό» πλέον σήμερα είναι «όμορφο». Σε μια εξαιρετική του ανάλυση στους Financial Times ο Gideon Rachman υποστήριξε με αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα πως όσο μικρότερη σε μέγεθος και πληθυσμό είναι μια χώρα, τόσο μεγαλύτερα είναι τα πλεονεκτήματα που διαθέτει για ευημερία, σταθερότητα και γοργή ανάπτυξη (For nations, small is beautiful, 3 Δεκεμβρίου 2007).

Σε όλα σχεδόν τα συγκριτικά μεγέθη ευημερίας, κοινωνικής προστασίας και σταθερότητας με προοπτική ανάπτυξης οι μικρότερες χώρες εξασφαλίζουν τα πρωτεία. Από τις πέντε πλουσιότερες χώρες του κόσμου οι τέσσερις έχουν πληθυσμό κάτω από 5 εκατ. κατοίκους. Το Global Peace Index, ένα κέντρο ανάλυσης του περιοδικού Economist που μετράει τα θετικά πολιτικο-κοινωνικά στοιχεία μιας χώρας, διαπιστώνει πως οκτώ από τις πρώτες δέκα πιο ειρηνικές και σταθερές χώρες του κόσμου έχουν πληθυσμό κάτω των δέκα εκατ. κατοίκων.

Στον πίνακα ανταγωνιστικότητας του World Economist Forum πέντε από τις επτά περισσότερο ανταγωνιστικές χώρες του κόσμου έχουν κάτω από 10 εκατ. κατοίκους, ενώ σε μια άλλη κατάταξη, με βάση δείκτες όπως η προσδοκία ζωής ή το επίπεδο της παιδείας, (Human Development Index) μόνο μία πολυπληθής μεγάλη χώρα, η Ιαπωνία, τοποθετείται ανάμεσα στις δέκα πρώτες.

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Rachman είναι πως οι μικρότερες χώρες έχουν τη δυνατότητα να κινούνται ευέλικτα, να έχουν μεγαλύτερη εθνική και φυλετική ομοιογένεια και να κινητοποιούν τις μικρές τους κοινωνίες με μεγαλύτερη ευκολία προς στόχους καινούργιους και δημιουργικούς. Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου και των προστατευτικών οικονομικών συστημάτων οι μεγάλες σε πληθυσμό και έκταση χώρες είχαν σημαντικά πλεονεκτήματα. Ο μεγάλος όγκος επέτρεπε την ύπαρξη ισχυρών ενόπλων δυνάμεων για προστασία από εξωτερικές επιβουλές αλλά και σημαντικών συστημάτων ασφαλείας για την εξασφάλιση εσωτερικής συνοχής και του κατευνασμού τυχόν εθνικών, θρησκευτικών ή και ιδεολογικής φύσης εξεγέρσεων. Αλλά και για την ανάπτυξη της οικονομίας, ο μεγάλος πληθυσμός διευκόλυνε την ανάπτυξη σημαντικών αγορών και επιβράβευε τις καινοτόμες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

Με την κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ολόκληρη σχεδόν η υφήλιος έγινε μια ενιαία αγορά. Ενώ οι στενές εμπορικές σχέσεις και τα ανοιχτά σύνορα κατεύνασαν τις εθνικές και ιδεολογικές διενέξεις. Για την ισχύ μιας χώρας σήμερα σημασία δεν έχουν τα εδάφη που μπορούν να κατακτηθούν. Αλλά οι αγορές στις οποίες είναι σε θέση ένα κράτος να κυριαρχήσει. Όπως έχω από χρόνια σημειώσει, η γεωοικονομία έχει πλήρως αντικαταστήσει την γεωπολιτική, σαν μέθοδος αξιολόγησης των διεθνών εξελίξεων και ισοροπιών. Μέσα στα πλαίσια αυτά οι μικρές χώρες έχουν αρχίσει να μεγαλουργούν. Διότι προσαρμόζονται γρηγορότερα και ευκολότερα σε καινούργια δεδομένα και γιατί μπορεί ο μικρότερος και περισσότερο ομοιογενής πληθυσμός τους να κινητοποιηθεί σε νέες κατευθύνσεις και να εγκαταλείψει παλιές κακές συνήθειες και πρακτικές. Με την εξαίρεση της Ελλάδας βέβαια. Που αποδεικνύεται μια από τις ελάχιστες μικρές χώρες που αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις. Και που συχνά μένει τραγικά πίσω από αυτές.

Με ηγεσίες αδύναμες, που φοβούνται να προχωρήσουν σε ανατρεπτικές πρωτοβουλίες. Με μια κοινωνία στατική, ικανή να προσεγγίζει το μοντέρνο μοναχά μέσα από το life style και την ελαφρότητα ανόητων τηλεοπτικών εκπομπών. Με καταφυγή σε εύκολες εξάρσεις ρηχού εθνικισμού που σκεπάζει την έλλειψη δημιουργικών πρωτοβουλιών και πραγματικής πνευματικής πρωτοπορίας. Με εξοργιστική αδιαφορία για τις συχνές πια εξάρσεις ρατσιστικής βίας και παράλογης ξενοφοβίας. Και με την ολοκληρωτική απουσία σχεδίου, οράματος και κάποιων – των οποιωνδήποτε – ονείρων για το μέλλον. Κοντολογίς, η χώρα πορεύεται αγκαλιά με την οπισθοδρόμηση και την παρακμή…

Το παράλογο είναι πως μοναχοί μας μετατρέπουμε τα πλεονεκτήματά μας σε μειονεκτήματα. Το μικρό μέγεθος και η εθνική ομοιογένεια της χώρας υπονομεύονται από μικρό-φιλοδοξίες, από την ασίγαστη δίψα πλουτισμού και αναγνώρισης κάθε λογής μετριοτήτων και από την παράνοια και ανοησία ηγεσιών καθώς και των υπεύθυνων της λαϊκής ενημέρωσης (πολλά κόμματα, αμέτρητα σχεδόν μέσα ενημέρωσης, κρατικοδίαιτη-περίπου αποκλειστικά- μεγαλοεπιχειρηματική τάξη, αλαζονικοί συνδικαλιστές, διάσπαρτη διαφθορά).

Σωρευτικά, τα προβλήματα υποδηλώνουν μια χώρα με αβέβαιο παρόν και σκοτεινά διαγραφόμενο μέλλον. Η κοινωνία κινητοποιείται για ρυθμίσεις (στο ασφαλιστικό) που ακόμη δεν έχουν καν εμφανισθεί! Συλλογική όμως αδιαφορία καλύπτει την τραγική παρακμή της εθνικής παιδείας. Που αντικατοπτρίζεται σε διεθνή έρευνα με κεντρικό σημείο την αδυναμία μαθητών σχολείων να… κατανοήσουν απλά γραπτά κείμενα.

Εξ ίσου ψυχρά οι Νεοέλληνες αντικρύζουν- και ανέχονται βέβαια- κυβερνητικούς παραλογισμούς και αντιπολιτευτικές υστερίες. Οι απόλυτοι ερασιτεχνισμοί στο ζήτημα του ΟΤΕ (με κορύφωση βέβαια την απαγόρευση (!) αγοράς μετοχών πέραν ενός ορίου), οι διαχρονικά λανθασμένοι χειρισμοί στην προβληματική ΔΕΗ, τα πισωγυρίσματα στο απαράδεκτο καθεστώς της Ολυμπιακής και το χάος στο ασφαλιστικό, δεν δείχνουν μονάχα ηγεσίες σε σύγχυση. Και συνδικαλιστές και ΜΜΕ σε υπαρξιακή υστερία. Αλλά και μια κοινωνία αδύναμη να αδράξει το μέλλον. Και συνειδητά να απορρίψει τα περιττώματα, επιλέγοντας πρόσωπα και πολιτικές που θα την εντάξουν σε ένα ελπιδοφόρο μέλλον.

 Οι μικρές χώρες λοιπόν σήμερα μεγαλουργούν. Με την εξαίρεση της Ελλάδας. Που πορεύεται στο αύριο με το βλέμμα όμως έντονα προσκολλημένο στο χθες.

(δημοσιεύτηκε στην «ΕΣΤΙΑ» στις 03/01/2008)