Το πρώτο, άτυπο μεν ιστορικό δε, βήμα προς το κοινό χρέος κάνει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση με την έκδοση του πρώτου δεκαετούς ομολόγου για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης

Την ιστορική έξοδο της Ε.Ε. στις αγορές επιβεβαίωσε χθες ο επίτροπος Προϋπολογισμού Γιοχάνες Χαν, ανακοινώνοντας ότι ήδη ορίστηκαν ως ανάδοχες τράπεζες οι BNP Paribas, DZ Bank, HSBC, IMI-Intesa Sanpaolo και Morgan Stanley και πως το βιβλίο προσφορών θα ανοίξει σήμερα. Στην πρεμιέρα των ευρωπαϊκών εκδόσεων για το Ταμείο Ανάκαμψης θα μετάσχουν επίσης, ως συνδιαχειριστές, η Danske Bank και η Satander.

Με βάση τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής από την Κομισιόν στόχος αυτής της πρώτης έκδοσης είναι η άντληση 10 δισ. ευρώ, ενώ έως το τέλος της χρονιάς η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να αντλήσει από τις αγορές για το Ταμείο Ανάκαμψης 80 δισ. ευρώ.

Οι φετινές εκδόσεις είναι το πρώτο σκέλος του προγράμματος-μαμούθ για συνολικό, κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό 800 δισ. ευρώ έως το 2026 προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα εθνικά σχέδια ανάκαμψης των κρατών-μελών μετά την πανδημία.

Πρόκειται για ένα πρόγραμμα χωρίς ιστορικό προηγούμενο, το οποίο παρακάμπτει το χρόνιο ευρωπαϊκό -και πρωτίστως γερμανικό- «ταμπού» της απόρριψης των ευρωομολόγων και μετατρέπει ντε φάκτο την Ευρωπαϊκή Ένωση σε έναν από τους μεγαλύτερους εκδότες χρέους παγκοσμίως.

Ο έως τώρα προγραμματισμός για φέτος προβλέπει δύο ακόμη εκδόσεις έως το τέλος Ιουλίου μέσω syndication - δηλαδή, με το μοντέλο πρόσληψης τραπεζών που πωλούν το νέο χρέος απευθείας στους τελικούς επενδυτές. Θα ακολουθήσει μια σειρά βραχυπρόθεσμων εκδόσεων, μέσω των συνηθισμένων δημοπρασιών, από τον Σεπτέμβριο έως το τέλος του έτους.

Οι αναλυτές αναμένουν ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για τα ευρωπαϊκά ομόλογα, καθώς πρόκειται για χρέος αξιολόγησης «ΑΑΑ» και παράλληλα εκτιμάται ότι θα προσφέρουν αποδόσεις κατά τι τουλάχιστον υψηλότερες από τα, αρνητικά πλέον, επιτόκια των γερμανικών ομολόγων.

«Ένωση χρέους»

Η ιστορική έκδοση έρχεται την ώρα που «ζεσταίνεται» η συζήτηση στην Ευρώπη για το δημοσιονομικό πλαίσιο της μετά πανδημία εποχής και για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Σ’ αυτή τη συζήτηση έκανε ηχηρή, και κόντρα στο ρεύμα, παρέμβαση χθες ο υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Γκέρνοτ Μπλιούμελ, ζητώντας, αφενός, επιστροφή στον κανόνα του 60% του ΑΕΠ για το χρέος και, αφετέρου, λέγοντας κατηγορηματικό «όχι» στη μετατροπή της Ε.Ε. σε μια «Ένωση Χρέους», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο Μπλιούμελ, ο οποίος προέρχεται από το Λαϊκό Κόμμα του Αυστριακού καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς, με επιστολή του προς τους ομολόγους του στην Ε.Ε. προειδοποιεί ότι η δημιουργία επιπλέον χρέους «είναι επικίνδυνη ακόμη και με χαμηλά επιτόκια».

Στην επιστολή του τονίζει ότι κατανοεί τη θέση ορισμένων ομολόγων του για αυξημένη ευελιξία, «αλλά η Ευρώπη δεν επιτρέπεται να εκπέσει σε μία “Ένωση Χρέους”». Αφήνει, δε, αιχμές κατά του Παρισιού και της Ρώμης, λέγοντας ότι «χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία θα προτιμούσαν να καταργήσουν τους κανόνες του Μάαστριχτ και αυτό είναι ηθικά και οικονομικά αμφισβητήσιμο», ενώ υπονοεί πως θέσεις ανάλογες με της Αυστρίας υιοθετεί και η Γερμανία. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως λαμβάνει «πολύ θετικά σχόλια από άλλες πρωτεύουσες» σχετικά με την πρωτοβουλία του, και παρότι γράφει πως η Γερμανία δεν έχει ακόμη τοποθετηθεί, προσθέτει με νόημα: «Προωθούμε πολύ τη θέση μας στους Γερμανούς εταίρους μας και αναμένουμε περισσότερες από τέσσερις ή πέντε χώρες στη Συμμαχία Ευθύνης κρατών με κοινές πεποιθήσεις δημοσιονομικής πολιτικής».

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")