Η Ινδία αποτελεί σήμερα, μια από τις μεγαλύτερες δυνάμεις στην παγκόσμια ενεργειακή οικονομία. Η κατανάλωση ενέργειας έχει υπερδιπλασιαστεί από το 2000, χάρη στη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού της χώρας που, στο άμεσο μέλλον, θα είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο, αλλά και στην έκρηξη της οικονομικής δραστηριότητας. Η σχεδόν καθολική πρόσβαση των νοικοκυριών στην ηλεκτρική ενέργεια έγινε δυνατή το 2019, κάτι που σημαίνει ότι περισσότεροι 

από 900 εκατ. Ινδοί πολίτες απέκτησαν σύνδεση με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας μέσα σε λιγότερο από δύο δεκαετίες. Η συνεχιζόμενη εκβιομηχάνιση αλλά και η αστικοποίηση της Ινδίας, θα εκτινάξει στα ύψη τη ζήτηση ενέργειας, καθώς η κατά κεφαλή χρήση ενέργειας βρίσκεται πολύ κάτω από το ήμισυ του παγκόσμιου μέσου όρου, ενώ παρατηρούνται μεγάλες διαφορές στη χρήση ενέργειας και στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών μεταξύ των ομόσπονδων κρατιδίων αλλά και ανάμεσα στις αγροτικές και αστικές περιοχές. Οι προσιτές τιμές και η αξιοπιστία του ενεργειακού εφοδιασμού αποτελούν τις βασικές πηγές ανησυχίας για τους Ινδούς καταναλωτές.

Με την έκθεση «India Energy Outlook 2021», o Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) διερευνά τις ευκαιρίες που προκύπτουν και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η μεγάλη αυτή χώρα, καθώς επιδιώκει να διασφαλίσει αξιόπιστη, προσιτή και βιώσιμη ενέργεια προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες του διαρκώς αυξανόμενου πληθυσμού της. Η έκθεση εξετάζει τρόπους για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης από την Ινδία, αλλά και τις μακροπρόθεσμες τάσεις ανέλιξης του εγχώριου ενεργειακού τομέα έως το  2040, μέσω μιας σειράς σεναρίων  που έχει επεξεργαστεί ο Οργανισμός.

Η πανδημία του Covid-19 ανέσχεσε το ρυθμό αύξησης της χρήσης ενέργειας στην Ινδία. Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο ΙΕΑ παραπέμπουν σε μια εκτιμώμενη μείωση της τάξης του περίπου 5% στην εγχώρια ενεργειακή ζήτηση για το περασμένο έτος, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων στην κυκλοφορία και την οικονομική δραστηριότητα, με τη χρήση άνθρακα και πετρελαίου να υπόκειται τα μεγαλύτερα πλήγματα. Η πανδημία έπληξε επίσης τις επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα, που υποχώρησε κατά περίπου 15% το 2020, ενώ επιδείνωσε τα οικονομικά δεδομένα, ιδίως των εταιρειών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα. Το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσουν αυτές οι δυσμενείς επιπτώσεις, θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα ελεχθεί η εξάπλωση του φονικού ιού, αλλά και από τα μέτρα σε επίπεδο πολιτικών που εφαρμόζονται.

(Συνολική πρωτογενής ζήτηση ενέργειας στην Ινδία 2000-2020. Πηγή: ΙΕΑ)

Ποσοστό υψηλότερο του 80% των ενεργειακών αναγκών της Ινδίας καλύπτονται από τρείς κατηγορίες καυσίμων: άνθρακα, πετρέλαιο και στερεά βιομάζα. Ο άνθρακας έχει υποστηρίξει την ανάπτυξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και της βιομηχανίας και παραμένει το κυριότερο καύσιμο στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα. Η κατανάλωση πετρελαίου και οι εισαγωγές αυξήθηκαν ραγδαία λόγω της αύξησης του αριθμού απόκτησης  οχημάτων και της χρήσης οδικών μεταφορών. Η βιομάζα, κυρίως καυσόξυλα, συνιστά ένα διαρκώς μειούμενο μερίδιο του ενεργειακού μείγματος, αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως στο μαγείρεμα. Ακόμη, παρά την πρόσφατη επιτυχία στην επέκταση της κάλυψης με υγραέριο των αγροτικών περιοχών, 660 εκατ. Ινδοί δεν έχουν στραφεί ακόμα στις νέες τεχνολογίες και στα σύγχρονα, καθαρά καύσιμα μαγειρέματος.

Το φυσικό αέριο και οι σύγχρονες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας έχουν αρχίσει να κερδίζουν έδαφος και επηρεάστηκαν λιγότερο από τις επιπτώσεις της πανδημίας κατά το περασμένο έτος. Η αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος των φωτοβολταϊκών ήταν ιδιαίτερα θεαματική, ενώ το ηλιακό δυναμικό είναι τεράστιο, οι φιλοδοξίες είναι ακόμη υψηλότερες, ενώ οι πολιτικές για τον τομέα και η μείωση του κόστους της τεχνολογίας, κατέστησαν την φωτοβολταϊκή ενέργεια στη φθηνότερη επιλογή για νέα παραγωγή ηλεκτρισμού.

Είναι όμως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Ινδία κατατάσσεται τρίτη στις εκπομπές CO2 στον κόσμο, παρά τις χαμηλές κατά κεφαλή εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Η δραστηριότητες έντασης άνθρακα στον τομέα της ενέργειας ειδικότερα, βρίσκονται πολύ πιο υψηλά από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Επιπλέον, οι εκπομπές σωματιδίων αποτελούν σημαντικό παράγοντα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που έχει αναδειχθεί ως ένα από τα πιο ευαίσθητα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα στη χώρα.

Η Ινδία έχει σημειώσει σημαντική επιτυχία στην πρόσφατη ενεργειακή της ανάπτυξη, αλλά παραμένουν ακόμη πολλές προκλήσεις να αντιμετωπιστούν, κάτι που ενέτεινε η πανδημική κρίση. Τα τελευταία χρόνια, η Ινδία έφερε τον ηλεκτρισμό σε εκατοντάδες εκατομμύρια πολιτών της. προώθησε την εγκατάσταση υψηλής απόδοσης φωτισμού LED στα περισσότερα νοικοκυριά και ενθάρρυνε τη μαζική επέκταση των ΑΠΕ, ιδίως ηλιακών συστημάτων. Τα οφέλη για τους Ινδούς πολίτες και την ποιότητα ζωής τους ήταν κάτι περισσότερο από απτά. Ωστόσο, η κρίση του Covid-19 εμποδίζει τις προσπάθειες επίλυσης άλλων πιετικών προβλημάτων, όπως η έλλειψη αξιόπιστης παροχής ηλεκτρικής ενέργειας για πολλούς καταναλωτές, η συνεχής εξάρτηση από τη στερεή βιομάζα, κυρίως καυσόξυλα, ως καύσιμο μαγειρέματος από σχεδόν 660 εκατ. ανθρώπους, η οικονομική επιβάρυνση των εταιρειών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και, τέλος, η ποιότητα του αέρα που κατέστησαν τις πόλεις της Ινδίας από τις πιο μολυσμένες στον κόσμο.

Πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας πανδημίας, η ενεργειακή ζήτηση στην Ινδία αναμενόταν να αυξηθεί κατά σχεδόν 50%, μεταξύ του 2019 και του 2030, αλλά αυτό θεωρείται αδύνατο να επιτευχθεί, με τις προβλέψεις να φέρουν αυτή την ανάπτυξη να κυμαίνεται μεταξύ 25% - 35%.

Μια παρόμοια εξέλιξη θα έθετε σε κίνδυνο ορισμένα από τα επιτεύγματα της Ινδίας στον αγώνα κατά της ενεργειακής φτώχειας, καθώς τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος θα αναγκαστούν να επιστρέψουν στις πιο ρυπογόνες και αναποτελεσματικές πηγές ενέργειας του παρελθόντος. Θα έχει ακόμη, σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στις επενδύσεις στο χώρο της ενέργειας, που, σύμφωνα με τον ΙΕΑ, μειώθηκαν κατά περίπου 15%, το 2020.

Ακόμη, η ηλιακή ενέργεια αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 4% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ινδίας, ενώ ο άνθρακας πλησιάζει το 70%! Έως το 2030 αναμένεται να έχει αποκασταθεί σε σημαντικό βαθμό αυτή η ανισορροπία, χάρη και στα φιλόδοξα προγράμματα της κυβέρνησης του Νέου Δελχί να εγκαταστήσει 450 GW ανανεώσιμης ισχύος, κυρίως, ηλιακής και τούτο χάρη στο υψηλό ανταγωνιστικό κόστος της.

Η Ινδία είναι η τρίτη μεγαλύτερη χώρα κατανάλωσης ενέργειας στον κόσμο, χάρη στην αύξηση των εισοδημάτων και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της. Η χρήση ενέργειας διπλασιάστηκε από το 2000, με το 80% της ζήτησης να καλύπτεται ακόμη από άνθρακα, πετρέλαιο και στερεά βιομάζα. Η κατά κεφαλή ενεργειακή χρήση και οι εκπομπές ρύπων της Ινδίας ανέρχονται σε λιγότερο από το μισό του παγκόσμιου μέσου όρου, όπως και άλλοι βασικοί δείκτες, όπως η ιδιοκτησία οχημάτων και η παραγωγή χάλυβα και τσιμέντου. Καθώς η Ινδία ανακάμπτει από μια ύφεση που προκαλεί ο Covid, εισέρχεται και πάλι σε μια πολύ δυναμική περίοδο ενεργειακής ανάπτυξης. Κατά τα επόμενα χρόνια, εκατομμύρια νοικοκυριά στη χώρα θα είναι σε θέση να αγοράσουν νέες ηλεκτρικές συσκευές, κλιματιστικά και οχήματα. Η Ινδία θα γίνει, σύντομα, η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα στον κόσμο, προσθέτοντας το αντίστοιχο μιας πόλης με το μέγεθος του Λος Άντζελες στον αστικό πληθυσμό της, κάθε χρόνο. Για να καλύψει την αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας την επόμενη 20ετία, η χώρα θα χρειαστεί να προσθέσει στο υπάρχον, ένα σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας στο μέγεθος της Ευρωπαϊκής Ένωσης!

Αυτή η ειδική έκθεση του ΙΕΑ χαρτογραφεί το πιθανό ενεργειακό μέλλον της Ινδίας, τα εργαλεία και τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν σε επίπεδο πολιτικής, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις που προκύπτουν σε ένα σύνθετο ενεργειακό σύστημα. Η αυξανόμενη παγκόσμια προσπάθεια για την αντιμετώπιση των συνεπειών της αλλαγής του κλίματος αποτελεί καίριο θέμα. Η Ινδία δεν έχει έχει συμβάλει τόσο πολύ στις αθροιστικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, παγκοσμίως, αλλά νιώθει ήδη τα αποτελέσματά τους.

(Ζήτηση ενέργειας στην Ινδία βάση των τεσσάρων σεναρίων του ΙΕΑ)

Όπως αναφέρει στην έκθεση ο ΙΕΑ, τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο «India Energy Outlook 2021» βασίζονται σε μια λεπτομερή επισκόπηση των υφιστάμενων, ή ανακοινωθέντων ενεργειακών μεταρρυθμίσεων και στόχων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι στόχος για τετραπλασιασμό της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2030, ο υπερδιπλασιασμός του μεριδίου του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα, η ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας και των υποδομών μεταφορών, η αύξηση της εγχώριας παραγωγής άνθρακα και η μείωση της εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές ενέργειας. Η πρόοδος για την επίτευξη αυτών των στόχων διαφέρει ανάλογα με τα διαφορετικά σενάρια που συνέταξε ο ΙΕΑ , εκ των οποίων, κανένα δεν αποτελεί  πρόβλεψη. Αντίθετα, στόχος της έκθεσης, όιπως τονίζεται από τους συντάκτες της, είναι  να παρασχεθεί ένα συνεκτικό πλαίσιο εντός του οποίου θα εξεταστούν οι επιλογές της Ινδίας αλλά και οι επιπτώσεις τους.

Τα τέσσερα σενάρια του ΙΕΑ είναι τα ακόλουθα:

· Το σενάριο δηλωμένων πολιτικών (STEPS) παρέχει μια ισορροπημένη εκτίμηση της κατεύθυνσης στην οποία βαίνει το ενεργειακό σύστημα της Ινδίας, με βάση τις σημερινές ρυθμίσεις πολιτικής και τους περιορισμούς, καθώς και της υπόθεσης ότι η διάδοση του Covid-19 θα τεθεί σε μεγάλο βαθμό υπό έλεγχο, το 2021

· Το σενάριο με τον τίτλο «Ιndia Vision Case» βασίζεται σε μια ταχεία επίλυση της σημερινής κρίσης στον τομέα της δημόσιας υγείας και σε μια πιο ολοκληρωμένη επίτευξη των δηλωθέντων στόχων ενεργειακής πολιτικής της Ινδίας, συνοδευόμενη από έναν ταχύτερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης από ό, τι στο πρώτο σενάριο (STEPS).

· Το σενάριο καθυστέρησης της οικονομικής ανάκαμψης, αναλύει τους πιθανούς κινδύνους για την ενεργειακή και οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας, σε περίπτωση που η πανδημία αποβεί πιο παρατεταμένη.

· Και τέλος, το σενάριο Βιώσιμης Ανάπτυξης διερευνά το πώς η Ινδία θα μπορούσε να κινητοποιήσει μια πρόσθετη αύξηση των επενδύσεων στην καθαρή ενέργεια, προκειμένου να φθάσει σε μια πρόωρη κορύφωση σε συνδυασμό με μια ταχεία αποκλιμάκωση των εκπομπών αερίτων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με το μακροπρόθεσμο σχέδιο για τη δημιουργία μιας οικονομίας με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, την ώρα που θα επιταχύνεται η πρόοδος προς μια σειρά άλλων στόχων αειφόρου ανάπτυξης.