Επιστροφή Στην Υπανάπτυξη

Η μετεμφυλιακή Ελλάδα εμφάνιζε χαρακτηριστικά τα οποία σήμερα βρίσκουμε στις τριτοκοσμικές χώρες: πείνα, στέρηση, ανεργία, μετανάστευση, κοινωνικές ανισότητες, πολιτική αστάθεια και αυταρχισμό. Ήταν φυσικό οι μεταπολεμικές γενεές να οραματίζονται την έξοδο από την μειονεξία της υπανάπτυξης.
Του Γ.-Σ. Πρεβελάκη - ΕΣΤΙΑ
Πεμ, 17 Ιανουαρίου 2008 - 03:14

Η μετεμφυλιακή Ελλάδα εμφάνιζε χαρακτηριστικά τα οποία σήμερα βρίσκουμε στις τριτοκοσμικές χώρες: πείνα, στέρηση, ανεργία, μετανάστευση, κοινωνικές ανισότητες, πολιτική αστάθεια και αυταρχισμό. Ήταν φυσικό οι μεταπολεμικές γενεές να οραματίζονται την έξοδο από την μειονεξία της υπανάπτυξης.

Αυτό το όραμα τροφοδότησε τα μεγάλα πολιτικά ρεύματα κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Οκταετία Καραμανλή, Μεταπολίτευση, πασοκική Αλλαγή, σημιτικός Εκσυγχρονισμός. Με διαφορετικά προγράμματα και συνθήματα, οι φάσεις αυτές της πολιτικής ζωής υποσχέθηκαν την «ομαλοποίηση» της Ελλάδας. Οικονομική ανάπτυξη, εκδημοκρατισμός, κοινωνική δικαιοσύνη, καταναλωτικός και πολιτισμικός εξευρωπαϊσμός ήταν οι στόχοι διά των οποίων οι εκάστοτε ηγέτες εξασφάλισαν την υποστήριξη της πλειονότητας του εκλογικού σώματος.

Κατόρθωσε όμως η Ελλάδα να ξεφύγει από την «μοίρα» της;

Οι δημοκρατικοί θεσμοί λειτουργούν χωρίς διακοπές ή ανατροπές εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια. Η οικονομική ευμάρεια και η καταναλωτική κοινωνία μοιάζουν να έχουν επιτευχθεί. Βασικό σημείο προόδου θεωρείται ότι, από χώρα αποστολής μεταναστών, η Ελλάδα έχει εξελιχθεί σε τόπο υποδοχής της ξένης δυστυχίας.

Η φαινομενικά πειστική αυτή εικόνα δεν καλύπτει όμως πλήρως μία άλλη, πολύ λιγότερο ειδυλλιακή ελληνική πραγματικότητα. Οι όποιες αλλαγές έχουν συντελεσθεί δεν έθιξαν τις θεμελιακές δομές, εκτός από ορισμένα παραδοσιακά στοιχεία της κοινωνικής συνοχής, όπως η οικογένεια και η θρησκεία, τα οποία και αποσάθρωσαν. Η κρίση του Κράτους Δικαίου, η παθογένεια των εκπαιδευτικών μηχανισμών και η περιβαλλοντική υπονόμευση αποτελούν κύριες, αλλά όχι και αποκλειστικές εκφάνσεις της συνεχιζόμενης και ενίοτε διευρυνόμενης υπανάπτυξης.

 Οι προηγηθέντες μετασχηματισμοί απορροφήθηκαν σχετικά εύκολα, καθώς αναφέρονταν σε περισσότερο επιφανειακές προσαρμογές της κοινωνίας στις τρέχουσες εξελίξεις. Απομένουν και αναμένουν τα δυσκολότερα. Όσο καθυστερούν οι μεταρρυθμίσεις, ακόμα και η ήδη συντελεσθείσα πρόοδος θα απειλείται, θα γίνεται εύθραυστη. Ούτε η οικονομική ευμάρεια ούτε ο τυπικός εκδημοκρατισμός αποτελούν μη αναστρέψιμα κεκτημένα.

 Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις δεν αφορούν την επιφάνεια, αλλά την ουσία. Η εμπειρία της διακυβέρνησης Καραμανλή είναι αποκαλυπτική. Στον οικονομικό τομέα, δηλαδή στο προφανές επίπεδο, έχει προχωρήσει. Μόλις όμως η Κυβέρνηση προσπαθεί να εισχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος, προσκρούει σε τείχος. Με όλες τις δυνάμεις της, εντός και εκτός του κόμματος της Νεας Δημοκρατίας, η κοινωνία αντιστέκεται, απομονώνει και απαξιώνει το μικρό επιτελείο με το οποίο ο Πρωθυπουργός προσπαθεί να προωθήσει την επανιδρυτική του πολιτική.

Έτσι πρέπει να εξηγηθεί η σημερινή διάχυτη απελπισία. Η Κυβέρνηση μοιάζει εξουθενωμένη. Το ΠΑΣΟΚ είναι σε αποσύνθεση. Τα σενάρια για κυβερνήσεις συνεργασίας επαναφέρουν τον εφιάλτη της αστάθειας και του πολιτικαντισμού, τον οποίο γνώρισε η χώρα πριν απο το 1952 και κατά το 1989-90. Πειστική διέξοδος δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Η ελληνική κοινωνία έχει αγγίξει τα όριά της. Οι ελπίδες των μεταπολεμικών γενεών αποδεικνύονται φρούδες. Παρά τα πολυτελή αυτοκίνητα και τις βίλες των βορείων και νοτίων προαστίων, οι Έλληνες βουλιάζουν στην υπανάπτυξη. Ο ομφαλοσκοπικός αθηναϊκός μικρόκοσμος μπορεί να αρνείται να την διακρίνει –όμως, από κάποια γεωγραφική ή άλλη απόσταση είναι εξόφθαλμη.

 Τί έφταιξε; Τί φταίει; Η ελληνική διανόηση είναι ανίκανη να δώσει απάντηση. Οι τηλεοπτικές συζητήσεις και τα επιστημονικά συνέδρια αναλώνονται σε αλληλοκατηγορίες και ηθικολογίες, αενάως και τελετουργικώς επαναλαμβανόμενες εδώ και χρόνια. Ανανέωση της σκέψης δεν υφίσταται. Χωρίς όμως διάγνωση, δεν μπορεί να βρεθεί θεραπεία.

Η γνωστή αλήθεια, την οποία δεν επιθυμούμε να παραδεχθούμε, είναι ότι η διαπλοκή και η διαφθορά δεν περιορίζονται στους ολίγους κατά καιρούς δακτυλοδεικτούμενους. Είναι ενδημική, διάχυτη και μαζική, είναι συγκροτημένη σε πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό σύστημα. Παρά τις διακηρύξεις, ουδείς σχεδόν επιθυμεί πραγματικά την απεξάρτηση.

Η γεωπολιτική ανάλυση μπορεί να εξηγήσει την κατάσταση αυτή. Προϋποθέτει όμως αναθεωρήσεις τις οποίες το πανεπιστημιακό -και όχι μόνον- κατεστημένο δεν μπορεί να εκφράσει, χωρίς να ολισθήσει σε συνολική εθνική αποδόμηση. Αν δεν διαπεράσουμε το προπέτασμα της υποκρισίας, η αυτογνωσία θα μας επιβληθεί έξωθεν. Τότε θα γνωρίσουν και οι νεώτερες γενεές το αίσθημα μειονεξίας, με το οποίο μεγαλώσαμε οι παλαιότεροι. Θα διαπιστώσουν ότι η ταπείνωση αυτή είναι πολύ περισσότερο οδυνηρή από την απώλεια υλικών αγαθών.