Σε Λανθασμένη Εξωτερική Πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών Οφείλεται η Ανοδος Τιμών του «Μαύρου Χρυσού» Διεθνώς

Σε Λανθασμένη Εξωτερική Πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών Οφείλεται η Ανοδος Τιμών του «Μαύρου Χρυσού» Διεθνώς
Του Paul Krugman- The New York Times
Δευ, 14 Ιανουαρίου 2008 - 13:50
Πρόσφατα η τιμή του πετρελαίου εκτινάχθηκε στα 100 δολάρια το βαρέλι. Το νέο επίπεδο ρεκόρ βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων όπως ήταν φυσικό. Τι άλλο σημαίνει, όμως, πέραν του προφανούς συμπεράσματος πως η οικονομία υφίσταται περαιτέρω πίεση;

Πρόσφατα η τιμή του πετρελαίου εκτινάχθηκε στα 100 δολάρια το βαρέλι. Το νέο επίπεδο ρεκόρ βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων όπως ήταν φυσικό. Τι άλλο σημαίνει, όμως, πέραν του προφανούς συμπεράσματος πως η οικονομία υφίσταται περαιτέρω πίεση;

Το πρώτο πράγμα που υποδηλώνει είναι πως είναι εσφαλμένος ο άξονας γύρω από τον οποίο διεξάγουμε τον δημόσιο διάλογο σχετικά με την εξωτερική μας πολιτική. Τα περισσότερα από όσα λέγονται στην προεκλογική εκστρατεία για την εξωτερική μας πολιτική κινούνται υπό τη μία ή την άλλη έννοια γύρω από την 11η Σεπτεμβρίου και τον πόλεμο στο Ιράκ. Θα ήταν ενδιαφέρον να στοιχηματίσει κανείς ότι τα σημαντικότερα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής για τον νέο πρόεδρο θα αφορούν την Απω και όχι τη Μέση Ανατολή. Και ειδικότερα τα κρίσιμα ερωτήματα μάλλον θα αφορούν τις επιπτώσεις της ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας. Αν εξετάσουμε οποιοδήποτε από τα σοβαρότερα προβλήματα που απασχολούν την Αμερική, θα δούμε ότι σε κάθε περίπτωση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο η Κίνα. Αρχής γενομένης από την εκτίναξη της τιμής του πετρελαίου. Σε αντίθεση με τις πετρελαϊκές κρίσεις μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και την εκθρόνιση του σάχη της Περσίας, η κρίση δεν οφείλεται σε ταραχές στη Μέση Ανατολή αλλά έχει τις ρίζες της στην Ασία. Είναι αλήθεια ότι η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου αυξάνεται με βραδείς ρυθμούς, κυρίως επειδή σιγά σιγά εξαντλούνται τα αποθέματα: σπανίζουν πλέον οι μεγάλες ανακαλύψεις νέων πετρελαιοπηγών και όταν βρίσκονται είναι πιο δύσκολη η άντληση. Ο λόγος, όμως, που η προσφορά πετρελαίου δεν είναι αντίστοιχη της ζήτησης, δεν είναι άλλος από τη συνεχή αύξηση της κατανάλωσης πετρελαίου στις αναπτυσσόμενες οικονομίες και προπαντός στην Κίνα.

Ο ρόλος της Κίνας

Ακόμη και σήμερα η Κίνα αντιπροσωπεύει περίπου το 9% της παγκόσμιας ζήτησης για πετρέλαιο. Δεδομένου, όμως, ότι η ζήτηση της Κίνας αυξάνεται παράλληλα με την οικονομία της, τα τελευταία χρόνια ο ασιατικός γίγαντας ευθύνεται για περίπου το 1/3 της αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης. Κι έτσι η τιμή του πετρελαίου είναι σε μεγάλο βαθμό επίτευγμα της Κίνας.

Ας έρθουμε τώρα στα προϊόντα της Κίνας, που είναι το δεύτερο θέμα. Εντείνεται στη χώρα μας η ανησυχία για τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης στους μισθούς κυρίως επειδή έχουν αυξηθεί ιλιγγιωδώς οι εισαγωγές προϊόντων μεταποίησης από χώρες με χαμηλούς μισθούς: από το 1993 έχουν διπλασιασθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ. Περισσότερο από το ήμισυ αυτής της αύξησης αντανακλά την εκρηκτική άνοδο των αμερικανικών εισαγωγών βιομηχανικών προϊόντων από την Κίνα από λιγότερο του 0,5% του ΑΕΠ το 1993 σε περισσότερο από 2% του ΑΕΠ το 2006.

Οι κλιματικές αλλαγές

Και τέλος, το σημαντικότερο όλων είναι το θέμα των κλιματολογικών αλλαγών, που τελικά θα αναγνωρισθεί ως το πλέον κρίσιμο πρόβλημα της Αμερικής και του κόσμου ολόκληρου κι αν όχι σήμερα, κι αν όχι αύριο, σίγουρα σύντομα και για το υπόλοιπο της ζωής μας. Τι σχέση έχει η κλιματολογική αλλαγή με την Κίνα; Η Κίνα είναι ήδη, κατά ορισμένες εκτιμήσεις, πρώτη στον κόσμο σε εκπομπές καυσαερίων. Και όπως ακριβώς συμβαίνει με τη ζήτηση για πετρέλαιο, η Κίνα ευθύνεται σε δυσανάλογο βαθμό για την αύξηση των εκπομπών καυσαερίων. Στο διάστημα από το 2000 έως το 2005 ευθυνόταν για περισσότερο από το ήμισυ της αύξησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως.

Αυτά σημαίνουν ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να περιορισθεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη θα είναι ανεπαρκής εκτός κι αν συμμετάσχει και η Κίνα. Το 2001, όταν ανακάλεσε την υπόσχεσή του να περιορίσει τις εκπομπές καυσαερίων, ο πρόεδρος Μπους επικαλέσθηκε ως πρόσχημα το ότι το πρωτόκολλο του Κιότο δεν περιελάμβανε την Κίνα και την Ινδία. Το πραγματικό πρόβλημα, όμως, είναι το πώς θα γίνει η Κίνα μέρος της λύσης. Και τώρα τι μας λένε όλα αυτά για την προεκλογική εκστρατεία;

Στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών, τα λεγόμενα περί εξωτερικής πολιτικής δίνουν την εντύπωση ότι βρισκόμαστε ακόμη στον Φεβρουάριο του 2003, όταν στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούσαν άτομα που πίστευαν πως η αμερικανική στρατιωτική ισχύς αρκούσε για να τρομάξει τον υπόλοιπο κόσμο και να τον υποτάξει στη θέλησή μας. Σημειωτέον ότι ο πληθυσμός της Κίνας είναι 50 φορές εκείνος του Ιράκ. Σε γενικές γραμμές οι Δημοκρατικοί μιλούν πιο συνετά. Ωστόσο, τουλάχιστον μερικοί από τους οπαδούς του Μπάρακ Ομπάμα φαίνεται να πιστεύουν πως αν εκλεγεί ο υποψήφιός τους, τα προβλήματα του κόσμου θα εξανεμισθούν χάρη στο πολυπολιτισμικό του χάρισμα. Σημειωτέον ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο με τους Κινέζους.

Η αλήθεια είναι πως η Κίνα είναι υπερβολικά μεγάλη και οι Κινέζοι υπερβολικά κυνικοί για να γοητευθούν. ΚΙ ενώ είναι ανταγωνιστές μας υπό πολλές έννοιες, δεν είναι εχθροί μας και μπορούμε να συνεννοηθούμε μαζί τους. Πολλοί Αμερικανοί μοιάζουν να αναζητούν για πρόεδρο έναν ήρωα, κάποιον που θα υψώσει το ανάστημά του μπροστά στους τρομοκράτες ή θα αλλάξει τον κόσμο με την αισιοδοξία του. Θα έπρεπε αντίθετα να αναζητούν έναν καλό διαπραγματευτή, κάποιον που μπορεί να αποβεί αποτελεσματικός στις συναλλαγές με ορισμένους πολύ σκληρούς πελάτες και να επιτύχει τις συμφωνίες που χρειαζόμαστε στους τομείς της ενέργειας, των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των εκπομπών καυσαερίων.

(δημοσιεύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 13/1/2008)