Το Μεγάλο Άλμα της Areva

Μετά τη συνθήκη του Κιότο και τη διάσκεψη στο Μπαλί όπου τέθηκαν οι βάσεις για μια οικολογική τρόπον τινά στροφή της διεθνούς κοινότητας, ο παγκόσμιος ενεργειακός χάρτης αναμένεται στο εγγύς μέλλον να αλλάξει, και το τοπίο αναφορικά με τους τρόπους παραγωγής ενέργειας να γίνει πιο πράσινο ίσως βέβαια όχι με τόσο ριζικό τρόπο όσο αναμένουν κάποιοι αισιόδοξοι, αλλά σίγουρα με πιο γρήγορους ρυθμούς απ’ ότι τα προηγούμενα χρόνια.
Του Νίκου Σοφιανού
Πεμ, 31 Ιανουαρίου 2008 - 03:59

Μετά τη συνθήκη του Κιότο και τη διάσκεψη στο Μπαλί όπου τέθηκαν οι βάσεις για μια οικολογική τρόπον τινά στροφή της διεθνούς κοινότητας, ο παγκόσμιος ενεργειακός χάρτης αναμένεται στο εγγύς μέλλον να αλλάξει, και το τοπίο αναφορικά με τους τρόπους παραγωγής ενέργειας να γίνει πιο πράσινο ίσως βέβαια όχι με τόσο ριζικό τρόπο όσο αναμένουν κάποιοι αισιόδοξοι, αλλά σίγουρα με πιο γρήγορους ρυθμούς απ’ ότι τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο αυτό το βήμα δεν πρόκειται να συντελεστεί χωρίς να γίνουν οι απαραίτητες θυσίες κι από την πλευρά των κυβερνήσεων, αλλά και από την πλευρά των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η ηλιακή, η αιολική, τα βιοκαύσιμα και τα υδροηλεκτρικά προσφέρουν μια καλή λύση για επενδύσεις που στοχεύουν στην απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες και τον άνθρακα, ωστόσο, ενώ αφενός αυτοί οι τρόποι παραγωγής ενέργειας προκρίνουν μια οικολογική προοπτική, αφετέρου δημιουργούν άλλα προβλήματα που έχουν να κάνουν κυρίως με τεχνολογικές δυσχέρειες, αναποτελεσματικότητα στην παραγωγή μεγάλων ποσών ηλεκτρικής ενέργειας και στην ανικανότητα δημιουργίας επαρκούς αποθέματος. Απ’ την άλλη η οικονομία του υδρογόνου, ενώ προσφέρει μία καλή λύση στα παραπάνω προβλήματα κρίνεται προς το παρόν ως αντιοικονομική και ενώ δεν αποτελεί πλέον σενάριο επιστημονικής φαντασίας για κάποια απ’ τα ανεπτυγμένα κράτη, όπως η Ισλανδία, παραμένει όμως μια ουτοπική κατάσταση για τις οικονομίες των υπανάπτυκτων χωρών. Δεδομένων όλων των παραπάνω η λύση της πυρηνικής ενέργειας ξεπροβάλλει ως μία προοπτική αρκετά ενδιαφέρουσα για την παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς ρύπους και άμεσες επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις αρχίζουν και βλέπουν πια την πυρηνική ενέργεια με λιγότερο φόβο και με μεγαλύτερο ρεαλισμό σε σχέση με την δεκαετία του ‘80 και του ‘90 όπου κάθε σκέψη για την ίδρυση ενός πυρηνικού αντιδραστήρα προσέκρουε πάνω στο ατύχημα του πυρηνικού εργοστασίου του Τσερνομπίλ. Αντίθετα με τον φόβο της συντριπτικής πλειονότητας των κρατών, οι Η.Π.Α. και η Γαλλία όλα αυτά τα χρόνια έκαναν επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια προσπαθώντας να εξασφαλίσουν επαρκείς ποσότητες ηλεκτρικού ρεύματος που θα ικανοποιούσαν πλήρως την ζήτηση και θα διευκόλυναν μ’ αυτόν τον τρόπο την ανάπτυξη της οικονομίας τους. Σήμερα η Γαλλία, με τους 58 αντιδραστήρες της, καλύπτει το 80% περίπου της εγχώριας κατανάλωσης ρεύματος και είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη εφοδιάζοντας την Μ. Βρετανία, την Ιταλία και την Γερμανία. Όπως είναι φυσικό λοιπόν η Γαλλία και συγκεκριμένα η κρατική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας, Areva, έχει αναπτύξει μια αξιόλογη τεχνολογία στην κατασκευή και συντήρηση των πυρηνικών αντιδραστήρων, την εξόρυξη ουρανίου και την ασφαλή αποθήκευση των πυρηνικών αποβλήτων.

 Όλη αυτή η τεχνογνωσία της Areva συνιστά ένα μεγάλο προβάδισμα και συγκριτικό πλεονέκτημα της γαλλικής εταιρείας ενόψει του πυρηνικού ενδιαφέροντος πολλών κρατών ορισμένα απ’ τα οποία για πρώτη φορά στρέφονται σε επενδύσεις στην πυρηνική ενέργεια. Η Areva έχει πλέον κατασκευάσει την τρίτη γενιά πυρηνικών αντιδραστήρων ,ΕΡR (European Pressurised Reactor) στις νορμανδικές ακτές της Γαλλίας στην περιοχή Flamanville, ενώ η Μεγάλη Βρετανία είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ζητήσει την πολύτιμη συνδρομή της προκειμένου να κατασκευάσει νέους υπερσύγχρονους σταθμούς πυρηνικής ενέργειας στο άμεσο μέλλον. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η προσπάθεια του γαλλικού κράτους να προωθήσει το πυρηνικό πρόγράμμα και να ξεπεραστούν οι φόβοι για έναν ενδεχόμενο πυρηνικό ατύχημα δεν ήταν ούτε εύκολη υπόθεση ούτε βρήκε αρωγούς όλους τους Γάλλους πολίτες. Είναι αρκετά μεγάλο άλλωστε το ποσοστό εκείνο του γαλλικού πληθυσμού που υποστηρίζει, ότι πρέπει να βρεθούν καλύτερες και καινοτόμες λύσεις στην διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων καθώς και να ελαχιστοποιηθεί ακόμα περισσότερο ο κίνδυνος ενός πυρηνικού ολέθρου.

 Ωστόσο παρά τους φόβους που εκφράζονται παγκοσμίως και τις εύλογες ανησυχίες που κομίζει η πυρηνική λύση, πολλά είναι τα κράτη που ενδιαφέρονται να κάνουν σοβαρές επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα. Πρόσφατα η Κίνα εκδήλωσε το ενδιαφέρον της για την κατασκευή 26 αντιδραστήρων έως το 2020 και γι αυτόν τον λόγο προχώρησε σε συμφωνίες με την γαλλική Areva και την αμερικάνικη Westinghouse. Με την Areva μάλιστα η συμφωνία που υπεγράφη στα τέλη του 2007 συμπεριλαμβάνει το ποσό των 8 δισεκατομμυρίων Ευρώ, ένα ποσό που θεωρείται ρεκόρ για τα μέχρι στιγμής δεδομένα των επενδύσεων που έχουν γίνει στην πυρηνική ενέργεια. Η Κίνα δεδομένου του γεγονότος ότι αντιμετωπίζει τους μεγαλύτερους παγκοσμίως ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι στο μέλλον δεν πρόκειται να επιβραδυνθούν αλλά αντίθετα αναμένεται να επιταχυνθούν ακόμα περισσότερο, βλέπει την πυρηνική ενέργεια ως έναν αποτελεσματικό τρόπο για την ικανοποίηση των ενεργειακών της αναγκών, και σ’ αυτήν την προσπάθεια της, η Areva με την τεχνολογική εξειδίκευση της θα σταθεί δίπλα της ως πολύτιμος αρωγός.

 Παρά όμως την μεγάλη εμπειρία της γαλλικής εταιρείας πάνω στην πυρηνική ενέργεια και στην μεγάλη τεχνογνωσία που απέκτησε όλ’ αυτά τα χρόνια, ένα άνοιγμά της στην παγκόσμια αγορά σίγουρα συνιστά μεγάλο ρίσκο με αβέβαια αποτελέσματα, κυρίως λόγω της παγκόσμιας ακόμα απροθυμίας να ανοιχτεί σε πυρηνικές επενδύσεις. Η Areva όμως προκειμένου να είναι έτοιμη στις μελλοντικές προκλήσεις και για να ικανοποιήσει τα σχέδια επέκτασής της, υπέγραψε συμφωνία με τον Νίγηρα, το πλούσιο σε κοιτάσματα ουρανίου, κράτος της δυτικής Αφρικής. Αυτή η συμφωνία η οποία συμπεριλαμβάνει επενδύσεις της τάξεως του ενός εκατομμυρίου Ευρώ, θα επιτρέψει στην εταιρεία να υπερδιπλασιάσει την παραγωγή της από 3.000 τόνους ανά έτος σε 8.000, γεγονός το οποίο θα της δώσει τις βάσεις για την περαιτέρω ανάπτυξή της.

 Η κίνηση της Areva όμως να δραστηριοποιηθεί στον Νίγηρα κρύβει πολλούς κινδύνους καθώς είναι μια χώρα με ασταθή πολιτική κατάσταση, αναξιόπιστο καθεστώς και έντονες εμφύλιες διαμάχες, που δυναμιτίζουν πολλές φορές και δημιουργούν σοβαρά εμπόδια στις οποιεσδήποτε επενδυτικές προσπάθειες ξένων εταιρειών. Ιδίως το γαλλικό κράτος θεωρείται ότι έχει μια ιδιαίτερα άσχημη προϊστορία στις σχέσεις της με τον Νίγηρα λόγω της αποικιοκρατίας και της εκμετάλλευσης των αυτοχθόνων κατοίκων από τους γάλλους. Η Areva μάλιστα, η οποία δραστηριοποιείται στον Νίγηρα 30 χρόνια τώρα, κατηγορείται και από την επαναστατική οργάνωση MNJ ότι όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει αποδώσει το οφειλόμενο μερίδιο απ’ την εξόρυξη ουρανίου στους πολίτες του Νίγηρα. Επειδή λοιπόν υπάρχει αυτό το βεβαρημένο παρελθόν, η κυβέρνηση του Νίγηρα ζήτησε σε αντάλλαγμα για την συμφωνία να πληρώσει η Areva 50% επιπλέον σε φόρους και δασμούς ενώ η τελευταία δεσμεύτηκε ότι με τις νέες αυτές επενδύσεις θα αυξηθούν τα επενδυτικά προγράμματα στον Νίγηρα και επιπλέον θα δημιουργηθούν 1.400 νέες μόνιμες θέσεις εργασίας.

Αν όμως η Areva έχει να αντιμετωπίσει μία ολοένα και εντεινόμενη μάχη σε θέματα εξόρυξης όλο και μεγαλύτερων ποσοτήτων ουρανίου και σε συμφωνίες που θα τις εξασφαλίσουν ένα επαρκές απόθεμα θα πρέπει παράλληλα να στρέψει την προσοχή της και σε έναν άλλον τομέα που έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό των εταιρειών και τις απαραίτητες στρατηγικές που πρέπει να ακολουθηθούν με σκοπό η εταιρεία να αναπτυχθεί με δυναμικό τρόπο. Ήδη η κοινοπραξία μεταξύ Areva και Siemens, Areva NV, η οποία ειδικεύεται στην κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων και παρέχει υπηρεσίες στα πυρηνικά εργοστάσια, έχει συμπράξει με την Mitsubishi με σκοπό την επέκταση στην ασιατική αγορά. Το γαλλικό κράτος και συγκεκριμένα ο Γάλλος πρόεδρος Nicolas Sarkozy, έχει εκφράσει στο παρελθόν την επιθυμία του για πιο τολμηρές κινήσεις της γαλλικής κρατικής εταιρείας οι οποίες συνοψίζονται στην άποψη ότι το 40% περίπου της εταιρείας θα έπρεπε να ιδιωτικοποιηθεί προκειμένου να ενδυναμωθεί η θέση της στην παγκόσμια πυρηνική ενεργειακή αγορά. Ο Sarkozy μάλιστα θεωρεί ότι μια κοινοπραξία της Areva με την Alstom, την εταιρεία που ειδικεύεται στην τεχνολογία αεροστροβίλων θα δημιουργούσε έναν κολοσσό χωρίς προηγούμενο που θα κατείχε κυριαρχική θέση όχι μόνον στην πυρηνική ενέργεια αλλά και στα εργοστάσια που χρησιμοποιούν παραδοσιακά ορυκτά καύσιμα. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η Alstom έχει ενεργή παρουσία σε 70 χώρες στις οποίες θα μπορούσε η Areva να εισχωρήσει δυναμικά.

Τις απόψεις του Γάλλου προέδρου όμως  δεν φαίνεται να συμμερίζεται η εκτελεστική διευθύντρια της Areva, η Anne Lauvergeon, η οποία ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας το 1999 με ιδιαίτερη ομολογουμένως επιτυχία. Η Lauvergeon θεωρεί ότι μία σύμπραξη της Areva με την Alstom δεν θα ωφελούσε σε τίποτα αφού η Alstom δεν έχει παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό στις πωλήσεις στην πυρηνική ενέργεια. Επιπλέον η Alstom, διατείνεται η Lauvergeon δεν θα μπορούσε με κανέναν τρόπο να ακολουθήσει την Areva στα μελλοντικά επεκτατικά της προγράμματα, αφού το ύψος των επενδύσεων κινείται σε απαγορευτικές τιμές για την Alstom. Επιπροσθέτως στους παραπάνω λόγους θα έπρεπε ίσως να προστεθεί κι ένας ακόμα, αυτός δηλαδή της αντιπάθειας που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στην δυναμική γαλλίδα διευθύντρια και στον πρόεδρο της Alstom, λόγω των προσπαθειών του τελευταίου να εκβιάσει μια συγχώνευση το 2003. Ούτως ή αλλιώς η Lauvergeon θεωρεί ότι η Areva μπορεί να πετύχει πολύ περισσότερα αν προχωρήσει σε βιομηχανικές συνεργασίες όπως τελευταία με τον μεγάλο κατασκευαστικό όμιλο Vinci.

Ο δρόμος των συγχωνεύσεων και των συμπράξεων είναι για την Areva μονόδρομος, αν θέλει να κινηθεί αποφασιστικά και με στρατηγικό τρόπο στην παγκόσμια αγορά. Είναι όμως σίγουρο ότι η γαλλική εταιρεία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παίκτες στην ενεργειακή σκακιέρα και όσο περνάει ο καιρός οι ανάγκες και η όλο και μεγαλύτερη ζήτηση ρεύματος φέρνει την πυρηνική ενέργεια στο επίκεντρο των ενεργειακών εξελίξεων.