Την προηγούμενη βδομάδα, ο Nobuo Tanaka, εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενεργείας (ΙΕΑ), κατά την παρουσίαση της ετήσιας ανασκόπησης σχετικά με τις ενεργειακές πολιτικές των χωρών – μελών του ΙΕΑ, έκανε εκτενή αναφορά στην αμερικάνικη εθνική πολιτική για την ενέργεια εγκωμιάζοντας τις προσπάθειες των τελευταίων ετών και παρατηρώντας ότι οι Η.Π.Α. είναι σχεδόν έτοιμες να αντιμετωπίσουν οποιεσδήποτε ενεργειακές προκλήσεις παρουσιασθούν στο εγγύς μέλλον.

Την προηγούμενη βδομάδα, ο Nobuo Tanaka, εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενεργείας (ΙΕΑ), κατά την παρουσίαση της ετήσιας ανασκόπησης σχετικά με τις ενεργειακές πολιτικές των χωρών – μελών του ΙΕΑ, έκανε εκτενή αναφορά στην αμερικάνικη εθνική πολιτική για την ενέργεια εγκωμιάζοντας τις προσπάθειες των τελευταίων ετών και παρατηρώντας ότι οι Η.Π.Α. είναι σχεδόν έτοιμες να αντιμετωπίσουν οποιεσδήποτε ενεργειακές προκλήσεις παρουσιασθούν στο εγγύς μέλλον. Ταυτόχρονα όμως επισήμανε και κάποια χαλαρά σημεία στην προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να ρυθμίσουν το ενεργειακό τους ισοζύγιο και να εξασφαλίσουν σε μακροχρόνιο επίπεδο, ένα σταθερό και αποτελεσματικό ενεργειακό status.

Αναλυτικότερα, ο Tanaka επικέντρωσε την προσοχή του στα ενεργειακά προγράμματα του 2005 (Energy Policy Αct 2005) και στην τιμολογιακή πολιτική του 2007, αναφέροντας ότι η μεν πολιτική του 2005 ήταν απ’ τις πιο αποτελεσματικές των τελευταίων ετών ενώ οι τιμολογιακές ρυθμίσεις του 2007 δεν πρόκειται να φέρουν άμεσα αποτελέσματα παρά μόνον μετά το 2020. Ο Tanaka βέβαια, παρόλο που ήταν θετικός και αισιόδοξος στις προβλέψεις του σχετικά με το ενεργειακό ισοζύγιο των Η.Π.Α. εντούτοις άφησε να φανούν στην παρουσίαση του κάποια μελανά σημεία σε σχέση με τις τρέχουσες εξελίξεις.

Για παράδειγμα, οι χαμηλές τιμές σε καύσιμα κίνησης, ο συνωστισμός στους δρόμους και η έλλειψη ενός επαρκoύς συστήματος δημόσιας συγκοινωνίας προκάλεσαν το τελευταίο έτος μεγάλη άνοδο στην ζήτηση βενζίνης στις Η.Π.Α. με αποτέλεσμα να αυξηθούν τελικά οι εισαγωγές σε καύσιμα. Κάτι τέτοιο δημιούργησε έλλειμμα στο ενεργειακό ισοζύγιο, απείλησε την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας ενώ αύξησε παράλληλα τις εκπομπές ρίπων διοξειδίου του άνθρακα. Ένα από τα κύρια συμπεράσματα ήταν ότι θα πρέπει να γίνουν γενναίες πολιτικές παρεμβάσεις και στον κλάδο των μεταφορών αλλά και στον τομέα παραγωγής ηλεκτρισμού έτσι ώστε να υπάρχουν πραγματικά θετικά αποτελέσματα.

Οι Η.Π.Α. δεν θα πρέπει βέβαια να αρκεστούν μονάχα σε κάποια νομοθεσία ή σ’ ένα ρυθμιστικό πλαίσιο προκειμένου να μειώσουν τις βλαβερές για το περιβάλλον εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και να αντιμετωπίσουν απ’ την άλλη το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής ενεργειακής κρίσης. Από τη στιγμή που ηγούνται παγκοσμίως στην έρευνα και την ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουν τις εξειδικευμένες τεχνολογικές μεθόδους και καινοτομίες έτσι ώστε να βρεθούν ακόμα πιο καθαρές, οικολογικές, φιλικές με το περιβάλλον και κυρίως αποτελεσματικές λύσεις στην παραγωγή ηλεκτρισμού και στα καύσιμα κινήσεως. Κάτι τέτοιο εκτός του ότι θα τόνωνε την αμερικανική βιομηχανία και επομένως την οικονομία θα εξασφάλιζε ότι οι εκπομπές βλαπτικών ρίπων θα αυξάνονται πολύ λιγότερο σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης. Δυστυχώς όμως, ενώ έχουν ληφθεί αρκετά μέτρα και χρησιμοποιήθηκαν τεχνολογίες στην βάση μιας πιο οικολογικής προοπτικής έχει σταθεί ακόμα αδύνατον να αξιολογηθεί το κόστος από τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα. Με άλλα λόγια θα πρέπει να γίνει μία επαναξιολόγηση της τιμής που πληρώνει κανείς σε ενέργεια με γνώμονα τις βλαπτικές συνέπειες στην φύση.

Είναι βέβαια παρήγορο ότι ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) στην Αμερική έχει σημειώσει πολύ μεγάλα και γοργά βήματα κυρίως μάλιστα αναφορικά με την αιολική ενέργεια. Οι τεχνολογικές μέθοδοι στον συγκεκριμένο τομέα σαφώς βοήθησαν αλλά έπαιξαν εξίσου σημαντικό ρόλο και οι επιδοτήσεις που δόθηκαν καθώς και η τιμολογιακή πολιτική που ακολουθήθηκε. Σύμφωνα με τον Tanaka, οι Η.Π.Α. θα πρέπει να δώσουν το παράδειγμα σ’ όλο τον κόσμο. Με βάση αυτήν την προοπτική, η σωστή και ορθολογική διαχείριση της ενέργειας με νέες τεχνολογικές μεθόδους, τα κίνητρα για την χρήση των ΑΠΕ, τα αντικίνητρα με σκοπό την μείωση των ρυπογόνων ουσιών, και η δημιουργία μιας ευρύτερης οικολογικής νοοτροπίας είναι πλέον οι βασικές στρατηγικές τόσο των Η.Π.Α. όσο και των υπόλοιπων κρατών, αυτών τουλάχιστον που επιδιώκουν να υιοθετήσουν μια σοβαρή ενεργειακή πολιτική, με στόχο τη αέναη ανάπτυξη και τη σταθερή οικονομία.