Η πυρηνική ενέργεια βιώνει περίοδο αναγέννησης ως η μόνη πηγή ηλεκτροπαραγωγής που είναι διαρκώς διαθέσιμη και δεν εκπέμπει αέρια του θερμοκηπίου, ενώ οι νέοι μικροί αντιδραστήρες περιγράφονται ως οικονομικά συμφέροντες και απόλυτα ασφαλείς. Από τη άλλη, το φυσικό αέριο μετατράπηκε από ειρηνική «γέφυρα προς το πράσινο μέλλον», σε οικονομικό όπλο της Ρωσίας ενάντια στη Δύση

Συζητείται λοιπόν πάλι η πυρηνική ενέργεια σε πολλές χώρες, αλλά όχι στην Ελλάδα. Πώς εξηγείται όμως αυτή η επίμονη εναντίωση σε μια χώρα που δεν είχε ποτέ σχετική εμπειρία; Γιατί στις χώρες όπου υπάρχει πυρηνική ηλεκτροπαραγωγή τα ποσοστά κοινωνικής αποδοχής της είναι πάντα υψηλότερα; Πώς εξηγείται το γεγονός ότι οι Ελληνες ανησυχούν για τον κίνδυνο ατυχήματος, το συγκριτικό κόστος, τη διαθεσιμότητα πυρηνικού καυσίμου, το έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό, τη διαχείριση αποβλήτων, την αποσυναρμολόγηση των αντιδραστήρων, τον χρόνο από απόφαση μέχρι λειτουργία, και ανησυχούν για όλα αυτά περισσότερο από ό,τι οι Αγγλοι, Γάλλοι Πορτογάλοι; Υπάρχει κάποια φυσική ιδιαιτερότητα που κάνει την πυρηνική ηλεκτροπαραγωγή περισσότερο επικίνδυνη στην Ελλάδα;

Το επιχείρημα «είμαστε σεισμογενής χώρα» απορρίπτεται ως προσβολή της ικανότητας των ελλήνων μηχανικών να κατασκευάσουν ένα απόλυτα αντισεισμικό οικοδόμημα. Μένουν όλα τα άλλα παραπάνω σωστά ή υπερβολικά, τα οποία δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα. Πώς εξηγείται λοιπόν αυτή η ελληνική ιδιοτροπία και από πότε και από πού πηγάζει;

Είμαι σε θέση να καταθέσω ότι πριν από τη δικτατορία του 1967 η εισαγωγή της πυρηνικής ενέργειας εθεωρείτο γενικά ως απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Ηδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έλληνες επιστήμονες  συζητούσαν την εγκατάσταση πυρηνικού εργοστασίου με κύριο σκοπό την αφαλάτωση θαλασσινού νερού. Λίγο αργότερα, το 1965-1966, έγιναν σοβαρές διαπραγματεύσεις για την εγκατάσταση δύο βρετανικής κατασκευής πυρηνικών αντιδραστήρων, το τίμημα των οποίων θα καταβάλλονταν με εξαγωγές καπνών. Το έργο δεν προχώρησε για οικονομοτεχνικούς λόγους, αν και ο Τύπος και η κοινή γνώμη δεν είχαν εναντιωθεί. Το απίθανο μάλιστα είναι ότι ως τοποθεσία εγκατάστασης των αντιδραστήρων είχε επιλεγεί θέση κοντά στο Λαύριο!

Η αντίδραση εναντίον της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα εκδηλώνεται έντονα μετά τη μεταπολίτευση και συμπίπτει με περίοδο κορύφωσης του αντι-αμερικανισμού. Στους Αμερικανούς, και ειδικά στον Κίσινγκερ, χρεώναμε τότε την υποστήριξη προς  τη χούντα των συνταγματαρχών, τη φιλο-τουρκική στάση της στο Κυπριακό, την υποστήριξη του τότε κακού για εμάς Ισραήλ εναντίον των καλών φίλων μας Αράβων και μύρια άλλα δεινά. Η ΔΕΗ είχε εντάξει τον πρώτο αντιδραστήρα στο τέλος του δεκαετούς προγράμματός της αλλά ήταν η επιχείρηση που είχε οργανωθεί από την αμερικανική Ebasco, προσλάμβανε την ίδια ως τεχνικό σύμβουλο για τα πυρηνικά, επηρεάζονταν από τον πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργείας Ηλία Γυφτόπουλο, που ήταν καθηγητής σε αμερικανικό πανεπιστήμιο. Το «όχι» στην πυρηνική ενέργεια άρχισε λοιπόν ως ένας τρόπος εκδήλωσης του αντι-αμερικανισμού και χειραφετήθηκε έκτοτε ως μέρος του περιβαλλοντικού κινήματος.

Ανέκδοτο αλλά αληθινό είναι ότι ο υπογράφων υποστήριζε ως διοικητής της ΔΕΗ ότι μόνος τρόπος για να αμβλυνθεί η αντίδραση εναντίον της πυρηνικής ενέργειας ήταν να προέλθει ο πρώτος αντιδραστήρας από τη Σοβιετική Ενωση.

Αλλαξε η κυβέρνηση και η φαεινή αυτή ιδέα δεν υλοποιήθηκε. Ευτυχώς, γιατί λίγο αργότερα συνέβη το ατύχημα στον αντιδραστήρα στο Τσέρνομπιλ που ήταν σοβιετικής κατασκευής.

*Ο Ραφαήλ Μωυσής είναι επίτιμος πρόεδρος του ΙΟΒΕ

(από την εφημερίδα "ΤΑ ΝΕΑ")