Την τελευταία δεκαετία η Αφρική προσέλκυσε πρωτοφανείς επενδύσεις στους κλάδους του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Την τελευταία δεκαετία η Αφρική προσέλκυσε πρωτοφανείς επενδύσεις στους κλάδους του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Και τούτο διότι τα κράτη της αφρικανικής ηπείρου προσφέρουν στους κολοσσούς του ενεργειακού κλάδου, από την ExxonMobil μέχρι τη Shell, σχετικά ευνοϊκούς όρους και εύκολη πρόσβαση στα κοιτάσματά τους, τη στιγμή που η πρόσβαση στη Μέση Ανατολή και σε χώρες όπως η Ρωσία και η Βενεζουέλα είναι σχεδόν αδύνατη για αυτές. Επιπλέον, η Αφρική διαθέτει αναλογικά τα υψηλότερα ποσοστά «ελαφρού» αργού πετρελαίου που προτιμούν τα διυλιστήρια στις μεγάλες καταναλώτριες χώρες, και το 83% των πετρελαϊκών πόρων της προέρχεται από κοιτάσματα που αποδίδουν πάνω από 100 εκατ. βαρέλια.

Το 2006 ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζορτζ Μπους, παρουσίασε μία νέα στρατηγική η οποία αποσκοπεί στη μείωση των εισαγωγών πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή και είναι πιθανό να αυξήσει σημαντικά τη στρατηγική σημασία της Αφρικής.

Το κοίτασμα στην περιοχή Σίρτε της Λιβύης είναι το μεγαλύτερο αφρικανικό κοίτασμα, αναλογώντας στο 20% και πλέον των αποθεμάτων της ηπείρου που υπολογίζονται σε 300 δισ. βαρέλια.

10 κοιτάσματα
Τα υπόλοιπα αποθέματα βρίσκονται σε 10 μεγάλα κοιτάσματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Νιγηρίας, της Αγκόλας, της Αλγερίας και της Αιγύπτου. Εξ αυτών, η Αγκόλα και η Νιγηρία αναμένεται να εξελιχθούν σε σημαντικές πετρελαιοπαραγωγές χώρες.

Ομως, καθώς η τιμή του πετρελαίου βρίσκεται πλέον σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, η Αφρική γνωρίζει επίσης μεγάλη ανάπτυξη και στον τομέα της αναζήτησης νέων κοιτασμάτων, προσελκύοντας το ενδιαφέρον ακόμη και ασιατικών εταιρειών, ιδίως από την Κίνα.

Παρ όλα αυτά, αν και υπολογίζεται ότι την περίοδο 2002 - 2006 οι εισηγμένες πετρελαϊκές εταιρείες τριπλασίασαν τις δαπάνες τους στην περιοχή, η οικονομική ευημερία των χωρών της ηπείρου δεν βελτιώθηκε σε όλες τις περιπτώσεις.

Και τούτο διότι η μεγάλη αύξηση της τιμής του πετρελαίου απειλεί να «σβήσει» τα πρόσφατα οικονομικά κέρδη της Αφρικής.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας, η αύξηση του κόστους του πετρελαίου σε 13 χώρες που δεν παράγουν πετρέλαιο, συμπεριλαμβανομένων σταθερών οικονομιών όπως η Νότια Αφρική, η Σενεγάλη και η Γκάνα, από το 2004 και μετά, αντιστοιχεί στο 3% του συνολικού ΑΕΠ τους.

Το ποσοστό αυτό υπερβαίνει τις παραγραφές χρέους και την ξένη βοήθεια που τους χορηγήθηκαν κατά την ίδια περίοδο.

Ακόμη και σε κάποια από τα μεγαλύτερα πετρελαιοπαραγωγά κράτη της Αφρικής, όπου οι υψηλές τιμές του πετρελαίου έφεραν ταχεία οικονομική ανάπτυξη, η κακή διακυβέρνηση σε ό,τι αφορά την εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου, καθώς και οι υψηλές τιμές των καυσίμων που οφείλονται στην έλλειψη διυλιστηρίων και στο υψηλό κόστος εισαγωγής, τα κοινωνικά προβλήματα επιδεινώθηκαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Νιγηρία, η πλουσιότερη σε πετρέλαιο ζώνη του Ατλαντικού, από την οποία οι ΗΠΑ υπολογίζουν να εισάγουν μέχρι και το 25% των συνολικών εισαγωγών τους την ερχόμενη δεκαετία.

Εκεί, ένοπλοι αντάρτες, εν ονόματι του πολέμου κατά της φτώχειας, τα τελευταία δύο χρόνια δημιούργησαν τεράστια προβλήματα στην παραγωγή, με επιδρομές σε αγωγούς και απαγωγές εργατών.

Η ανησυχία για την κατάσταση που επικρατεί στις πετρελαιοπαραγωγές ζώνες ώθησαν πέρυσι τον πρόεδρο Μπους να ζητήσει τη δημιουργία της Africom, μίας ειδικής αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στην Αφρική που, όμως, δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί πού θα εδρεύει. Επιπλέον, ο αμερικανικός στρατός εξήγγειλε προσφάτως επενδύσεις 500 εκατ. δολαρίων στη δυτική Αφρική, με στόχο να βοηθήσει τα κράτη της περιοχής να εξαλείψουν ισλαμικούς πυρήνες που συνδέονται με την αλ Κάιντα, οι οποίοι θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη σταθερότητά τους, στηρίζοντας κατ αυτόν τον τρόπο ακόμη και τα απολυταρχικά και διεφθαρμένα καθεστώτα της περιοχής.

Η συμβολή της Αφρικής στην παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου αναμένεται να φτάσει κάποια στιγμή και το 30%, από περίπου 12% το 2006. Εάν προστεθεί σε όλα αυτά και το αυξανόμενο ενδιαφέρον της Κίνας, άλλων ασιατικών χωρών και κρατικών πετρελαϊκών εταιρειών από αναδυόμενες αγορές, διαπιστώνει κανείς ότι η Αφρική έχει όλες τις προδιαγραφές για να εξελιχθεί στο μέλλον σε πεδίο μάχης ετερόκλητων συμφερόντων.