Ο Υπουργός που Αρνήθηκε να Υπογράψει Παροχές

Τον Φεβρουάριο του 1990, με οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα, παρακολουθούσα εντυπωσιασμένος στην Ένωση Ξένων Ανταποκριτών την ομιλία του μονίμου εκπροσώπου της Ελλάδος κ. Δημ. Κουλουριάνου στον ΟΟΣΑ.
Του Νίκου Νικολάου
Τρι, 8 Απριλίου 2008 - 23:42

Τον Φεβρουάριο του 1990, με οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα, παρακολουθούσα εντυπωσιασμένος στην Ένωση Ξένων Ανταποκριτών την ομιλία του μονίμου εκπροσώπου της Ελλάδος κ. Δημ. Κουλουριάνου στον ΟΟΣΑ.

Γύρω μου, οι συνάδελφοι του οικονομικού ρεπορτάζ αλλά και οι ξένοι δημοσιογράφοι δεν έκρυβαν την έκπληξή τους για τις τολμηρές και αιρετικές κατά ένα τρόπο απόψεις που διετύπωνε ο ομιλητής. Διότι ο τελευταίος δεν ήταν μόνο ένας καταξιωμένος οικονομολόγος με επιτυχή προϋπηρεσία σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η World Bank και ο ΟΟΣΑ, αλλά και ένας τεχνοκράτης που είχε τιμηθεί για τα προσόντα του από την εμπιστοσύνη δύο πρωθυπουργών της χώρας. Του Γεωργίου Παπανδρέου και του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος τον είχε για ενάμιση περίπου χρόνο υπουργό Οικονομικών στην πρώτη τετραετία διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ. Μιας τετραετίας που σημάδεψε καθοριστικά όλη τη δεκαετία του ’80.

Και ακριβώς απέναντι στη δεκαετία αυτή εμφανίσθηκε αιρετικός ο Κουλουριάνος με την σκληρή κριτική που άσκησε. Από γραπτό μου και δημοσιευμένο κείμενο της εποχής αντιγράφω:

«Η δεκαετία του ’80 –είπε ο ομιλητής– χαρακτηρίζεται για όλο τον κόσμο από συνεχή μείωση του κρατισμού, ενίσχυση των δυνάμεων της αγοράς του διεθνούς ανταγωνισμού και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Στην Ελλάδα, συνέβησαν ακριβώς τα αντίθετα. Αντί για ευελιξία και προσαρμογή, προσκολληθήκαμε σε ξεπερασμένους θεσμούς και ιδεολογικές προκαταλήψεις της μιας ή της άλλης απόχρωσης. Στη δεκαετία του ’80, η ελληνική οικονομία υστέρησε σε διαρθρωτικές προσαρμογές και ανάπτυξη σε σχέση με τις οικονομίες των χωρών του ΟΟΣΑ. Ενώ κάποτε ήμασταν στην πρωτοπορία των δυναμικών εξελίξεων, τώρα είμαστε τελευταίοι.

Τα ελλείμματα

Οι μακροοικονομικές ισορροπίες έχουν χειροτερεύσει. Τα ελλείμματα του Δημοσίου έχουν πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, τα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών είναι ανησυχητικά, το εξωτερικό χρέος καταπιεστικό και η παραγωγικότητα της οικονομίας σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα. Στη δεκαετία του ’80, δεν έγινε σοβαρή προσπάθεια να αλλάξει η διάρθρωση της παραγωγής και έτσι μπαίνουμε στη νέα δεκαετία με δομές ξεπερασμένες και τριτοκοσμικές.

Εχθρική είναι η στάση και έναντι των επιχειρήσεων. Αν μια επιχείρηση έχει ζημιές τη βαπτίζουμε προβληματική και την αναλαμβάνει το κράτος όπως το Πρυτανείο της αρχαίας Αθήνας. Αν εμφανίσει κέρδη τη λέμε μονοπωλιακή εκμετάλλευση και της επιτίθενται οι συνδικαλιστές και οι εφοριακοί με σκοπό να την κάνουν προβληματική. Λέμε ότι θέλουμε ξένες επενδύσεις, αλλά συγχρόνως τις χαρακτηρίζουμε μονοπώλια εκμετάλλευσης όταν πραγματοποιούν κέρδη. Λες και οι επιχειρήσεις είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα και δεν θα έπρεπε να επιδιώκουν κέρδη».

Ιδεοληψίες

Πόση αλήθεια δεν κρύβουν αυτές οι διαπιστώσεις; Και πόσο επίκαιρες δεν είναι ακόμη και σήμερα αφού ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού μας κόσμου μένει γαντζωμένο σε προλήψεις και ιδεοληψίες και υπερασπίζεται δομές ξεπερασμένες και τριτοκοσμικές! Θα ’θελα να τις διαβάσει τις γραμμές αυτές ο κ. Γεώργιος Α. Παπανδρέου.

Ο Δημήτρης Κουλουριάνος είχε ξεκινήσει την επιστημονική του καριέρα από την Τράπεζα της Ελλάδος όπου υπηρετούσε στη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών. Με το απριλιανό πραξικόπημα του 1967 και την άνοδο στην εξουσία της χούντας των συνταγματαρχών, τρία στελέχη απελύθησαν αμέσως από τη Διεύθυνση Μελετών, ο Απόστολος Λάζαρης, ο Δημήτρης Κουλουριάνος και ο Σάκης Καράγιωργας. Οι δύο πρώτοι έφυγαν στο εξωτερικό και δούλεψαν στη World Bank. Με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ η γνωριμία τους ήταν παλαιά, από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν ο Ανδρέας είχε έλθει στην Αθήνα από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ με εκπαιδευτική άδεια (sabatical) για να μελετήσει το γιουγκοσλαβικό πρότυπο οικονομικής διαχείρισης. Οταν επέστρεψε ο Ανδρέας με την Ενωση Κέντρου ως υπουργός Αναπληρωτής Συντονισμού τον πήρε μαζί του και από τότε άρχισε μια στενή φιλία στηριγμένη στην αλληλοεκτίμηση.

Ηταν, λοιπόν, φυσικό, όταν το 1980 ο Ανδρέας κάλπαζε προς την εξουσία και αναζητούσε ικανούς συνεργάτες να ζητήσει από τον Κουλουριάνο να αφήσει τη World Bank και να έλθει στην Αθήνα. Του είχε υποσχεθεί μάλιστα τη διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος, την οποία, τελικά, όταν έγινε πρωθυπουργός την έδωσε στον Αρσένη, ενώ παρεκάλεσε τον Κουλουριάνο να αρκεστεί προσωρινά στη διοίκηση της ΕΤΒΑ. Πάντως, ο Κουλουριάνος ήταν στο στενό επιτελείο του Ανδρέα, μαζί με τον Λάζαρη, τον Αρσένη, τον Γεννηματά και τον Τσοχατζόπουλο και μετείχε στις δύο κρίσιμες συσκέψεις (μία στο Καβούρι, την άνοιξη του 1981 και την άλλη στην Κέρκυρα, τον Ιούλιο του 1981), που απεφάσισαν το πρόγραμμα των 100 ημερών της νέας κυβέρνησης, που ήταν βέβαιο ότι σε τρεις μήνες θα έπαιρνε τα ηνία της χώρας στα χέρια της.

Στις συσκέψεις αυτές ο Κουλουριάνος, όπως άλλωστε και ο Λάζαρης, εκτιμώντας σωστά ότι η κατάσταση της οικονομίας ήταν εύθραυστη, μια και ο πληθωρισμός και τα ελλείμματα, λόγω και των παροχών της κυβέρνησης Ράλλη είχαν μεγαλώσει, ζητούσαν να εφαρμοσθούν πολιτικές που θα νοικοκύρευαν τον δημόσιο τομέα. Προφανώς, ήσαν και οι δύο εκτός κλίματος, διότι οι αλαλάζοντες πρασινοφρουροί, ενθαρρυνόμενοι από την κομματική τρόικα (Γεννηματάς, Τσοχατζόπουλος, Λαλιώτης), ετοιμάζονταν να αλώσουν το κράτος με τον διορισμό χιλιάδων αφοσιωμένων οπαδών. Ο Κουλουριάνος, που δεν υπήρξε ποτέ κομματικός (δεν ήταν μέλος του ΠΑΣΟΚ), αλλά ένας προοδευτικός δημοκράτης με σοσιαλιστικό όραμα, παρ’ ότι ήταν διοικητής της ΕΤΒΑ, συμμετείχε στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΠ), που συνήρχετο υπό την προεδρία του Ανδρέα και προσπαθούσε, ανεπιτυχώς βέβαια, να βάλει κάποιο φρένο στις δημόσιες δαπάνες.

Ακριβώς, μάλιστα, για τους λόγους αυτούς, όταν ο Ανδρέας του έκανε τραπέζι στο Καστρί και, παρουσία του Κουτσόγιωργα, του ανακοίνωσε ότι στον αυριανό ανασχηματισμό (5η Ιουλίου του 1982), θα του αναθέσει το υπουργείο Οικονομικών, ο Κουλουριάνος έφερε τις αντιρρήσεις του χωρίς να κάμψει βέβαια τον πρωθυπουργό, ο οποίος σηκώθηκε από το τραπέζι λέγοντας: «Εγώ πάω τώρα να πάρω έναν υπνάκο και εσύ Δημήτρη, αύριο το πρωί να είσαι στην Προεδρία της Δημοκρατίας να ορκισθείς».

Τον Κουλουριάνο για υπουργό Οικονομικών τον ήθελε και τον ζητούσε από τον Ανδρέα και ο Γεράσιμος Αρσένης, τότε υπουργός Εθνικής Οικονομίας, αλλά ο Δημήτρης πιεζόμενος και από τον Ανδρέα και από τον Γεράσιμο τους έλεγε: «Υπουργό Οικονομικών θέλετε ή τεφτετέρη;». Τεφτετέρης, ως γνωστόν, ήταν ο ταμίας του πασά, ο οποίος απλώς εκτελούσε τις εντολές για εισπράξεις ή για πληρωμές που του έδινε κάθε φορά ο Τούρκος ηγεμόνας. Και με την ένσταση αυτή ο Κουλουριάνος έστελνε το μήνυμα ότι ήθελε να έχει εξουσία στο υπουργείο Οικονομικών, ώστε να νοικοκυρεύσει τα δημόσια οικονομικά και όχι να υπογράφει τις εντολές πληρωμών που του έστελναν από το Καστρί ή το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.

Μια συμβουλή

Ο μόνος που συμπαραστάθηκε στον Κουλουριάνο και κατάλαβε τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του ήταν ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, που μετά την ορκωμοσία του τον συμβούλεψε: «Ασε τους άλλους να λένε τα δικά τους. Εσύ ως υπουργός Οικονομικών να λες όλο όχι»!

Προσπάθησε ο Κουλουριάνος να λέει όχι στους αθρόους διορισμούς, όχι στις σπατάλες, όχι στις παροχές. Στις συνεδριάσεις του ΚΥΣΟΠ έφερνε τις αντιρρήσεις του, αλλά δυστυχώς δεν μπορούσε να φρενάρει τον λαϊκισμό.

Παρουσία του Ανδρέα που προήδρευε εξηγούσε πως κι αυτός πιστεύει στην κοινωνική πολιτική αλλά τους θύμιζε τη μεσσηνιακή παροιμία ότι: «Με ξένα κόλλυβα δεν κάνεις συχώριο»! Μιλούσε όμως σε ώτα μη ακουόντων ή ανθρώπων που δεν καταλάβαιναν την οικονομία και τις νομοτέλειές της. Σε μια σύνοδο του ΚΥΣΟΠ όπου προήδρευε ο Ανδρέας, όταν ο Κουλουριάνος μίλησε για την ανάγκη να συγκρατηθούν οι δημόσιες δαπάνες, επισημαίνοντας τον κίνδυνο να ξεφύγει ο πληθωρισμός, παρενέβη ο Γεννηματάς: «Και 30% να πάει ο πληθωρισμός, τι μας νοιάζει, αρκεί να γίνεται ανάπτυξη!». Και ο μεν Κουλουριάνος του θύμισε τις ανοησίες του καθηγητή του Πολυτεχνείου Ρουσόπουλου που εκθείαζε την εκτύπωση του λεγομένου παραγωγικού χαρτονομίσματος για να γίνονται έργα. Παρενέβη, πάντως, ο Ανδρέας και ο Γεννηματάς δεν επέμεινε.

Η παραίτηση

Το όλο όμως αυτό κλίμα της καθημερινής αμφισβήτησης από το κόμμα και της διστακτικότητας του Ανδρέα να τερματίσει τις παροχές που γίνονταν εν ονόματι του πασοκικού αξιώματος «εδώ και τώρα», εξηγούν γιατί ο Κουλουριάνος έμεινε στο υπουργείο Οικονομικών μόνο 13 μήνες και μη αντέχοντας υπέβαλε την παραίτησή του και έφυγε στις 10 Αυγούστου του 1983. Οπως εξομολογείτο αργότερα σε φίλους του: «Δεν άντεχα άλλο.

Ζούσα με την αγωνία με ποιον θα είχε φάει την προηγουμένη ο Ανδρέας και τι πανταχούσα θα μου ερχόταν την επομένη. Αν π.χ. είχε φάει με τον διοικητή της Εθνικής, τον Παναγόπουλο, θα μου ζητούσε να αυξήσω το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων για να περιορισθεί το έλλειμμα της Τράπεζας. Αν είχε φάει με τον Δροσογιάννη θα έπρεπε να δώσω αυξήσεις στις... νοσοκόμες του στρατού! Ολες οι επιταγές για τις παροχές έρχονταν για εξόφληση στην Καραγεώργη Σερβίας.»

Ο Ανδρέας στενοχωρήθηκε πολύ με την παραίτηση του Κουλουριάνου διότι φυσικά ήταν σε θέση να εκτιμήσει πού ήταν το δίκαιο και το σωστό, και γι’ αυτό δεν την ανακοίνωνε για έναν ολόκληρο μήνα. Τελικά και στις 9 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε από τον Κουτσόγιωργα η παραίτηση του υπουργού Οικονομικών.

Και όμως, παρά τις αντιξοότητες και τις εσωτερικές υπονομεύσεις, στο μικρό αυτό χρονικό διάστημα επετελέσθη από τον Κουλουριάνο σημαντικό έργο με την προετοιμασία της μεγάλης θεσμικής αλλαγής που ήταν οι αντικειμενικές τιμές στις αξίες των ακινήτων που έκοψαν με το μαχαίρι τις τριβές φορολογουμένων και εφοριακών, το αλισιβερίσι και το λάδωμα. Ο Κουλουριάνος αγόρασε εκείνη την εποχή ένα σπίτι στο Χαλάνδρι και ο έφορος της Αγίας Παρασκευής τον ταλαιπωρούσε για να βγάλει τον φόρο μεταβίβασης. «Αν εγώ που ήμουν υπουργός τράβηξα αυτήν την ταλαιπωρία, σκέψου τι υπέφεραν οι φορολογούμενοι», μου είπε και μου εξήγησε πως έβαλε αμέσως εμπρός τη συγκέντρωση συγκριτικών στοιχείων για να συνταχθούν οι πίνακες των αντικειμενικών αξιών.

Ο Κουλουριάνος επίσης ήταν αυτός που επέβαλε τη συγχώνευση των Εφοριών με τα Δημόσια Ταμεία και τη μετονομασία τους σε ΔΟΥ. Ηταν τόσο σημαντική αυτή η αλλαγή γιατί περιόριζε κατεστημένα και φεουδαρχικά προνόμια, ώστε οι εφοριακοί απεργούσαν ζητώντας να ανασταλεί η συγχώνευση επί 52 ημέρες! Το 1985, ο Ανδρέας ζήτησε από τον Κουλουριάνο, με μαντατοφόρο τον Γιάννη Παπανικολάου, να ξαναμπεί στην κυβέρνηση αλλά η απάντηση του Δημήτρη ήταν: «Δεν νομίζω ότι έχετε σοβαρευτεί!».

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 05/04/2008)