Σε δύο ταχύτητες εξακολουθεί να κινείται η ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση, με την μεν Άγκυρα, όπως αποδείχθηκε σήμερα, να επείγεται να μεταφέρει τη συζήτηση στο ανώτερο πολιτικό επίπεδο, την δε Αθήνα να ακολουθεί με επιφυλάξεις και αστερίσκους, μη επιθυμώντας να επωμισθεί ενώπιον του διεθνούς παράγοντα το κόστος ότι δεν συμπεριφέρεται "εποικοδομητικά”

Η σημερινή δεύτερη ημέρα συνομιλιών στην Αθήνα, στο πλαίσιο του άλλοτε τακτικού πολιτικού διαλόγου των δύο πλευρών, μετά από τον χθεσινό 62ο γύρο διερευνητικών επαφών για το Αιγαίο, έβγαλε "είδηση”: ο μόνιμος υπηρεσιακός υφυπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Σεντάτ Ονάλ μετέφερε στον Γ.Γ. του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών Θεμιστοκλή Δεμίρη, πρόταση του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου προς τον Έλληνα ομόλογό του να συναντηθούν στις 14 Απριλίου.

Την πρόταση, την οποία ο Νίκος Δένδιας απεδέχθη, με την υποσημείωση ότι "για να έχει νόημα μια τέτοια συνάντηση πρέπει να διεξαχθεί στο κατάλληλο κλίμα”, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου την μετέφερε όχι απλώς ως βέβαιη, αλλά και ως προάγγελο πιθανής συνάντησης κορυφής των Ταγίπ Ερντογάν και Κυριάκου Μητσοτάκη.

Το κατά Νίκο Δένδια "κατάλληλο κλίμα” αφορά ασφαλώς την απουσία τουρκικών ενεργειών τις οποίες η Αθήνα κρίνει προκλητικές - πόσω μάλλον που μετά την Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής της 25ης-26ης Μαρτίου, όπου θα αξιολογηθεί συνολικά η τουρκική στάση, η Άγκυρα δεν θα έχει και πολλούς λόγους να επιδείξει αυτοσυγκράτηση.

Υπενθυμίζεται ότι η διαφορά των δύο πλευρών στην ίδια την ατζέντα των μεταξύ τους επαφών οδήγησε και στη σολομώντεια λύση της διοργάνωσης σε διαδοχικές ημέρες, δύο συναντήσεων διαφορετικού τύπου, αφενός των διερευνητικών, για τις οποίες η Αθήνα επιμένει ότι μόνο αντικείμενο έχουν την οριοθέτηση θαλάσσιων δικαιοδοσιών, και αφετέρου των πολιτικών διαβουλεύσεων, όπου, όπως προέκυψε, οι εξελίξεις κινούνται με πιο γρήγορους ρυθμούς.

Οι ελληνικοί δισταγμοί έχουν να κάνουν με την σαφή επιθυμία της άλλης πλευράς για μία "διαπραγμάτευση-πακέτο”, όπου εκτός από το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας θα τεθούν και αυτά του εύρους των ελληνικών χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου, των "γραμμών βάσης” της όποιας οριοθέτησης, δηλαδή των λεγόμενων "γκρίζων ζωνών”, καθώς και της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του ανατολικού Αιγαίου (με βάση μιαν ορισμένη ανάγνωση των Συνθηκών της Λωζάνης και του Μοντρέ), όπου η Άγκυρα στρέφει ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον της. Με άλλα λόγια, ανοικτά νομικά ζητήματα συμφύρονται με στενά νοούμενα ζητήματα ελληνικής κυριαρχίας, ενώ η Άγκυρα βαραίνει συνεχώς το "καλάθι”, μετατοπίζοντας αντιστοίχως τη ρητορική της (από τις "αμφισβητούμενης κυριαρχίας” νησίδες, ακόμη και κατοικούμενες, σε "κατεχόμενες από την ελληνική πλευρά τουρκικές νησίδες), αλλά και την επιχειρησιακή της τακτική (λ.χ. από τις παραβιάσεις εναέριου χώρου στις υπερπτήσεις).

Από την άλλη, η ελληνική πλευρά γνωρίζει ότι η "δημιουργική ασάφεια” μόνο εις βάρος της μπορεί να επιλυθεί, καθώς το "καλάθι” περιλαμβάνει και κυριαρχικά δικαιώματα που δεν έχουν ασκηθεί, υπό τη δαμόκλειο σπάθη του τουρκικού causus belli (λ.χ. η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια) ή που δεν έχουν ακλόνητη νομική στήριξη (λ.χ. αναγνώριση πλήρους επήρειας στο σύμπλεγμα του Καστελόριζου για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας). Κυρίως, όμως διότι το διεθνοπολιτικό περιβάλλον επικροτεί την (πλαστή) "εποικοδομητικότητα” α λα τούρκα – με την μεν Ε.Ε. να έχει αποσείσει το μαστίγιο των κυρώσεων κατά της Τουρκίας, την κυβέρνηση Μπάιντεν να οδεύει προς μία δύσκολη διαπραγμάτευση με τον Ερντογάν με ευρύτερα διακυβεύματα, την δε Αίγυπτο και το Ισραήλ, πυλώνες των τριμερών συνεργασιών με την Αθήνα και τη Λευκωσία, να βολιδοσκοπούν μια νέα ισορροπία στις σχέσεις τους με την Άγκυρα.

Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα μπορεί να ελπίζει ότι γενόμενος πολιτικός συνομιλητής ο Ερντογάν θα φανεί περισσότερο συγκρατημένος "επί του πεδίου”. Ίσχυσε αυτό στο παρελθόν, αλλά η επανάληψη της συνταγής δεν είναι εγγυημένη.

(από capital.gr)