Ήταν μια εποχή που η δύναμη μιας χώρας καθοριζόταν από τη δυνατότητά της να εγκαθιστά στρατιωτικές βάσεις σε ξένες χώρες και να στέλνει τον στόλο της σε θάλασσες χιλιάδες μίλια μακριά από τις ακτές της. Είχε πολιτικά και οικονομικά αποτελέσματα αυτή η στρατηγική και η Ευρώπη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, έδρεψε τις θετικές και τις αρνητικές συνέπειές της.

Ήταν μια εποχή που η δύναμη μιας χώρας καθοριζόταν από τη δυνατότητά της να εγκαθιστά στρατιωτικές βάσεις σε ξένες χώρες και να στέλνει τον στόλο της σε θάλασσες χιλιάδες μίλια μακριά από τις ακτές της. Είχε πολιτικά και οικονομικά αποτελέσματα αυτή η στρατηγική και η Ευρώπη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, έδρεψε τις θετικές και τις αρνητικές συνέπειές της. Στον 21ο αιώνα όμως άλλος «παράγων» φαίνεται να αποκτά σημασία. Η ενέργεια είναι αυτός ο παράγων και το οικονομικό «βάρος» του γίνεται ήδη πολύ αισθητό, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, καθώς βρίσκεται στον γεωγραφικό έλεγχο χώρας η οποία δείχνει να κάνει χρήση του για να εξασφαλίσει διεθνή θέση ανάλογη με εκείνη που θα της έδινε η στρατιωτική παρουσία στο εξωτερικό. Φυσικά, πρόκειται για τη Ρωσία.

Την περασμένη εβδομάδα με τρεις διαδοχικές κινήσεις, χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τη διπλωματία και το χρηματικό δέλεαρ, η Μόσχα ολοκλήρωσε ένα σχέδιο το οποίο είχε ανακοινώσει ως ιδέα ο πρόεδρος Πούτιν από την άνοιξη του 2006.Υπέγραψε συμφωνία με τη Βουλγαρία για τη μεταφορά φυσικού αερίου με υποθαλάσσιο αγωγό στη Μαύρη Θάλασσα. Ακολούθησε η εξαγορά του κεντρικού διυλιστηρίου της Σερβίας όπου θα διοχετεύεται ρωσικό πετρέλαιο από τον αγωγό ο οποίος θα το μεταφέρει μέσω Βουλγαρίας και στην Ελλάδα και στην Ιταλία. Η τρίτη πράξη ήταν η αγορά του 50% της αυστριακής εταιρείας φυσικού αερίου OMV η οποία εξασφαλίζει στη Ρωσία τον από κοινού έλεγχο σε ένα από τα τρία μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κέντρα αποθήκευσης και διανομής πετρελαίου.

Η πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου εξηγεί ως έναν βαθμό την αμετακίνητη ρωσική στάση υπέρ της Σερβίας στο ζήτημα της αυτοανεξαρτοποίησης του Κοσσυφοπεδίου και την – για πολλούς αδικαιολόγητη – καθυστέρηση στην προώθηση των σχεδίων του αγωγού που θα καταλήγει στην Ιταλία μέσω Ελλάδας. Η Μόσχα ήθελε προηγουμένως να εξασφαλίσει τη θέση του πετρελαίου της στην Αυστρία και από εκεί στη Δυτική Ευρώπη.

Οι αντιδράσεις της Ουάσιγκτον ήταν σπασμωδικές. Έχασε το παιχνίδι, «Ρωσία – ΗΠΑ 10-0» ήταν ο τίτλος του «Washington Post» προχθές. Με το πρόσχημα της απεξάρτησης από τις ρώσικες πηγές ενέργειας, οι Αμερικανοί μηχανεύτηκαν διάφορα σχέδια μεταφοράς ενέργειας, με το αζημίωτο φυσικά, από άλλες ασιατικές πηγές. Μάλιστα θριαμβολόγησε για την «προστασία» (από ενδεχόμενο ρωσικό εκβιασμό) που θα παρείχε στην ευρωπαϊκή οικονομία η πραγματοποίηση αυτών των σχεδίων, αλλά μέχρι στιγμής δεν έγινε τίποτε. Το κόστος των αγωγών που θα έφθαναν μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη το πετρέλαιο και το αέριο του Αζερμπαϊτζάν κτλ. αποδείχθηκε ασύμφορο και η Τουρκία έθεσε έναν πολιτικό όρο τον οποίο ούτε η Ουάσιγκτον ούτε η ΕΕ μπορούσαν να της εξασφαλίσουν. Η Άγκυρα ζήτησε «να διευκολυνθεί αποτελεσματικά» η ένταξή της στην Ε.Ε.

Αν η αντίδραση της Αμερικής έχει κάποια εξήγηση – σε εν δυνάμει απώλειες 2,2 δις. δολαρίων τον χρόνο υπολογίζεται - , η στάση της ΕΕ είναι αδικαιολόγητη. Το 2006, στη ρωσική προεδρία του G8, ο Πούτιν υπέβαλε το ρωσικό σχέδιο αλλά η ιδέα κρίθηκε ότι αφορούσε την Ευρώπη και παραπέμφθηκε στην ΕΕ. Όταν οι Βρυξέλλες άρχισαν να ασχολούνται με την πρόταση, παρενέβη η Πολωνία των αδελφών Κατσίνσκι και ναυάγησε κάθε συζήτηση. Τώρα ο πρόεδρος Μπαρόζο βεβαιώνει ότι «θα μελετηθεί» η νέα κατάσταση.