Το Ιράν Mπορεί να Hττηθεί Aναίμακτα

To 2002 το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας οργάνωσε ένα σενάριο προσομοίωσης πολέμου (war game) με το Ιράν. Για τις ανάγκες του σεναρίου, κλήθηκε από την αποστρατεία ο αντιστράτηγος των Πεζοναυτών Βαν Ρίπερ. Ο ρόλος του ήταν να αναλάβει την εικονική διοίκηση των Φρουρών της Επανάστασης. Ο έμπειρος αξιωματικός ήταν άλλωστε γνωστός για τις ικανότητές του στον ανορθόδοξο πόλεμο.
Του Roger Stern - International Herald Tribune
Δευ, 14 Ιανουαρίου 2008 - 01:05


To 2002 το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας οργάνωσε ένα σενάριο προσομοίωσης πολέμου (war game) με το Ιράν. Για τις ανάγκες του σεναρίου, κλήθηκε από την αποστρατεία ο αντιστράτηγος των Πεζοναυτών Βαν Ρίπερ. Ο ρόλος του ήταν να αναλάβει την εικονική διοίκηση των Φρουρών της Επανάστασης. Ο έμπειρος αξιωματικός ήταν άλλωστε γνωστός για τις ικανότητές του στον ανορθόδοξο πόλεμο.


Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Βαν Ρίπερ ήταν να χρησιμοποιήσει μοτοσικλετιστές για τη διαβίβαση των εντολών, ώστε να αποφύγει τις υποκλοπές από τους υπερσύγχρονους αμερικανικούς δορυφόρους. Στη συνέχεια εξαπέλυσε μία αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον του αμερικανικού ναυτικού με μικρές, ταχείες πυραυλάκατους. Σκοπός της επίθεσης ήταν η καταστροφή των αμερικανικών αντιπυραυλικών ραντάρ, ώστε να μεγιστοποιηθεί το πλήγμα στον στόλο του Περσικού Κόλπου. Το σχέδιο ήταν τέλειο. Σύμφωνα με το σενάριο, ένα αμερικανικό αεροπλανοφόρο και 15 ακόμη πολεμικά πλοία βυθίστηκαν. Η θεωρία του τότε υπουργού Αμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, ότι η αμερικανική πολεμική μηχανή είναι άτρωτη, καταρρίφθηκε.


Τον τελευταίο αιώνα, η τεχνολογική πρόοδος μειώνει συνεχώς την επιχειρησιακή αξία των μεγάλων πλοίων. Τα Γενικά Επιτελεία Ναυτικού, όμως, συχνά αρνούνται να παραδεχθούν το αυτονόητο. Ηδη από το 1921, ο ταγματάρχης Μπίλι Μίτσελ είχε αποδείξει στους ανωτέρους του, κατά τη διάρκεια διακλαδικής άσκησης, ότι φθηνά σχετικά αεροπλάνα μπορούν να βυθίσουν πανάκριβα μεγάλα πλοία. Το αμερικανικό επιτελείο εθνικής άμυνας αγνόησε τις προειδοποιήσεις του, μέχρι που το πλήρωσε ακριβά, 20 χρόνια αργότερα, στο Περλ Χάρμπορ.


Αν ο πρόεδρος Μπους αποφάσιζε μία επίθεση στο Ιράν, η κίνησή του θα καταδείκνυε ότι το προαναφερθέν σύνδρομο άρνησης κατατρύχει ακόμη την αμερικανική πολιτική ηγεσία. Το ναυτικό δόγμα του Ιράν βασίζεται σε γρήγορα και αποφασιστικά πλήγματα. Προκειμένου να το υλοποιήσουν, οι Φρουροί της Επανάστασης έχουν οργανώσει το ναυτικό τους ακριβώς όπως έκανε και ο Βαν Ρίπερ στο σενάριο προσομοίωσης του 2002.


Γνωρίζουμε επομένως, ότι σε περίπτωση αεροπορικών βομβαρδισμών, το Ιράν θα αντεπιτεθεί διά θαλάσσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε τη ζημιά που μπορούν να προκαλέσουν οι πύραυλοι αέρος και εδάφους-θαλάσσης. Οι Βρετανοί ακόμη θυμούνται πώς βυθίστηκε η φρεγάτα Σέφιλντ στα Φόκλαντς το 1982, με ένα μόλις βλήμα της αεροπορίας της Αργεντινής. Εν ολίγοις, αν οι ΗΠΑ επιτεθούν στο Ιράν, διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο.


Η Τεχεράνη δεν πτοείται από τις πολεμικές ιαχές του Μπους, πιθανότατα επειδή έχει εμπιστοσύνη στο ναυτικό της. Υπάρχουν όμως άλλοι που ανησυχούν και κυρίως οι πετρελαιοπαραγωγοί. Μέχρι πριν από λίγο καιρό, η Σαουδική Αραβία μπορούσε να ανοίξει τη στρόφιγγα και να ρίξει τις τιμές όποτε ήθελε. Επειτα από δύο χρόνια ανταλλαγής απειλών μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, όμως, τα σαουδαραβικά αποθέματα δεν αρκούν για να ελέγξουν την τιμή του βαρελιού.


Αξίζει να σημειώσουμε ότι από τότε η Αμερική κλιμάκωσε τη ρητορική της, η Τεχεράνη έχει βάλει 20 δισ. δολ. επιπλέον στα ταμεία της, λόγω των αυξήσεων στο πετρέλαιο. Στην ουσία, λοιπόν, οι απειλές του Μπους την ωφελούν. Το καθεστώς των Μουλάδων βασίζεται σε μία σειρά από αυξανόμενες κοινωνικές δαπάνες για να καλοπιάσει τους πολίτες του. Εάν για κάποιο λόγο μειώνονταν τα έσοδα από τις πωλήσεις πετρελαίου, η ιρανική οικονομία θα γονάτιζε.


Με λίγα λόγια, ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για να ηττηθεί ο Αχμεντινετζάντ είναι να ξεκινήσει η Αμερική μία τακτική διπλωματικής επαναπροσέγγισης, η οποία θα έριχνε στο μισό την τιμή του μαύρου χρυσού. Δεν χρειάζεται καν να το εννοεί ο Μπους. Στον κόσμο της οικονομίας, το φαίνεσθαι είναι αρκετό για να ηρεμήσει τις αγορές.

 

(δημοσειύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 12/1/2008)