Μικρότερη Δίψα για Πετρέλαιο

Μικρότερη αύξηση του αναμενόμενου θα παρουσιάσει η διεθνής ζήτηση αργού πετρελαίου το 2008, καθώς η επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές του μαύρου χρυσού λειτουργούν ανασταλτικά στην κατανάλωση των βιομηχανικών χωρών, όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη το ενεργειακό παρατηρητήριο των δυτικών χωρών
Του JAVIER ΒLΑSS - FT
Παρ, 18 Ιανουαρίου 2008 - 06:26


Μικρότερη αύξηση του αναμενόμενου θα παρουσιάσει η διεθνής ζήτηση αργού πετρελαίου το 2008, καθώς η επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές του μαύρου χρυσού λειτουργούν ανασταλτικά στην κατανάλωση των βιομηχανικών χωρών, όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη το ενεργειακό παρατηρητήριο των δυτικών χωρών.


Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας ανακοίνωσε επίσης ότι παρά τη χαμηλότερη ζήτηση τα αποθέματα αργού πετρελαίου και παραγώγων του πετρελαίου στις βιομηχανικές χώρες έχουν υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα από το φθινόπωρο του 2004. Οι προβλέψεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας για την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου το 2008 αναθεωρήθηκαν πτωτικά στα 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, περί τα 130.000 βαρέλια την ημέρα λιγότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις που είχαν ανακοινωθεί το Δεκέμβριο.


Παρόλα αυτά, οι προβλέψεις για το σύνολο της ζήτησης σε όλη τη διάρκεια του έτους διατηρούνται σταθερές στα 87,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως, όπως είχε ανακοινωθεί στην έκθεση του περασμένου μήνα. Το παρατηρητήριο προχώρησε και σε αναθεώρηση προς τα πάνω της αύξησης της ζήτησης για το 2007, κατά 100.000 περισσότερα βαρέλια την ημέρα, στα 1,04 εκατ. βαρέλια ημερησίως.


Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας επεσήμανε ότι ενδέχεται να υπάρξει και νέα αναθεώρηση των προβλέψεών της, αναλόγως με τα στοιχεία που θα προκύψουν για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας. Παρόλα αυτά τονίζει ότι αναμένει αντιστάθμιση από την ισχυρή ανάπτυξη στην Κίνα και τις χώρες της Μέσης Ανατολής.


Παράλληλα, οι κρατικά επιδοτούμενες τιμές πετρελαίου και βενζίνης προστατεύουν τους πολίτες των αναδυόμενων οικονομιών από τις επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του πετρελαίου στα 100 δολάρια το βαρέλι. «Μόνο στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, όπου οι τιμές των καταναλωτικών προϊόντων είναι πιο ευαίσθητες στις μεταβολές της τιμής του αργού πετρελαίου και η ζήτηση πετρελαίου έχει σταθεροποιηθεί, παρατηρείται βαθμιαία επιβράδυνση της αύξησης της ζήτησης, όπως προκύπτει από στοιχεία στις ΗΠΑ και την Ευρώπη», αναφέρεται στην ανακοίνωση της υπηρεσίας.


Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας αναφέρει στη μηνιαία έκθεσή της ότι τα αποθέματα των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ για τον μήνα Νοέμβριο υποχώρησαν στις 51,1 ημέρες, στα χαμηλότερα επίπεδα από το τρίτο τρίμηνο του 2004. Όπως επισημαίνει «τα αποθέματα βρίσκονται στο κατώτατο σημείο σε ορίζοντα πενταετίας... γεγονός που αντικατοπτρίζει τη σύσφιξη της αγοράς».


Η τιμή του αργού πετρελαίου έσπασε το φράγμα των 100 δολαρίων το βαρέλι στις αρχές του έτους, σημειώνοντας σταδιακή υποχώρηση στη συνέχεια. Την Τετάρτη, η τιμή του αργού πετρελαίου υποχώρησε κάτω από τα 90 δολάρια το βαρέλι, υπό το φόβο ότι η αμερικανική οικονομία εισέρχεται σε περίοδο ύφεσης.


Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας εκτιμά «τα μειωμένα αποθέματα, ο κρύος καιρός και η σχέση προσφοράς και ζήτησης» λειτουργούν υποστηρικτικά για τις τιμές του μαύρου χρυσού. «Η ένταση στη Νιγηρία και τη Μέση Ανατολή και οι τοποθετήσεις των κερδοσκοπικών funds εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες», προσθέτει στην ανακοίνωσή του το Παρατηρητήριο.


Οι εκπρόσωποι του ΟΠΕΚ θα συναντηθούν στη Βιέννη την 1η Φεβρουαρίου, προκειμένου να διαμορφώσουν την πολιτική τους για τον υπόλοιπο χειμώνα και τις αρχές της άνοιξης. Η επόμενη διάσκεψη του πετρελαϊκού καρτέλ θα πραγματοποιηθεί στις αρχές Μαρτίου. Μέχρι στιγμής, οι υπουργοί των χωρών-μελών του ΟΠΕΚ κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, αν και οι περισσότεροι επισημαίνουν ότι είναι πιθανή μία σημαντική μείωση της τιμής του πετρελαίου ενόψει μίας ενδεχόμενης ύφεσης της αμερικανικής οικονομίας.


Μειώνονται και τα αποθέματα


Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας ανακοίνωσε ότι παρά τη χαμηλότερη ζήτηση τα αποθέματα αργού πετρελαίου και παραγώγων του πετρελαίου στις βιομηχανικές χώρες έχουν υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα από το φθινόπωρο του 2004.

(δημοσιεύτηκε στην ΗΜΕΡΗΣΙΑ στις 17/1/2008)