Ελληνική Διείσδυσις στα Σκόπια

Η οικονομική στήριξη που παρέχει η Ελλάδα στα Σκόπια τα τελευταία χρόνια έχει επικριθεί, ως μη συμβατή με τις προσπάθειες επιλύσεως του θέματος της ονομασίας. Ωστόσο, η οικονομική συνεργασία έχει αποδειχθεί ως η πλέον σταθερή γέφυρα στις διμερείς σχέσεις και σημείο αναφοράς για τις διπλωματικές επαφές.
Του Θαν. Κουκάκη/Energia.gr
Παρ, 21 Μαρτίου 2008 - 02:28

Η οικονομική στήριξη που παρέχει η Ελλάδα στα Σκόπια τα τελευταία χρόνια έχει επικριθεί, ως μη συμβατή με τις προσπάθειες επιλύσεως του θέματος της ονομασίας. Ωστόσο, η οικονομική συνεργασία έχει αποδειχθεί ως η πλέον σταθερή γέφυρα στις διμερείς σχέσεις και σημείο αναφοράς για τις διπλωματικές επαφές.

Τον Φεβρουάριο του 1994, η τότε Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου κήρυξε μονομερές εμπάργκο στα Σκόπια, υιοθετώντας έναν εμπορικό αποκλεισμό πουν διήρκεσε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1995, οπότε υπεγράφη η Ενδιάμεση Συμφωνία από τους Κ. Παπούλια και Μπ. Τσερβενκόφσκι. Η κίνηση εκείνη, που συμβάδιζε με το λαϊκό αίσθημα της εποχής, είχε εκθέσει διεθνώς την Ελλάδα και είχε προκαλέσει την παρέμβαση της διεθνούς κοινότητας. Είχε δε τροφοδοτήσει τα εθνικιστικά φρονήματα των Σκοπιανών, οι οποίοι αντιμετώπιζαν ως ζωτικής σημασίας την διευθέτηση του ονόματος.

Στα 13 χρόνια που μεσολάβησαν από τότε οι οικονομικές σχέσεις Ελλάδας – Σκοπίων έχουν αλλάξει άρδην, εξυπηρετώντας το αμοιβαίο καλό. Η έντονη παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων στα Σκόπια, διαφοροποίησε την εικόνα της Ελλάδος στην τοπική κοινωνία, δημιουργώντας χιλιάδες νέες θέσεις απασχόλησης και συμβάλλοντας ενεργά στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες επιχειρηματίες δραστηριοποιούνται σε μια ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά, έχουν ενεργό ρόλο στην διαμόρφωση του καταναλωτικού κλίματος και καρπώνονται και τα οφέλη του φθηνού εργατικού δυναμικού.

Ενδεικτικώς, ο μέσος μισθός στα Σκόπια προσεγγίζει τα 230 ευρώ, ο κατώτερος μισθός δεν υπερβαίνει τα 80 ευρώ, ενώ το εργατικό ημερομίσθιο κινείται χαμηλότερα των 3 ευρώ. Τα φθηνά αυτά εργατικά κόστη έχουν προσελκύσει πολλούς Έλληνες επενδυτές, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι και την χαμηλή φορολογία, έχουν ανοίξει βιομηχανικές μονάδες και επιχειρήσεις στην γειτονική χώρα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα Σκόπια ξεπερνούν τις 210, ενώ εκατοντάδες ελληνικές εταιρείες εξάγουν συστηματικά προϊόντα τους στην αγορά των Σκοπίων.

Σημειώνεται πως το 2007 οι ελληνικές εξαγωγές προς τα Σκόπια ανήλθαν στα 390 εκατ. ευρώ, όταν οι ελληνικές εξαγωγές προς την Ρωσία ήταν 356 εκατ. ευρώ. Τα Σκόπια είναι μια αγορά 2 εκατομμυρίων κατοίκων, ενώ η Ρωσία μια αγορά 145 εκατομμυρίων κατοίκων. Είναι τέτοια η διείσδυση των ελληνικών προϊόντων στην γειτονική χώρα, που η Ελλάδα εμφανίζεται ως εθνικός προμηθευτής των Σκοπίων. Για παράδειγμα, τα παραγόμενα από ελληνικές κλωστοϋφαντουργικές επιχειρήσεις είδη ενδύσεως, καταλαμβάνουν περίπου το 50% της αγοράς των Σκοπίων.

Κορυφαίες ελληνικές επιχειρήσεις όπως τα Ελληνικά Πετρέλαια, η Εθνική Τράπεζα, η Alpha Bank, ο ΟΤΕ και η Τιτάν επένδυσαν περίπου 600 εκατ. ευρώ στα Σκόπια, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες μια νέας αγοράς με μεγάλα περιθώρια επέκτασης. Με την κίνηση αυτή συνέβαλαν στον εξωραϊσμό των Σκοπίων ως επενδυτικού προορισμού και ώθησαν και άλλες επιχειρήσεις να δραστηριοποιηθούν στην γειτονική χώρα. Παραλλήλως, δημιούργησαν θέσεις εργασίας σε μια οικονομία, με ανεργία μεγαλύτερη του 25%. Χαρακτηριστικώς, 1 στους 200 Σκοπιανούς εργάζεται σε επιχείρηση ελληνικών συμφερόντων.

Οι Σκοπιανοί τόσο σε επίπεδο κυβέρνησης, όσο και σε επίπεδο κοινωνίας, διευκόλυναν τις ελληνικές επενδύσεις, δείχνοντας εξαιρετική ωριμότητα στον συγκεκριμένο τομέα. Μάλιστα, με την δημιουργία βιομηχανικών ζωνών κοντά στα ελληνοσκοπιανά σύνορα και με την συνομολόγηση συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου με την Σερβία, την Σλοβενία και την Κροατία, παρείχαν εξ αρχής σημαντικά κίνητρα στους Έλληνες επενδυτές.

Παραφωνία σε αυτό το κλίμα απετέλεσε η απόφαση που έλαβε προ τριμήνου η Διεύθυνση Τελωνείων των Σκοπίων, βάσει της οποίας δεν επιτρέπεται η εισαγωγή ελληνικών εμπορευμάτων, όταν στα παραστατικά γράφεται το ΠΓΔΜ. Η κίνησις αυτή ερμηνεύθηκε ως εμπάργκο στα ελληνικά προϊόντα, αλλά κυρίως ως εκβιασμός για την αναγνώριση των Σκοπίων με το συνταγματικό τους όνομα, δια της εμπορικής οδού. Αν και η πρακτική αυτή ήδη φαίνεται πως εγκαταλείπεται, δημιούργησε προβλήματα στην εμπορική δραστηριότητα.

Η οικονομική συνεργασία Ελλάδος - Σκοπίων πρέπει να προφυλαχθεί με κάθε τρόπο και από τις δύο πλευρές. Ενδεχόμενο ρήγμα στις οικονομικές σχέσεις δεν θα αποτελέση απλά μια παράπλευρη απώλεια, αλλά ένα ουσιαστικό τραύμα που θα απομακρύνει πραγματικά τους δύο λαούς. Το εμπόριο αποδεικνύει εμπράκτως ότι αυτά που μας χωρίζουν είναι πολύ λιγότερα από όσα μας ενώνουν.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 19/03/2008)