του Κ.Ν. Σταμπολή Είναι διάχυτη η άποψη ότι αυτός ο πόλεμος γίνεται για το πετρέλαιο. Ακόμα και τα παιδάκια του δημοτικού τα οποία, υπό την παρότρυνση των μάλλον ανεύθυνων διδασκάλων τους αλλά και των προοδευτικών γονέων τους, αντί να παρακολουθούν τα μαθήματα τους, λαμβάνουν μέρος σε αντιπολεμικές διαδηλώσεις, δηλώνουν με νόημα μπροστά στους αδηφάγους τηλεοπτικούς φακούς, ως να είχαν μελετήσει επισταμένως το θέμα, ότι αυτός ο πόλεμος γίνεται για τα πετρέλαια. Και μάλιστα θέτουν και φιλοσοφικά ερωτήματα του τύπου: «Oχι πόλεμος για τα πετρέλαια». Πράγματι, το πετρέλαιο αποτελεί μία από τις βασικές συνιστώσες αυτού του παράξενου, ως προς τις επιδιώξεις και τακτική του, πολέμου. Χωρίς αμφιβολία το Ιράκ κατέχει σήμερα τα δεύτερα σε μέγεθος αποθέματα πετρελαίου του πλανήτη με 112 δισεκ. βαρέλια βεβαιωμένα αποθέματα και 220 μη βεβαιωμένα, σε σύνολο 1.050 δισ. βαρέλια βεβαιωμένων αποθεμάτων παγκοσμίως. Υπό κανονικές συνθήκες το Ιράκ παρήγαγε περί τα 2.4 εκ. βαρέλια την ημέρα και εξήγαγε περίπου τα 2.0 εκ., συμβάλλοντας κατά ένα μικρό ποσοστό στην παγκόσμια παραγωγή η οποία το μήνα Φεβρουάριο είχε διαμορφωθεί στα 77.0 εκ. βαρέλια την ημέρα. Να υπενθυμίσουμε ότι οι ΗΠΑ είναι και αυτή πετρελαιοπαραγωγός χώρα, αρκετά μεγαλύτερη του Ιράκ, αφού παράγει περί τα 7.7 εκ. βαρέλια την ημέρα. Εισάγει όμως άλλα 12.0 εκ. βαρέλια ημερησίως αφού η συνολική καθημερινή κατανάλωση της ξεπερνά πλέον τα 20.0 εκ. βαρ. Όμως ένα μικρό μόνο ποσοστό του εισαγόμενου πετρελαίου των ΗΠΑ προέρχεται από τη Μέση Ανατολή, γύρω στο 12%, αφού εισάγει αργό κυρίως από Βενεζουέλα, το Μεξικό και τη Δυτική Αφρική. Στην πραγματικότητα η Ευρώπη είναι αυτή που είναι εξαρτημένη από το πετρέλαιο του Κόλπου αφού το 60% των εισαγωγών της προέρχεται από την συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Η Ευρώπη εισάγει ημερησίως 11.5 εκ. βαρέλια εκ των οποίων 6.7 εκ. προέρχονται από τον Κόλπο και τη Βόρειο Αφρική. Άρα η εξάρτηση των ΗΠΑ από το πετρέλαιο της Αραβικής χερσονήσου είναι περιορισμένη, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που εύκολα και ανά πάσα στιγμή μπορεί να αντικατασταθεί από άλλες πηγές της παγκόσμιας αγοράς. Αντιθέτως η χώρα μας εξαρτάται σε πολύ μεγάλο ποσοστό από το μεσανατολικό πετρέλαιο αφού από τα 380.000 βαρέλια που εισάγουμε ημερησίως τα 260.000 βαρέλια προέρχονται από το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, το Ιράκ και τη Λιβύη. Όπως έχουμε γράψει στο παρελθόν, και όπως τα εκτυλισόμενα γεγονότα επιβεβαιώνουν, ο πόλεμος των Αμερικανών δεν γίνεται για το πετρέλαιο, - το οποίο εξακολουθεί να ρέει από τη Μ. Ανατολή προς τις Δυτικές αγορές, ενώ η τιμή του δεν έχει επηρεαστεί καθόλου από τις εχθροπραξίες, τουναντίον μάλιστα έχει υποχωρήσει αισθητά. Ο πόλεμος γίνεται γιατί η Αμερική επιθυμεί τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής ώστε να μπορεί ν΄ αντιμετωπίσει τους δυνητικούς κινδύνους που διαισθάνεται ότι προέρχονται από την περιοχή αυτή, ιδιαίτερα μετά το τρομοκρατικό κτύπημα της 11/9/2001. Κυρίως όμως οι ΗΠΑ επιθυμούν να μεταφέρουν εμπράκτως το μήνυμα ιδίως στις γειτονικές με το Ιράκ χώρες, ότι δεν θα φεισθούν κόπων, κόστους και τίμημα σε ανθρώπινες ζωές προκειμένου να υποστηρίξουν την ανεξαρτησία τους μη δεχόμενες απειλές και τρομοκρατικές ενέργειες από ομάδες και κράτη παρείες. Με τον πόλεμο αυτό οι Αμερικανοί εμφανίζονται ταυτόχρονα «αμυνόμενοι» έναντι των απειλών που δέχεται η πατρίδα αλλά και «επιτιθέμενοι», και άρα σύμφωνα με τον μεγάλο θεωρητικό του πολέμου Clausewitz, όχι υπαίτιοι. Στην προκειμένη περίπτωση πραγματικός υπαίτιος για την έναρξη του είναι ο απειλούμενος, δηλ. το Ιράκ, ο οποίος αρνείται να ικανοποιεί τα σχέδια του εισβολέα – δηλ. αλλαγή της ηγεσίας της χώρας. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι ίσως ο πρώτος προληπτικός πόλεμος της σύγχρονης ιστορίας, ανταποκρινόμενος στο νέο οικονο-πολεμικό δόγμα της νεοφιλελεύθερης Αμερικανικής σχολής, όπου ο πόλεμος συνιστά αναπόφευκτη διεργασία στη λειτουργία της οικονομίας αφού η πολεμική βιομηχανία και το στρατιωτικό σύμπλεγμα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του οικονομικού γίγνεσθαι με αυτοτελή παρουσία. Το Ιράκ, και τα υποτιθέμενα όπλα μαζικής καταστροφής, αποτελούσαν την «αφορμή» όχι όμως την «αιτία» αυτού του πολέμου, τα αίτια του οποίου θα πρέπει να αναζητηθούν στα απώτερα σχέδια και βλέψεις των ΗΠΑ για οικονομική και στρατιωτική επικράτηση τους παγκοσμίως. Επιπλέον το Ιράκ, λόγω των πετρελαίων του αποτελούσε μία μοναδική ευκαιρία για την επίδειξη δυνάμεως και αποτρεπτικής (καταστρεπτικής) ισχύος, μ΄ ένα σχετικά ανέξοδο τρόπο. Στην ουσία το κόστος του πολέμου θα καλυφθεί πλήρως από την εκμετάλλευση των πετρελαίων της χώρας, την επόμενη δεκαετία, αφού το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων θα κατευθύνεται απευθείας στην Ουάσινγκτον και το Λονδίνο και όχι στον ΟΗΕ (όπως ίσχυε μέχρι τώρα), για αποπληρωμή του κόστους των πολεμικών επιχειρήσεων, οι οποίες και εκτιμώνται πάνω από 200 δισεκ. δολάρια με συντηρητικούς υπολογισμούς. Αυτό εξ΄ άλλου θ΄ αποτελεί και βασικό όρο στη συνθηκολόγηση που θα επιδιώξουν οι Αγγλο-Αμερικανοί με το καθεστώς της Βαγδάτης. Εννοείται ότι για ν΄ αποσβέσουν το κόστος της όλης επιχείρησης όσο το δυνατόν πιο γρήγορα οι Αγγλο-Αμερικανοί θα επιδιώξουν με κάθε μέσο την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου στο Ιράκ ενώ θα αποκομίσουν και παράλληλα οφέλη από την ανοικοδόμηση της χώρας. Εξυπακούεται ότι οι Αγγλο-Αμερικανοί θα αναλάβουν την πλήρη διαχείριση των εσόδων από την παραγωγή πετρελαίου στο Ιράκ, μόλις αυτή επαναρχίσει, και ασφαλώς την υποχρέωση επισιτισμού του χειμαζόμενου πληθυσμού. Εξ΄ άλλου είναι σχεδόν βέβαιο ότι με την Δυτικού τύπου διοίκηση (management) σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα δημιουργηθεί επαρκής απασχόληση στη χώρα και έτσι δεν θα χρειασθεί να δαπανώνται χρήματα επ΄ άπειρον για ανθρωπιστική βοήθεια. Στην τελική οικονομική εξίσωση του παράλογου αυτού πολέμου είναι φανερό ότι, με καθαρά επιχειρηματικά κριτήρια, ωφελημένο θα εξέλθει το Ιράκ, με την προϋπόθεση ότι ο πόλεμος δεν θα επεκταθεί στη γύρω περιοχή και ότι θα τελειώσει σχετικά σύντομα. Αυτό όμως προς το παρόν παραμένει το μεγάλο ερωτηματικό.

Διαβάστε ακόμα