Eν όψει μιας ενδεχόμενης ύφεσης στην αμερικανική οικονομία, αναλυτές και οικονομολόγοι αναρωτιούνται εάν η μεγάλη έκρηξη στις τιμές του πετρελαίου θα κατασιγάσει ή θα υπάρξει... εκεχειρία. Συνήθως σε συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας η ζήτηση για καύσιμα μειώνεται. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι επιμένουν ότι αυτές οι συμπεριφορές δεν οδηγούν απαραίτητα σε χαμηλότερες τιμές καυσίμων.


Eν όψει μιας ενδεχόμενης ύφεσης στην αμερικανική οικονομία, αναλυτές και οικονομολόγοι αναρωτιούνται εάν η μεγάλη έκρηξη στις τιμές του πετρελαίου θα κατασιγάσει ή θα υπάρξει... εκεχειρία. Συνήθως σε συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας η ζήτηση για καύσιμα μειώνεται. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι επιμένουν ότι αυτές οι συμπεριφορές δεν οδηγούν απαραίτητα σε χαμηλότερες τιμές καυσίμων.


Από τις αρχές του χρόνου ο μαύρος χρυσός φλέρταρε προσωρινά με τα 100 δολάρια το βαρέλι, αλλά τις τελευταίες ημέρες υπήρξε πτώση 12% περίπου και διαμορφώνεται στα 86-87 δολάρια το βαρέλι στη Νέα Υόρκη.


Οι αναλυτές του κλάδου του πετρελαίου θεωρούν ότι παρά τις δυσοίωνες προοπτικές και την έκρυθμη κατάσταση των αγορών το πετρέλαιο κατά μέσον όρο θα κυμανθεί στα 80 δολάρια την τρέχουσα χρονιά, δηλαδή θα είναι ακριβότερο 8 δολάρια από τον μέσο όρο του 2007 και σχεδόν διπλάσιο από τον αντίστοιχο του 2004. Ο κόσμος, ακόμα κι αν εισήλθε σε φάση οικονομικής επιβράδυνσης, μπορεί να αντιμετωπίζει εκ παραλλήλου και το υψηλό κόστος ενέργειας. Αντίστοιχη κατάσταση είχε δημιουργηθεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και στις αρχές του ’90.


«Φαίνεται ότι το ζωηρό αγοραστικό ενδιαφέρον των τελευταίων ετών εκπνέει» τονίζει ο Αντουάν Χαλφ της χρηματιστηριακής Newedge. «Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα επανακάμψει στα χαμηλότερα επίπεδα του παρελθόντος, απλώς θα υπάρξει αποδυνάμωση των ανοδικών τάσεων».


Οι παράγοντες που παρακωλύουν την αύξηση της παραγωγής από χώρες πολλά υποσχόμενες είναι οι ελλείψεις σε υλικό και εργατικά χέρια, η αύξηση του κόστους και οι καθυστερήσεις σε όλον τον κόσμο, οι γεωπολιτικές εντάσεις στο Ιράκ, το Ιράν και τη Νιγηρία, καθώς και η σκλήρυνση της στάσης εκ μέρους της Ρωσίας και της Βενεζουέλας.


Πολλοί οικονομολόγοι και πολιτικοί ανησυχούν μήπως τώρα, με το ενδεχόμενο της χαμηλότερης οικονομικής ανάπτυξης διεθνώς, οι υψηλότερες τιμές ενέργειας μπορεί να έχουν σοβαρότερο αντίκτυπο. Προσφάτως ο Αμερικανός υπουργός Ενέργειας είχε δηλώσει ότι οι υψηλές τιμές πετρελαίου επηρεάζουν την οικονομία της χώρας του.


Πάντως, ακόμα δεν διαπιστώνεται εξασθένηση της ζήτησης πετρελαίου. Οι αναλυτές της Barclays επισημαίνουν ότι στην Κίνα τα διυλιστήρια αυξάνουν τις εισαγωγές ντίζελ για να ανταποκριθούν στις σημαντικές ελλείψεις. Η παγκόσμια ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί εφέτος κατά 1,5 εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως, όταν πέρυσι είχε ενισχυθεί κατά ένα εκατομμύριο λόγω Ασίας και Μέσης Ανατολής.


Ενδέχεται, όμως, η βραδύτητα της διεθνούς οικονομίας να ανακόψει τη ζήτηση και κατά συνέπεια τις τιμές. Πάντως, οι τρεις παράγοντες που διαμορφώνουν συνθήκες πίεσης στις αγορές θα βελτιωθούν φέτος – αυτοί είναι οι ελλείψεις σε αργό, σε ικανότητα διύλισης και σε αποθέματα. «Το πρόβλημα», όπως διευκρινίζει ο Λόρενς Γκολντστάιν του Ιδρύματος Ερευνών Ενεργειακής Πολιτικής, «έγκειται στο πόση ακριβώς θα είναι εφέτος η αύξηση της ζήτησης, αν και θεωρείται βέβαιο ότι θα είναι χαμηλότερη του ενός εκατομμυρίου βαρελιών ημερησίως...».

(δημοσιεύτηκε στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ στις 2/2/2008)