Η κυβέρνηση, ως ορίζει το Σύνταγμα, επέλεξε χθες νέο εισαγγελέα στον Αρειο Πάγο και νέα πρόεδρο στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η βαρύτητα των θεσμικών θέσεων στην ηγεσία της Δικαιοσύνης, η διαχείριση πληθώρας μείζονος σημασίας, κατά καιρούς, θεμάτων που καλούνται όσοι επιλέγονται να φέρουν εις πέρας, καθιστούν τις επιλογές αυτές εξαιρετικά σοβαρές από πολιτικής και θεσμικής πλευράς

Κατά καιρούς, δεν ήταν λίγες οι φορές που διάφορες κυβερνήσεις –η καθεμιά για τους δικούς της λόγους– προχώρησαν σε επιλογές ανώτατων δικαστικών για τις κορυφαίες θέσεις της δικαστικής ιεραρχίας, που τις «πλήρωσαν» στη συνέχεια, πρώτα οι ίδιες, και βέβαια η κοινωνία, το πολιτικό σύστημα, η δικαιοσύνη.

Δύσκολα ξεχνιέται η διαχείριση που επιφύλαξε η επίτιμη –πλέον– εισαγγελέας Ξένη Δημητρίου, που επιλέχθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν δεν απέτρεψε τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο, να την επισκεφθεί στο γραφείο της, λίγη ώρα μετά την αποστολή στη Βουλή του φακέλου με τους δέκα πολιτικούς για τη Novartis, ανοίγοντας ένα ακόμα κεφάλαιο αμφισβητήσεων για τις σχέσεις της δικαιοσύνης με τις εκάστοτε κυβερνήσεις.

Τα παραδείγματα, αν κανείς ανατρέξει στην πρόσφατη ιστορία μετά τη μεταπολίτευση, είναι δυστυχώς πολλά. Κοντόφθαλμες προσεγγίσεις, κομματικά κριτήρια, προσωπικές σχέσεις χωρίς έρμα, και πρωτίστως αναξιοκρατικές θεωρήσεις έχουν οδηγήσει σε επιλογές στην ηγεσία της δικαιοσύνης, η κατάσταση της οποίας, έτσι όπως είναι σήμερα, αποδεικνύει –πέραν των πολλών άλλων ουσιαστικών υπευθύνων– την ποιότητα τέτοιων βαριάς θεσμικής αξίας πολιτικών επιλογών.

Η σχέση αξιοκρατίας και κάποιων επιλογών για την ηγεσία της δικαιοσύνης τα τελευταία χρόνια, είχαν τη σχέση που έχει ο φάντης με το ρετσινόλαδο.

Η χθεσινή απόφαση για τον Ισίδωρο Ντογιάκο, που είναι πλέον ο νέος εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αλλά και η επιλογή της νέας προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Ευαγγελίας Νίκα, δίδουν την εντύπωση πως κάτι αρχίζει να γίνεται αντιληπτό.

Η κυβέρνηση, και εντέλει ο πρωθυπουργός, που ενέκρινε την απόφαση του υπουργικού συμβουλίου, σηματοδότησε πως η αξιοκρατία οφείλει να είναι, πριν από κάθε άλλο, το ουσιώδες κριτήριο για την επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης. Αν αυτό επιβεβαιωθεί, στη συνέχεια, με τολμηρές νομοθετικές αλλαγές, που θα συμβάλλουν στην ανέλιξη των ικανών και των αφοσιωμένων στο λειτούργημά τους δικαστικών, θα πείσουν ότι πραγματικά κάτι θα αλλάξει. Οτι θα αλλάξει κάτι επί της ουσίας σε ένα χώρο, όπως η δικαιοσύνη, που αφορά την κοινωνία στο σύνολο, την οικονομία, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Αλλιώς σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, δεν θα ήταν καλό να επιβεβαιωθεί η σοφή λαϊκή ρήση για τις αστοχίες στη θάλασσα και τις συνέπειες που έχουν στο αλάτι.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")