Ευρωπαϊκή Σαφήνεια, Αμερικανική Ουδετερότητα...

Τόσο ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μπαρόζο όσο και ο αρμόδιος για την Διεύρυνση Επίτροπος Ρεν είναι στο στόχαστρο του σκληρού πυρήνα του Κεμαλικού Κατεστημένου στην Τουρκία: Η σαφής τοποθέτησή τους υπέρ του Ερντογάν μετά την εκδήλωση του Δικαστικού Πραξικοπήματος έχει προκαλέσει ένα κύμα ύβρεων - Ιμπεριαλιστές και Αποικιοκράτες- στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Μπαϊκάλ και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης CHP.
Του Γιώργου Καπόπουλου
Πεμ, 15 Μαΐου 2008 - 05:46

Τόσο ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μπαρόζο όσο και ο αρμόδιος για την Διεύρυνση Επίτροπος Ρεν είναι στο στόχαστρο του σκληρού πυρήνα του Κεμαλικού Κατεστημένου στην Τουρκία: Η σαφής τοποθέτησή τους υπέρ του Ερντογάν μετά την εκδήλωση του Δικαστικού Πραξικοπήματος έχει προκαλέσει ένα κύμα ύβρεων - Ιμπεριαλιστές και Αποικιοκράτες- στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Μπαϊκάλ και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης CHP.

Το Κεμαλικό Κατεστημένο είναι για ακόμη μια φορά σε μια παράδοση που ξεκινά από την εποχή των Νεότουρκων που χαρακτηρίζει κάθε παρέμβαση υπέρ του εκδημοκρατισμού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που προέρχεται από τη Δύση ως απειλή για την ενότητα, ανεξαρτησία και ακεραιότητα της χώρας.

Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η επιφυλακτική στάση της Ουάσιγκτον που μόνον ως ευμενής ουδετερότητα προς το Κεμαλικό Κατεστημένο μπορεί να εκληφθεί. Εντύπωση, γιατί εδώ και μια και πλέον δεκαετία οι ΗΠΑ δεν έπαυαν να παροτρύνουν την Αγκυρα να προσαρμόσει το Κεμαλικό Καθεστώς στις νέες εσωτερικές και περιφερειακές προκλήσεις.

Εντύπωση γιατί η πολιτική Ερντογάν στο Κουρδικό εντός και εκτός συνόρων είναι η μόνη που μπορεί να εξυπηρετήσει την αμερικανική πολιτική στο Ιράκ.

Είναι προφανές ότι σήμερα τα δεδομένα είναι διαφορετικά με τη συγκυρία στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή να είναι συνολικά δυσμενής για τις ΗΠΑ. Η «ουδετερότητα» της Ουάσιγκτον απέναντι στο εν εξελίξει δικαστικό πραξικόπημα έχει πολλές ερμηνείες:

  • Πρώτον, την επίγνωση ότι και οι δύο πλευρές της εν εξελίξει σύγκρουσης εκφράζουν δύο διαφορετικές εκδοχές του αντιαμερικανισμού.
  • Δεύτερον, την πρόβλεψη ότι σε περίπτωση εκτροπής από τη νομιμότητα χωρίς λαϊκό έρεισμα και μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. το Κεμαλικό Κατεστημένο δεν θα έχει άλλη επιλογή παρά να ευθυγραμμισθεί πλήρως με την Ουάσιγκτον.


Εδώ και δέκα χρόνια η Ουάσιγκτον ζητά μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία, πολιτική προσέγγιση στο Κουρδικό και προβάλλει τη σύνθεση Κοσμικού Κράτους και Ισλαμικής Παράδοσης που προσπάθησε να πραγματοποιήσει ο Οζάλ ως πρότυπο.

Η θητεία όμως του Ερντογάν στην Πρωθυπουργία έδειξε ότι είναι δύσκολος εταίρος:

  • Βελτίωσε θεαματικά τις σχέσεις με το Ιράν, τη Συρία και άνοιξε δίαυλο επικοινωνίας με τη Χαμάς.
  • Πάγωσε στην πράξη τη διμερή Αμυντική Συνεργασία με το Ισραήλ, την οποία συνήψε η Ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας στις αρχές του 1996.


Εκ των πραγμάτων η Τουρκία του Ερντογάν που διαπραγματεύεται την ένταξή της στην Ε.Ε. και ταυτόχρονα έχει για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1918 επιστρέψει και με βαρύνοντα ρόλο στους συσχετισμούς του Αραβομουσουλμανικού Κόσμου, είναι μια Περιφερειακή Δύναμη με διευρυμένα περιθώρια ελιγμών απέναντι στην Ουάσιγκτον.

Αντίθετα, μια Τουρκία υπό τον έμμεσο ή και απροσχημάτιστο έλεγχο της Στρατιωτικής Ηγεσίας με δεδομένο το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. και την εχθρική περιχαράκωση απέναντι στο Ιράν και τη Συρία θα είναι μια χώρα που υποχρεωτικά θα έχει ως μόνα σημεία αναφοράς τη Στενή Συνεργασία με τις ΗΠΑ, αλλά και την αναζωογόνηση της Διμερούς Συνεργασίας με το Ισραήλ.

Στα παραπάνω υπάρχει μια μεγάλη υποθήκη το Κουρδικό εντός και εκτός συνόρων. Σκληρή καταστολή στο εσωτερικό θα φέρει αργά ή γρήγορα την Αγκυρα σε ευρείας κλίμακας εμπλοκή στο Βόρειο Ιράκ, αλλά και σε αντιπαράθεση με τους κύριους υποστηρικτές της Αυτόνομης Κουρδικής Οντότητας, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.

Οι αντιφάσεις της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στην Τουρκία δεν είναι καινούργιες:

  • Στη δεκαετία του 50 στήριξαν την μεταρρυθμιστική οικονομική πολιτική του Μεντερές, αλλά δεν έπραξαν τίποτε για να αποτρέψουν την πραξικοπηματική ανατροπή του.
  • Το ίδιο έπραξαν και τις δύο φορές που ανετράπη ο Ντεμιρέλ το 1971 και το 1980.


Ετσι ομόθυμη στήριξη που έλαβε ο Ερντογάν από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ στις εκλογές του 2002 και του 2007 δεν υφίσταται σήμερα. Η αμερικανική ουδετερότητα ενθαρρύνει εκ των πραγμάτων τα πιο ακραία στοιχεία του Κεμαλικού Κατεστημένου.


(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 15/05/2008)