Οι Στρατηγικές Επιλογές της ΔΕΗ για τα Δίκτυά της

Στον κόσμο των επιχειρήσεων ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνονται τα τελευταία 10-15 χρόνια ριζικές αλλαγές ως προς τους κανόνες δραστηριοποίησής τους, οι οποίες μεταβάλλουν πλήρως το σύνολο των επιλογών που αυτές μπορούν να κάνουν για να αναπτυχθούν, ή ακόμη και απλώς για να επιβιώσουν.
Του Νίκου Χατζηαργυρίου
Τετ, 16 Απριλίου 2008 - 23:55

Στον κόσμο των επιχειρήσεων ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνονται τα τελευταία 10-15 χρόνια ριζικές αλλαγές ως προς τους κανόνες δραστηριοποίησής τους, οι οποίες μεταβάλλουν πλήρως το σύνολο των επιλογών που αυτές μπορούν να κάνουν για να αναπτυχθούν, ή ακόμη και απλώς για να επιβιώσουν.

Αυτούς τους κανόνες οφείλουμε όσοι ασχολούμαστε με τον ενεργειακό τομέα στην Ελλάδα να κατανοήσουμε βαθιά, προκειμένου:

  • να μην οδηγηθούμε σε (γνώριμα και επίκαιρα για τη χώρα μας) αδιέξοδα λόγω μη συμμόρφωσης προς τους ευρωπαϊκούς κανόνες, και
  • για να διαμορφώσουμε τις στρατηγικές προτεραιότητες που θα οδηγήσουν τις ελληνικές επιχειρήσεις σε δυναμική ανάπτυξη και επέκτασή τους.

Ήδη από το 1996 η Ευρωπαϊκή Ένωση έδωσε επίσημα το στίγμα των προθέσεών της για άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Με την τροποποίηση της βασικής κοινοτικής Οδηγίας για τον ηλεκτρισμό το 2003 (Οδηγία 2003/54/ΕΚ), τέθηκαν σαφείς κανόνες και αυξημένες απαιτήσεις για τη δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας στα κράτη μέλη, διακριτά για καθεμία από τις εξής δραστηριότητες: παραγωγή, μεταφορά, διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην παρουσίαση αυτή επικεντρωνόμαστε στα θέματα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή στο Σύστημα μεταφοράς της ενέργειας από τους σταθμούς παραγωγής έως τους υποσταθμούς, και στα θέματα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή στα δίκτυα διανομής της ενέργειας στους καταναλωτές.

Η μεταφορά και η διανομή διακρίνονται γενικά από τα επίπεδα τάσης στα οποία λειτουργούν, αν και αυτό δεν είναι απόλυτο. Για τις δραστηριότητες μεταφοράς και διανομής το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο μπορεί πολύ συνοπτικά να περιγραφεί ως εξής:

  • Αναγνωρίζεται ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη μεταφορά και στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας είναι «φυσικά μονοπώλια», και δεν υπόκεινται σε ανταγωνισμό (αντίθετα με αυτές που παράγουν ή εμπορεύονται και προμηθεύουν ενέργεια). Κατά συνέπεια, αφού οι δραστηριότητες αυτές δεν «αυτορυθμίζονται» μέσω μηχανισμού αγοράς, εναπόκειται στα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι μονοπωλιακές επιχειρήσεις δικτύων παρέχουν ελεύθερη πρόσβαση στα δίκτυα, κατά τρόπο διαφανή, χωρίς διακρίσεις, υπό ρυθμιζόμενα τιμολόγια. Για να επιτευχθεί αυτό, επιβάλλεται ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων δικτύων από τις καθέτως ολοκληρωμένες, πρώην μονοπωλιακές επιχειρήσεις, ο οποίος περαιτέρω είναι απαραίτητος για να διασφαλίζεται ότι δεν υπάρχουν αθέμιτα συγκριτικά πλεονεκτήματα στις ανταγωνιστικές αγορές της παραγωγής και της προμήθειας.

 

  • Ειδικότερα, επιβάλλεται ο νομικός διαχωρισμός των «Διαχειριστών» των δικτύων μεταφοράς και διανομής, καθένας από τους οποίους αναλαμβάνει για το δίκτυό του τις εξής τουλάχιστον αρμοδιότητες:

            (α) λήψης αποφάσεων για τη λειτουργία, συντήρηση και ανάπτυξη του δικτύου, 

            (β) διασφάλισης της αξιοπιστίας του δικτύου και της ασφάλειας εφοδιασμού, όσο αυτή επηρεάζεται από το          δίκτυο

           (γ) διαχείρισης των ροών ενέργειας επί του δικτύου.

Οι Διαχειριστές πρέπει να έχουν τους κατάλληλους πόρους, ανθρώπινους και υλικούς, ώστε να ασκούν τις αρμοδιότητές τους με επάρκεια και ανεξαρτησία. Η μητρική εταιρεία, στην περίπτωση που διατηρεί την κυριότητα του δικτύου, έχει δικαιώματα εποπτείας της πολιτικής επενδύσεων του Διαχειριστή και της απόδοσης κεφαλαίου, αλλά ΔΕΝ έχει δικαίωμα παρέμβασης στις καθημερινές αποφάσεις του Διαχειριστή.

  • Επίσης, επιβάλλεται και λειτουργικός διαχωρισμός των «Διαχειριστών» των δικτύων μεταφοράς και διανομής, μέσω του οποίου διασφαλίζεται περαιτέρω η διοικητική και επιχειρησιακή ανεξαρτησία των προσώπων που είναι αρμόδια να αποφασίζουν για τη λειτουργία των δικτύων.

Ήδη σε ευρωπαϊκό επίπεδο προωθείται το τρίτο πακέτο κανονιστικού πλαισίου για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, με στόχο μεταξύ άλλων την επίτευξη αποτελεσματικού ιδιοκτησιακού διαχωρισμού της μεταφοράς ηλ. ενέργειας από τις ανταγωνιστικές δραστηριότητες της παραγωγής και της προμήθειας. Συνοπτικά, προβλέπονται τα εξής:

  • Πλήρης αποχώρηση των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ή προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας από οποιοδήποτε δραστηριότητα στα δίκτυα μεταφοράς, με πλήρη ιδιοκτησιακό διαχωρισμό, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης άσκησης οποιασδήποτε επιρροής της μιας επιχείρησης στην άλλη, μέσω μετοχικής ή άλλης σχέσης.

 

  • Κατ' εξαίρεση, μπορεί να επιτραπεί να παραμείνει η κυριότητα του συστήματος μεταφοράς εντός του ομίλου της καθετοποιημένης επιχείρησης (υπό μορφή θυγατρικής επιχείρησης), περίπτωση όμως στην οποία εφαρμόζονται σημαντικές πρόσθετες υποχρεώσεις (ανεξαρτησίας, διαφάνειας και ρυθμιστικής εποπτείας) προκειμένου να χορηγηθεί η απαραίτητη έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.


Παρότι το τρίτο πακέτο είναι ακόμη υπό επεξεργασία και η σχετική συζήτηση δεν έχει ολοκληρωθεί, πρέπει να συνεκτιμηθεί όταν εξετάζεται η αποτελεσματικότητα και η μακροχρόνια βιωσιμότητα των επιλογών μας. Επισημαίνεται ιδίως ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμφανίζεται ιδιαίτερα επίμονη στην προώθηση των επιλογών της, όπως και ότι η αντίσταση ορισμένων χωρών (συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της Ελλάδας) δέχθηκε πρόσφατα σημαντικό πλήγμα λόγω της απόφασης της γερμανικής ΕΟΝ για απόσχιση και ιδιοκτησιακό διαχωρισμό του κλάδου της μεταφοράς από τις λοιπές δραστηριότητές της.

Συμπερασματικά, το ισχύον ευρωπαϊκό πλαίσιο κανόνων, επιβάλλει την ύπαρξη νομικά και λειτουργικά ανεξάρτητων Διαχειριστών για τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι πρέπει να διαθέτουν επαρκείς πόρους για τη διεκπεραίωση συγκεκριμένων ελάχιστων αρμοδιοτήτων. Περαιτέρω, προωθείται έντονα και η επιβολή πλήρους ιδιοκτησιακού διαχωρισμού των δραστηριοτήτων αυτών.

Σε αυτό το πλαίσιο κανόνων, κάθε κράτος μέλος δύναται να κάνει τις επιλογές του προκειμένου να προάγει εντός της επικράτειάς του την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και γενικότερα του τομέα αυτού.

Στην Ελλάδα, ο διαχωρισμός του Διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς έγινε με την οργάνωση και λειτουργία από το 1999 του ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε., ο οποίος προβλέπεται ότι θα αναλάβει και τις αρμοδιότητες διαχείρισης του δικτύου διανομής (μετονομαζόμενος σε ΔΕΣΔΗΕ).

Μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας, η διαχείριση του δικτύου διανομής ασκείται προσωρινά από τη ΔΕΗ, η οποία έχει ειδικές υποχρεώσεις προκειμένου να διασφαλίζεται ο λειτουργικός διαχωρισμός της διαχείρισης του δικτύου διανομής. Από την άλλη πλευρά, η κυριότητα των δικτύων ανήκει στη ΔΕΗ Α.Ε., η οποία παραμένει καθέτως ολοκληρωμένη ασκώντας δραστηριότητες σε όλους τους τομείς της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Παράλληλα, στις λοιπές χώρες της Ε.Ε.:

  1. Όσον αφορά στο σύστημα μεταφοράς, έχει επιτευχθεί νομικός διαχωρισμός σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., με την ίδρυση ξεχωριστών επιχειρήσεων - Διαχειριστών. Μάλιστα, υπάρχουν αρκετά παραδείγματα όπου τα κράτη μέλη επέλεξαν να κινηθούν πέρα από τις αυστηρές ελάχιστες νομικές υποχρεώσεις του κοινοτικού δικαίου και να εφαρμόσουν μοντέλο ιδιοκτησιακού διαχωρισμού για λόγους αποτελεσματικότητας (π.χ. Βέλγιο, Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο).
  2. Σχετικά με τις δραστηριότητες της διανομής, παρατηρείται ότι κι αυτές είναι πλέον νομικά διαχωρισμένες στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. (Βέλγιο, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο).

Ως γενική εικόνα, μπορούμε να πούμε ότι συγκριτικά η Ελλάδα έχει κινηθεί ιδιαίτερα αργά και αμυντικά για την ενσωμάτωση του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά στον διαχωρισμό των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας. Για το λόγο αυτό, τον Απρίλιο του 2006 η Ευρ. Επιτροπή έστειλε προειδοποιητική επιστολή στη χώρα μας για μη εφαρμογή των σχετικών κανόνων, ζητώντας τον περαιτέρω διαχωρισμό από τη ΔΕΗ των λειτουργιών διαχείρισης των δικτύων μεταφοράς και διανομής οι οποίες παραμένουν ακόμα σε αυτή.

Η ΔΕΗ παρουσίασε τον Νοέμβριο του 2007 τις στρατηγικές προτεραιότητες για την ανάπτυξή της, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι βασικές της σκέψεις για τον περαιτέρω διαχωρισμό των δραστηριοτήτων της στη μεταφορά και στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας.

Προτείνεται ο πλήρης νομικός διαχωρισμός των επιμέρους δραστηριοτήτων που ασκεί η επιχείρηση στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, και ο ιδιοκτησιακός διαχωρισμός της μεταφοράς και της διανομής, με τη δημιουργία 100% θυγατρικών επιχειρήσεων της ΔΕΗ Α.Ε. Περαιτέρω, μελετάται η ενσωμάτωση σε επόμενο στάδιο του ΔΕΣΜΗΕ στη θυγατρική εταιρεία μεταφοράς της ΔΕΗ.

Η εφαρμογή των προτάσεων αυτών είναι αναγκαία όχι απλά για να επιτευχθεί η παθητική συμμόρφωση προς τους ισχύοντες κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και για τον μετασχηματισμό της ΔΕΗ σε μία σύγχρονη, αποτελεσματική και δυναμική επιχείρηση, που αφενός θα παρέχει στους πελάτες της ολοκληρωμένες, καινοτόμες και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες και προϊόντα, και αφετέρου θα μπορεί να επεκταθεί σε νέες δραστηριότητες και αγορές που θα δημιουργήσουν νέες πηγές εσόδων.

Τα οφέλη που αναμένονται είναι πολλά και σημαντικά, με κυριότερα τα εξής:

  1. Πλήρης συμμόρφωση προς το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο και ιδίως προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2003/54/ΕΚ, και διασφάλιση της ομαλής προσαρμογής της ΔΕΗ στην περίπτωση τροποποίησης του πλαισίου. Υπό αυτές τις συνθήκες η ΔΕΗ θα μπορέσει να κινηθεί προς τα εμπρός, εξετάζοντας δυναμικές και εξωστρεφείς στρατηγικές κινήσεις για την επέκτασή της σε νέες δραστηριότητες και αγορές, ενώ σήμερα αναγκάζεται πολλές φορές να αυτοπεριορίζεται προσπαθώντας να μείνει στο απυρόβλητο.
  2. Εκμετάλλευση συνεργιών, μέσω της συγκέντρωσης των πόρων που διατίθενται για τη λειτουργία, συντήρηση και ανάπτυξη σε μία εταιρεία για το δίκτυο μεταφοράς και μία για το δίκτυο διανομής.
  3. Ταύτιση των στόχων των διαφόρων επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες δικτύων ηλεκ. ενέργειας. Η προβλεπόμενη σήμερα απόσχιση του Διαχειριστή κάθε δικτύου από τις μονάδες της ΔΕΗ που ασχολούνται στην πράξη με τη λειτουργία, συντήρηση και ανάπτυξή του, καθώς και από την κυριότητα των παγίων, ενδέχεται να οδηγήσει τον Διαχειριστή σε υπο-βέλτιστες επιλογές, καθώς αυτός δεν υφίσταται άμεσα τις οικονομικές συνέπειες των αποφάσεών του. Με άλλα λόγια, κανείς μας δεν θα έδινε ακόμα και μία μικρή επιχείρησή του (π.χ. ένα μικρό εμπορικό κατάστημα, ή ένα ενοικιαζόμενο σπίτι) να το λειτουργεί, συντηρεί και αναπτύσσει, σε μακροχρόνια βάση, ένας «ανεξάρτητος διαχειριστής» ο οποίος δεν υφίσταται καμία οικονομική συνέπεια για τις αποφάσεις του!
  4. Σημαντική μείωση της σπατάλης πόρων σε γραφειοκρατικές διαδικασίες. Όσο πιο «ρηχός» είναι ο διαχωρισμός του Διαχειριστή κάθε δικτύου από την καθετοποιημένη επιχείρηση (δηλ. όσο πιο λίγες αρμοδιότητες έχει τυπικά ο Διαχειριστής), τόσο περισσότερες υποχρεώσεις προβλέπονται γι αυτόν προκειμένου «όχι μόνον να είναι αλλά και να φαίνεται» ανεξάρτητος. Για παράδειγμα, στο σημερινό «ρηχό» μοντέλο διαχωρισμού του Διαχειριστή της διανομής, προβλέπεται σειρά από «υπομνήματα» προς τους εποπτεύοντες φορείς (ΥΠΑΝ, ΡΑΕ , «κανονισμούς πρόσβασης σε πληροφορίες», «κώδικες δεοντολογίας», τακτικές «εκθέσεις» προς τους εποπτεύοντες φορείς και «εκθέσεις αξιολόγησης» από αυτούς, προκειμένου να τεκμηριώνεται η διαρκής ανεξαρτησία του Διαχειριστή. Η σπατάλη πόρων είναι σημαντική, όχι μόνο για τους Διαχειριστές και τη ΔΕΗ, αλλά και για τους εποπτεύοντες φορείς. Επίσης, μέσω του επιδιωκόμενου ενιαίου σχήματος για κάθε δραστηριότητα δικτύου, θα επιτευχθεί μείωση της γραφειοκρατίας για την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του Διαχειριστή και της ΔΕΗ για τα θέματα που ουσιαστικά επεξεργάζονται μαζί (π.χ. ΜΑΣΜ).
  5. Διαφάνεια των οικονομικών αποτελεσμάτων κάθε δραστηριότητας δικτύου, που καθιστά δυνατή την εφαρμογή μηχανισμών ρύθμισης μέσω κινήτρων, οι οποίοι αναγνωρίζονται διεθνώς ως οι πλέον αποτελεσματικοί. Οι μηχανισμοί αυτοί, επιτρέπουν στους εποπτεύοντες φορείς να θέτουν στόχους για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται από τις επιχειρήσεις δικτύων, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό των δικτύων, σταθμίζοντας το κόστος που οι επιλογές τους προκαλούν, και το οποίο πρέπει να καταβάλλεται μέσω των ρυθμιζόμενων τιμολογίων στις επιχειρήσεις δικτύου. Επίσης, παρέχουν σημαντικά κίνητρα στις επιχειρήσεις δικτύου ώστε να ελαχιστοποιούν το συνολικό κόστος τους, μεγιστοποιώντας παράλληλα την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν, εντός του πλαισίου που καθορίζεται από τους εποπτεύοντες φορείς.
  6. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των εποπτευόντων φορέων και των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων δικτύων, καθώς και η εξάλειψη των κινδύνων εξωτερικών παρεμβάσεων λόγω ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης, διασφαλίζει μακροχρονίως την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων δικτύων, και ελαχιστοποιεί τους κινδύνους ως προς την οικονομική απόδοσή τους. Για το λόγο αυτό, οι επιχειρήσεις αυτές έλκουν διεθνώς επενδυτές χαμηλού ρίσκου, όπως είναι ιδίως τα ασφαλιστικά ταμεία.
  7. Διάκριση των χρεώσεων δικτύων στα τιμολόγια της ΔΕΗ, που θα της επιτρέψει να ανακτά το κόστος των υπηρεσιών που παρέχει μονοπωλιακά και από τους πελάτες που επιλέγουν εναλλακτικούς προμηθευτές. Επίσης, θα βοηθήσει στη σταδιακή εξάλειψη των εις βάρος της διακρίσεων στις ανταγωνιστικές δραστηριότητες, που γίνονται τόσο από τους εποπτεύοντες φορείς, όσο και από το κοινωνικό σύνολο (για παράδειγμα, πολλές φορές νέα έργα της ΔΕΗ αντιμετωπίζονται σήμερα με μεγαλύτερη καχυποψία από τις τοπικές κοινωνίες έναντι αντίστοιχων έργων των ανταγωνιστών της).
  8. Αποτελεσματικότερη διοίκηση και διαχείριση όλων των επιμέρους δραστηριοτήτων της σημερινής καθετοποιημένης επιχείρησης, σύμφωνα με τις αρχές της επιστήμης της διοίκησης επιχειρήσεων, μέσω της δημιουργίας μικρότερων και ομοιογενών οργανωτικών μονάδων.


Συνοψίζοντας, ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων δικτύων της ΔΕΗ θα προάγει σημαντικά:

  • την ασφάλεια και διαφάνεια του πλαισίου σε όλες τις επιμέρους δραστηριότητες του κλάδου της ηλεκτρικής ενέργειας, μονοπωλιακές και ανταγωνιστικές, επιταχύνοντας τις απαραίτητες επενδύσεις,
  • την αύξηση της αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων μεταφοράς και διανομής της ΔΕΗ και τη μείωση του σχετικού κόστους, με παράλληλη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και της ασφάλειας τροφοδοσίας,
  • το άνοιγμα της επιχείρησης σε νέες δραστηριότητες και αγορές.


Είναι λοιπόν αναγκαίο η ΔΕΗ να προχωρήσει στις επιλογές εκείνες που θα την καταστήσουν ισχυρή, αποτελεσματική και εξωστρεφή στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί. Αυτό θα διασφαλίσει μακροχρόνια τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου, της επιχείρησης και των εργαζομένων σε αυτή, οι οποίοι το μόνο που πρέπει να φοβούνται είναι η διατήρηση της σημερινής ασταθούς ισορροπίας, που θα οδηγήσει στην ανεξέλεγκτη προσαρμογή της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στους σύγχρονους κανόνες όταν νομοτελειακά αυτή θα βγει από το ημίφως.


Η ΔΕΗ καλείται άμεσα να επιλέξει είτε τη δυναμική αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων και υποχρεώσεών της κατά τρόπο ελεγχόμενο που εκμεταλλεύεται και επεκτείνει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, είτε την παθητική στασιμότητα εν αναμονή των εξελίξεων που θα καθοριστούν από τρίτους.


Οι πρόσφατες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως προωθούνται από το τρίτο πακέτο κανονιστικού πλαισίου δικαιώνουν απολύτως τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΔΕΗ, όπως δημοσιοποιήθηκαν το Νοέμβριο του 2007. Η προτεινόμενη δομή όχι μόνο δεν οδηγεί στον τεμαχισμό και την απαξίωση της επιχείρησης, αλλά αντιθέτως την ενδυναμώνει εξασφαλίζοντας την ομαλή λειτουργία της αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας.


(Από την εφημερίδα Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 15/04/2008)