Οι αμερικανικές εταιρείες που εξάγουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) αναδεικνύονται οι μεγάλοι κερδισμένοι της εντεινόμενης κρίσεως του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης. Η Cheniere Energy Inc (LNG.A), ο μεγαλύτερος εξαγωγέας των ΗΠΑ, βλέπει το τελευταίο διάστημα τα κέρδη της να εκτοξεύονται, ενώ μόλις την περασμένη Τετάρτη το υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ ενέκρινε πρόσθετες εξαγωγές

υγροποιημένου φυσικού αερίου από τους τερματικούς σταθμούς της Cheniere Energy, Sabine Pass στην Λουιζιάνα και Corpus Christi στο Τέξας, προς όλους τους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρώπης. Εξ άλλου η Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ προβλέπει ότι οι εξαγωγές LNG των ΗΠΑ θα φθάσουν τα 11,4 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια την ημέρα (bcfd) το 2022, αντιπροσωπεύοντας το 22% της αναμενόμενης παγκόσμιας ζητήσεως LNG ύψους 53,3 bcfd το επόμενο έτος, όπως αναφέρει η Goldman Sachs, προσπερνώντας την Αυστραλία και το Κατάρ, τους δύο μεγαλύτερους εξαγωγείς LNG στον κόσμο.

Αυτό θα δώσει δικαίως στην Cheniere το προσωνύμιο της «αμερικανικής Gazprom του LNG». Ήδη συνιστά τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG στον κόσμο, εντυπωσιακό επίτευγμα αν αναλογισθεί κανείς ότι ξεκίνησε τις εξαγωγές μόλις πριν από έξι χρόνια. Ήταν η πρώτη εταιρεία που έλαβε την άδεια από την αμερικανική κυβέρνηση για εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, καθώς μέχρι τότε έκανε μόνο εισαγωγές. Έτσι από μηδενικές εξαγωγές προ έξι ετών, ο αμερικανικός ενεργειακός κολοσσός έφθασε να έχει εξαγωγές 11 δισ. κυβικών ποδών ημερησίως το 2022, ενώ προ ολίγων μηνών ανεκοίνωσε την ολοκλήρωση –από την Bechtel– της έκτης εξαγωγικής εγκαταστάσεως στο Sabine Pass της Λουιζιάνα, δύο μήνες νωρίτερα μάλιστα από ό,τι πρόβλεπε το χρονοδιάγραμμα. Η ενεργειακή υποδομή της Cheniere αντιπροσωπεύει μια επένδυση άνω των 38 δισεκατομμυρίων δολλαρίων, ενώ είναι η ταχύτερη εταιρεία που παράγει και εξάγει 1.000 φορτία LNG.

Οι σχέσεις της με την Ελλάδα

Το πρώτο φορτίο υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) της Cheniere έφθασε στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 2018, όταν το ελληνικών συμφερόντων νεόκτιστο δεξαμενόπλοιο LNG «Maria Energy», του εφοπλιστικού ομίλου Τσάκου, έδεσε στον προβλήτα του τερματικού σταθμού LNG στην Ρεβυθούσα για να εκφορτώσει spot φορτίο LNG ποσότητας 168.000 κυβικών μέτρων (κ.μ.). Το φορτίο της αμερικανικής Cheniere εισήγαγε στην χώρα μας η ΔΕΠΑ. Ακόμη μεγαλύτερες προοπτικές στην εισαγωγή LNG αναμένεται να δώσουν οι νέοι τερματικοί σταθμοί που κατασκευάζονται στην Αλεξανδρούπολη και στους Αγίους Θεοδώρους. Αναλυτές είπαν στην «Εστία της Κυριακής» ότι οι εν λόγω σταθμοί μπορεί να είναι έτοιμοι ακόμη εντός του 2023.

Ελληνικό ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Cheniere ήταν ο Λιβανέζος Σαρίφ Σουκί, ο οποίος γεννήθηκε στο Κάιρο και ο πατέρας του ήταν μέλος της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Σουκί υπηρέτησε ως διευθύνων σύμβουλος της Cheniere Energy μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015. Κέρδισε 142 εκατομμύρια δολλάρια το 2013, καθιστώντας τον πιο ακριβοπληρωμένο διευθύνοντα σύμβουλο στις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη την χρονιά. Παραιτήθηκε μετά από έντονες διαφωνίες με μέλη του Δ.Σ και δημιούργησε μια νέα, πολλά υποσχόμενη ενεργειακή εταιρεία, την Tellurian, η οποία ανεκοίνωσε το 2021 την κατασκευή έργου αξίας 16,8 δισ. δολ. στην Λουιζιάνα για την εξαγωγή ποσοτήτων LNG. Η πρώτη φάσις του Driftwood, όπως λέγεται ο τερματικός σταθμός, πρόκειται να λειτουργήσει το 2025 και θα παράγει περίπου 16,5 εκατομμύρια τόνους ετησίως LNG, που ισοδυναμεί με περίπου 2,2 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια ημερησίως φυσικού αερίου. Σημειωτέον ότι ένα δισεκατομμύριο κυβικά πόδια αερίου είναι αρκετό για να τροφοδοτήσει περίπου πέντε εκατομμύρια νοικοκυριά σε ημερήσια βάση. Συμφώνως προς εκτιμήσεις οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παραμείνουν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG έως το 2025, όπου το Κατάρ θα μπορούσε να ανακτήσει το προβάδισμα καθώς θα αρχίσει να τίθεται σε λειτουργία η επέκτασίς του στο Βόρειο Πεδίο. Αλλά αν οι αμερικανικές ενεργειακές εταιρείες αρχίσουν να κατασκευάζουν νέες μονάδες εξαγωγής LNG, ξεπερνώντας κάποια νομικά προβλήματα που έχουν ανακύψει λόγω τυχών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να διατηρήσουν τα σκήπτρα. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο όποιος και να είναι ο νικητής σε αυτή την «μάχη» των ενεργειακών κολοσσών, ένας θα είναι ο μεγάλος χαμένος: o καταναλωτής, που θα κληθεί να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη. Η τιμή του υγροποιημένου αερίου είναι 3-4 φορές πιο υψηλή σε σχέση με αυτή του φυσικού αερίου, που προέρχεται από τους αγωγούς. Και όλοι αντιλαμβάνονται τι σημαίνει αυτό.