Ασφαλώς ουδείς ανέμενε ουσιαστικά αποτελέσματα από την επίσημη επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Τουρκία. Όμως μας έδωσε την ευκαιρία να δούμε συγκεντρωμένα, όλα εκείνα τα θέματα τα οποία συνιστούν το πλέγμα των ελληνο-τουρκικών προβλημάτων και επί των οποίων η ελληνική διπλωματία έπρεπε να έχη απαντήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Ασφαλώς ουδείς ανέμενε ουσιαστικά αποτελέσματα από την επίσημη επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Τουρκία. Όμως μας έδωσε την ευκαιρία να δούμε συγκεντρωμένα, όλα εκείνα τα θέματα τα οποία συνιστούν το πλέγμα των ελληνο-τουρκικών προβλημάτων και επί των οποίων η ελληνική διπλωματία έπρεπε να έχη απαντήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Μας έδειξε επίσης ότι η τουρκική πλευρά όχι μόνον δεν μας υπολογίζει, αλλά έχει περάσει στην φάση του να μας ειρωνεύεται. Διότι πώς αλλιώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την πρόσκληση του Τούρκου πρωθυπουργού προς τους εκδιωχθέντες Κωνσταντινουπολίτες να επιστρέψουν! Ας ερωτήση κανείς τους ιδίους πώς εξεδιώχθησαν προ δεκαετιών και θα καταλάβη πόσο κούφια είναι αυτή η πρόσκλησις.

Διότι τότε εξεδιώχθησαν υπό το κράτος αφορήτων ψυχολογικών και άλλων πιέσεων τις οποίες οι τουρκικές αρχές εφρόντιζαν να διαιωνίζουν. Εννοεί μήπως ο κ. Ερντογάν ότι τώρα θα τους ζητηθή συγγνώμη και θα τους επιστραφούν οι περιουσίες τους; Ασφαλώς όχι. Στην απίθανη περίπτωση που θα εμφανισθή κάποιος ενδιαφερόμενος να επιστρέψη, μάλλον θα ξαναβρή μπροστά του παλιές "εκκρεμότητες" και ό,τι άλλο έχουν εν τω μεταξύ εις βάρος του επινοήσει οι αρχές της Κωνσταντινουπόλεως.

Συνεπώς ο κ. Ερντογάν "μας δουλεύει" εκ του ασφαλούς. Δεν ευρέθη όμως κανείς επαρκώς ενημερωμένος ώστε να του απαντήση καταλλήλως. Δυστυχώς η ελλιπής προετοιμασία χαρακτηρίζει συνήθως την όλη προσέγγισή μας στα ελληνο-τουρκικά. Το άλλο χαρακτηριστικό είναι η εμμονή σε στερεότυπα. Δύσκολο να πει κανείς ποιο είναι το χειρότερο από τα δύο. Γεγονός όμως είναι ότι πάνω σε τέτοιες βάσεις δεν οικοδομείται πολιτική, ούτε λύονται διακρατικά προβλήματα. Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, εκμεταλλεύεται το παραμικρό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι χλιαρές αναφορές Ερντογάν και Μπαμπατζάν στην οικουμενικότητα του Πατριαρχείου (η οποία είτε μας αρέσει είτε όχι, δεν αναγνωρίζεται από την συνθήκη της Λωζάννης) θα αποτελέσουν την βάση για την διεκδίκηση αναγνωρίσεως ως τουρκικής, της μουσουλμανικής μειονότητος της Θράκης. Άλλωστε ήδη ομίλησαν οι Τούρκοι επίσημοι για "150.000 ομογενείς" τους στην Ελλάδα. Και σε αντίθεση με εμάς, τίποτε από όσα λέγουν ή πράττουν δεν είναι τυχαίο.

 Με τα δεδομένα αυτά, είναι πολύ αμφίβολο αν έχουν μελετηθή επαρκώς από την Ελλάδα, οι επιπτώσεις από πιθανή ικανοποίηση του μονίμου αιτήματος περί επαναλειτουργίας της Σχολής της Χάλκης. Αλήθεια μπορεί κανείς να προδιορίση τι οφέλη μπορεί να προκύψουν για την Ελλάδα και την Ορθοδοξία από την λειτουργία μιας Θεολογικής Σχολής η οποία θα τελή υπό την εποπτεία του τουρκικού υπουργείου Παιδείας; Διότι δεν δικαιολογούνται ψευδαισθήσεις. Η Σχολή αυτή θα μετατραπή σε φυτώριο εγκαθέτων που μόνο για την πρόοδο της Ορθοδοξίας δεν θα προετοιμάζονται. Και όμως οι Τούρκοι μπορεί να μας ζητήσουν και γι αυτό, ανταλλάγματα! Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν, πρόκειται για σπατάλη διπλωματικών προσπαθειών.

Ομοίως καλόν θα ήταν να ενημέρωνε η διπλωματική υπηρεσία την Κυβέρνηση ποια είναι τα οφέλη που αποκομίζει η χώρα από την λειτουργία του Προξενείου μας στην Σμύρνη. Το Προξενείο αυτό λειτουργεί επ' αμοιβαιότητι με τον αντίστοιχο τουρκικό της Κομοτηνής. Τα οφέλη για την Τουρκία από την διατήρηση αυτού του αγκαθιού που δηλητηριάζει τις σχέσεις της μουσουλμανικής μειονότητος με το ελληνικό Κράτος είναι διαχρονικώς διαπιστωμένες. Έχουμε εμείς αντίστοιχα οφέλη από την λειτουργία του Προξενείου μας στην Σμύρνη;

Οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα -και υπάρχουν πολλά- πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης και να εντάσσονται στο πλαίσιο μακροπνόου αλλά και συνεχώς αναθεωρουμένης πολιτικής. Διαφορετικά τολμηρές πράξεις όπως η επίσημη επίσκεψις στην Άγκυρα μπορεί να μείνουν μεμονωμένα γεγονότα και να χαθούν στην αχλύ της αοριστίας που καλύπτει τα ελληνο-τουρκικά.

Μια τέτοια πολιτική μακράς πνοής, πρέπει να χαραχθή ξεκινώντας από μηδενική βάση. Με μόνα κριτήρια την ιστορία, τα γεγονότα και τα ψυχρά συμπεράσματα από την -δυστυχώς πάντα προκλητική και επεκτατική- στάση της Τουρκίας. Χωρίς να επηρεάζεται από στερεότυπα και αγκυλώσεις που μπορεί πλέον να μην έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Αν λοιπόν το ταξίδι του Πρωθυπουργού αποτελέσει την αφετηρία για μια τέτοια πολιτική, τότε θα αναγνωρισθή ως επιτυχημένο.