Στην γενική αδυναμία της χώρας να διαμορφώσει ένα βιώσιμο και φιλικό προς το περιβάλλον ενεργειακό μείγμα, εντάσσεται η αδυναμία της ΔΕΗ να αξιοποιήσει την παραγόμενη, από τις μονάδες της, ιπτάμενη τέφρα. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει τι είναι η ιπτάμενη τέφρα. Πρόκειται για το κυριότερο στερεό κατάλοιπο από την καύση των στερεών ανθράκων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας.

Στην γενική αδυναμία της χώρας να διαμορφώσει ένα βιώσιμο και φιλικό προς το περιβάλλον ενεργειακό μείγμα, εντάσσεται η αδυναμία της ΔΕΗ να αξιοποιήσει την παραγόμενη, από τις μονάδες της, ιπτάμενη τέφρα. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει τι είναι η ιπτάμενη τέφρα. Πρόκειται για το κυριότερο στερεό κατάλοιπο από την καύση των στερεών ανθράκων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας.

Ο λιγνίτης (ο ελληνικός στερεός άνθρακας), είναι η κυριότερη πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα και από την καύση του, προκύπτουν ως υποπροϊόντα σημαντικές ποσότητες τέφρας.

Που και πως παράγεται

Οι ποσότητες της ιπτάμενης τέφρας που παράγονται ετησίως εκτιμώνται γύρω στους 11,5 - 12 εκατομμύρια τόνους, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων παράγεται από τη ΔΕΗ και συγκεκριμένα από τους ατμοηλεκτρικούς σταθμούς της επιχείρησης σε Κοζάνη, Πτολεμαϊδα και Μεγαλόπολη.

Ειδικότερα, το 80% της παραγόμενης ελληνικής τέφρας προέρχεται από την περιοχή μεταξύ Κοζάνης και Πτολεμαϊδας, ενώ το 20% από την περιοχή της Μεγαλόπολης.

Η διαχείριση στην παρούσα φάση

Μέχρι σήμερα, τα στοιχεία καταγραφής απαντήσεις από την επιστημονική κοινότητα για την αξιοποίηση της ιπτάμενης τέφρας στην Ελλάδα δίνουν συγκεκριμένες απαντήσεις. Συγκρίνοντας κανείς το ποσοστό αξιοποίησης της χώρας με τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ευρώπης, αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει σημαντική υστέρηση.

Αξιοποιούμε περίπου 1 με 1,1 εκατομμύρια τόνους τέφρας, δηλαδή το 10% της παραγόμενης ποσότητας, την ίδια στιγμή που στην Ευρώπη το ποσοστό εκμετάλλευσης φτάνει γύρω στο 18,2%. Όπως μας πληροφορεί ο κ. Τσίμας η απάντηση στο γιατί οι ελληνικές ιπτάμενες τέφρες αξιοποιούνται λιγότερο συγκριτικά με την Ευρώπη, δεν είναι μονοδιάστατη.

Η ποιότητα της ελληνικής τέφρας την καθιστά λόγω ανομοιογένειας, λεπτότητας και άλλων χαρακτηριστικών, λιγότερο αξιοποιήσιμη σε σχέση με τις ευρωπαϊκές ιπτάμενες τέφρες. Επιπλέον, η μη ύπαρξη προδιαγραφών - μέχρι πρόσφατα - για την ποιότητα των ελληνικών τεφρών και για τη χρήση τους καθιστούσε εξίσου δύσκολο το όλο εγχείρημα.

Ωστόσο, αν και τα δύο ανωθεν εμπόδια έχουν κατάλληλα διαχειριστεί από την επιστημονική κοινότητα, υπάρχει και ένα τρίτο, που αφορά στην απουσία πολιτικής βούλησης και ειδικότερα στην άρνηση της ΔΕΗ να συμβάλει στην αξιοποίηση της ιπτάμενης τέφρας, κάτι για το οποίο, σημειωτέον έχει συνηγορήσει στο παρελθόν (2005), επί διοίκησης Ιωάννη Παλαιοκρασσά. «Το πρόβλημα αυτό», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Τσίμας «φαίνεται ότι είναι το μεγαλύτερο και δυστυχώς για όλους το πιο δυσεπίλυτο».

Στην παρούσα φάση, από τους 12 εκατ. τόνους τέφρας που παράγονται σε ετήσια βάση περίπου το 10% αγοράζεται από τη βιομηχανία τσιμέντου για να χρησιμοποιηθεί κατάλληλα ως συστατικό στο μείγμα των δομικών υλικών. Η υπόλοιπη ποσότητα παραμένει αναξιοποίητη και επιστρέφει ξανά στα λιγνιτωρυχεία μολύνοντας εκ νέου το περιβάλλον.

«Με βάση τη νομοθεσία χάνεται ετησίως μια επιπλέον ποσότητα, περίπου 1,5 εκατ. τόνων που θα μπορούσε να συμμορφωθεί με το σχετικό ΦΕΚ (σ.σ. 551/Β/18-4-2007) και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες περιπτώσεις κατασκευών», επισημαίνει ο κ. Τσίμας και εξηγεί:

«Είναι ουτοπικό να ισχυρισθούμε ότι θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε όλη την τέφρα αλλά, σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, και χωρίς να προστεθεί η ιπτάμενη τέφρα που χρησιμοποιείται σε έργα οδοποιίας, το ποσοστό αξιοποίησης θα μπορούσε να ανέβει από το 10% στο 25%».

Οι λόγοι αξιοποίησης της ιπτάμενης τέφρας
Η «υπερπεντηκονταετής ερευνητική εμπειρία χρήσης των ελληνικών τεφρών στο σκυρόδεμα» όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το Σχέδιο Εθνικής Τεχνικής Προδιαγραφής για τις ελληνικές ιπτάμενες τέφρες, έχει επιστημονικά αποδείξει την εγκυρότητα του εγχειρήματος.

Ευρήματα πλειάδας ξένων και Ελλήνων ερευνητών - μεταξύ των οποίων και η κ. Ιωάννα Παπαγιάννη, καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και επικεφαλής ομάδων εργασίας του ΤΕΕ για το σχέδιο αξιοποίησης της τέφρας - έχουν υποδείξει τα πλεονεκτήματα χρήσης της τέφρας στο χώρο των δομικών υλικών και της οδοποιίας.

Υπό ορισμένες προϋποθέσεις η επιλογή της κατάλληλης ποιότητας τέφρας βελτιώνει τις ιδιότητες του σκυροδέματος. Μάλιστα, τα τελευταία είκοσι χρόνια η «συνεργασιμότητα» με το τσιμέντο έχει αποδειχθεί από την προσθήκη της τέφρας κατά την τελική άλεση για τη δημιουργία των CEM II τύπων τσιμέντου (blended cements). Επιπρόσθετα, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον στην αγορά από χρήστες και κατασκευαστές δομικών έργων για την αξιοποίηση της τέφρας στο εγγύς μέλλον.

Πρόκειται για μια διαμορφούμενη αγορά που χρειάζεται ωστόσο την ανάλογη παρακολούθηση από τους αρμόδιους φορείς διότι α) η τέφρα δεν μπορεί να αντικαταστήσει εξ'ολοκλήρου το τσιμέντο παρά μόνο να συμμετέχει στο μείγμα του και β) η ελληνική εμπειρία έχει δυστυχώς δείξει ότι τα φτηνά υλικά προτιμώνται συχνά εις βάρος της κατασκευαστικής ποιότητας.

Πέρα από τις κάμποσες «κατασκευαστικές» δυνατότητες της ιπτάμενης τέφρας που επιβάλλουν την αξιοποίηση της, ο κ. Τσίμας δεν παραλείπει να αναφερθεί στην περιβαλλοντική διάσταση του ζητήματος. Η αξιοποίηση της τέφρας και η μη επανατοποθέτηση της στα λιγνιτωρυχεία μειώνει κατ' αρχήν τον όγκο των απορριπτόμενων στερεών στο έδαφος.

«Η υποκατάσταση πρώτων υλών και κυρίως ασβεστόλιθου οδηγεί με την σειρά της σε μείωση των εκπομπών CO2, παράμετρο ιδιαίτερα επίκαιρη την τρέχουσα περίοδο», σχολιάζει ο κ. Τσίμας αναφερόμενος στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην επακόλουθη προστασία του περιβάλλοντος.

Πέρα από τους τεχνολογικούς και περιβαλλοντικούς λόγους που επιβάλλουν την αξιοποίηση της ιπτάμενης τέφρας οι οικονομικοί λόγοι αποτελούν μια ακόμη παράμετρο στην όλη συζήτηση. Σύμφωνα με τον κ. Τσίμα, «η μεγιστοποίηση της χρήσης της ιπτάμενης τέφρας μέσω μιας λελογισμένης αντικατάστασης του τσιμέντου, θα βοηθούσε σημαντικά στη βιώσιμη ανάπτυξη των δομικών υλικών, μειώνοντας το κόστος της κατασκευής».

Το παράδειγμα του φράγματος στον ποταμό Νέστο

Η κατασκευή του φράγματος του Υδροηλεκτρικού Σταθμού Πλατανόβρυσης στη Δράμα συνιστά την πρώτη αξιόλογη εφαρμογή με απευθείας χρήση ιπτάμενης τέφρας.

Το υδροηλεκτρικό φράγμα της Πλατανόβρυσης είναι το πρώτο τέτοιου τύπου στην Ελλάδα (RCC, Roller Compacted Concrete) και το δεύτερο σε ύψος στη Ευρώπη (95 μέτρα). «Για την πραγματοποίησή του χρησιμοποιήθηκαν 135.000 τόνοι ιπτάμενης τέφρας σε ποσοστό 80% στο μίγμα της κονίας», μας πληροφορεί ο Σταμάτης Τσίμας. Με άλλα λόγια η ιπτάμενη τέφρα που χρησιμοποιήθηκε για το σκυρόδεμα του φράγματος είχε αναλογία περίπου 225 κιλά προς 50 κιλά τσιμέντου ανά κυβικό μέτρο σκυροδέματος.

Κατά το διάστημα κατασκευής του φράγματος που διήρκεσε περίπου 19 μήνες, η τέφρα μεταφερόταν από τον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό της Πτολεμαΐδας στην Πλατανόβρυση, μια διαδρομή περίπου 370 χιλιομέτρων.

«Παρόλο το κόστος της μεταφοράς, η συνολική κατασκευή του φράγματος ήταν οικονομικά συμφέρουσα, συγκρινόμενη μια μια συμβατική κατασκευή - από κονίες», υπογραμμίζει ο κ. Τσίμας συμπληρώνοντας «11 χρόνια μετά από την ολοκλήρωση της κατασκευής,το έργο συμπεριφέρεται άψογα από τεχνικής άποψης».

Η εφαρμογή της χρήσης της ιπτάμενης τέφρας, με το φράγμα της Πλατανόβρυσης στον Νέστο ποταμό, αν και απέδειξε τις επιστημονικές διαπιστώσεις και παραινέσεις δεν έχει πείσει ακόμη τη ΔΕΗ να ασχοληθεί περισσότερο με το ζήτημα.

«Η ΔΕΗ εγκλημάτισε καθόσον άφησε να απαξιωθεί μια δικιά της περιουσία όπως ήταν το συγκρότημα άλεσης - κατεργασίας της τέφρας στον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό Πτολεμαΐδας», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Τσίμας.

Η κατασκευή του φράγματος στην Πλατανόβρυση με τη συμβολή της μονάδας επεξεργασίας της τέφρας στον ΑΗΣ Πτολεμαΐδας έχει συζητηθεί στο παρελθόν σε πολλές επιστημονικές ημερίδες. Παρουσία φορέων του ΥΠΕΧΩΔΕ που, σύμφωνα με τον κ. Τσίμα, έχει συμβάλει στην επίσπευση της σχετικής νομοθεσίας καθώς και στελεχών της ΔΕΗ, τα οφέλη της τέφρας έχουν πολλάκις αναδειχθεί, χωρίς ωστόσο την ανάληψη δράσης η οποία προβλέπεται ρητά από τη νομοθεσία.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 01/04/2008)