Εναλλακτικές Πηγές Ενεργείας

Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα έχει στρέψει κράτη, επιχειρήσεις και ιδιώτες προς τις εναλλακτικές πηγές ενεργείας. Σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός για το ποιες τεχνολογίες είναι πιο αποδοτικές, λιγώτερο ρυπογόνες και πιο ασφαλείς. Κυρίως το δίλημμα αφορά στην επιλογή μεταξύ πυρηνικής ενέργειας και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ).
Tου Θανάση Κουκάκη
Τετ, 28 Μαΐου 2008 - 06:30

Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα έχει στρέψει κράτη, επιχειρήσεις και ιδιώτες προς τις εναλλακτικές πηγές ενεργείας. Σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο αναπτύσσεται ένας έντονος προβληματισμός για το ποιες τεχνολογίες είναι πιο αποδοτικές, λιγώτερο ρυπογόνες και πιο ασφαλείς. Κυρίως το δίλημμα αφορά στην επιλογή μεταξύ πυρηνικής ενέργειας και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Στην χώρα μας αυτή η συζήτηση άνοιξε με καθυστέρηση.

Το θέμα ήρθε προσφάτως στην επικαιρότητα από τον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ κ. Γ. Σουφλιά, ο οποίος μιλώντας σε διεθνές συνέδριο για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή υπεστήριξε ότι, «ορθά» η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμπεριλάβει στην κατηγορία των φιλικών προς το περιβάλλον πηγών ενεργείας και την πυρηνική. Η συγκεκριμένη αναφορά προκάλεσε πολλές επικρίσεις και ερμηνεύθηκε ως προσπάθεια της Κυβέρνησης να προϊδεάσει την κοινή γνώμη για την δημιουργία πυρηνικού εργοστασίου στην Ελλάδα. Οι αντιδράσεις αποτύπωσαν πλήρως την πυρηνική φοβία που εξακολουθεί να επικρατεί στην Ελλάδα.

Ωστόσο, η ερμηνεία που έδωσε ο κ. Σουφλιάς δεν ήταν εσφαλμένη. Αν κάποιος ανατρέξει στην ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και συγκεκριμένα στην ενότητα Ενέργεια - Πυρηνική Ενέργεια, θα πληροφορηθεί ότι οι πυρηνικοί σταθμοί παράγουν σήμερα περίπου το 1/3 της ηλεκτρικής ενέργειας και το 15% της ενέργειας που καταναλώνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Όπως χαρακτηριστικώς αναφέρεται, οι πυρηνικοί σταθμοί είναι ένας τομέας με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και με σχετικά σταθερές δαπάνες, «πράγμα που τον καθιστά ενδιαφέροντα από την άποψη της ασφάλειας του εφοδιασμού και την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών».
Πέρα από τις όποιες αντιδράσεις προκάλεσε η δήλωση Σουφλιά, η ανάγκη απεξάρτησης της Ελλάδος από το πετρέλαιο παραμένει. Όταν ο μέσος Ευρωπαϊκός όρος εξάρτησης από το πετρέλαιο κυμαίνεται στο 50%, στην χώρα μας προσεγγίζει το 75%. Υπό το πρίσμα αυτό και με την τιμή του πετρελαίου να οδεύει προς τα 150 δολλάρια ανά βαρέλι, αποτελεί υποχρέωση της Κυβέρνησης να διερευνήσει όλες τις εναλλακτικές λύσεις, συμπεριλαμβανομένης και της πυρηνικής ενέργειας.

Ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Χρήστος Φώλιας ομιλώντας στο Διεθνές Συνέδριο για την Ενέργεια που διοργάνωσε προ ημερών το Δικηγορικό Γραφείο Λυκουρέζου, διευκρίνισε ότι ο ενεργειακός σχεδιασμός της Ελλάδας δίνει μέχρι το 2020 ιδιαίτερη έμφαση στην προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και δεν περιλαμβάνει την χρήση της πυρηνικής ενέργειας.

Στην ίδια εκδήλωση ο πρώην Καγκελλάριος της Γερμανίας Γκέρχαρντ Σρέντερ υπογράμμισε πως η πραγματική ανεξαρτησία στον ενεργειακό τομέα, διασφαλίζεται από την στροφή προς τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, με τις διαθέσιμες επιλογές να είναι η πυρηνική ενέργεια και οι ανανεώσιμες πηγές. Ο ίδιος πάντως επεσήμανε πως τα προβλήματα με την συλλογή των πυρηνικών αποβλήτων και ο πλουραλισμός των ενεργειακών πηγών, περιόρισαν την τελευταία δεκαετία την χρήση της πυρηνικής ενέργειας στην Γερμανία.

Η πυρηνική ενέργεια δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή, ωστόσο είναι μια εναλλακτική πηγή. Βουλγαρία, Τουρκία Ισραήλ, Ρουμανία, Γαλλία και Ιταλία, χώρες που γειτνιάζουν με την Ελλάδα, έχουν επιλέξει την πυρηνική τεχνολογία, την οποία θεωρούν ιδιαιτέρως αποδοτική. Η δε Ελλάδα εισάγει χρόνια τώρα ηλεκτρικό ρεύμα που παράγεται από τους πυρηνικούς αντιδραστήρες του Κοζλοντούι, στην Βουλγαρία. Αναλύσεις εκτιμούν πως δύο σύγχρονοι πυρηνικοί αντιδραστήρες, δυναμικότητας 2.000 MW και συνολικού κόστους 3 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να ενισχύσουν αποτελεσματικά το ενεργειακό σύστημα της Ελλάδος για περίπου 30 χρόνια.

Οι πολέμιοι της πυρηνικής ενέργειας υποστηρίζουν ότι η επένδυση χρόνου, χρημάτων και πολιτικής βούλησης στην πυρηνική ενέργεια οξύνει τα τρέχοντα προβλήματα, αφού εκτρέπει πόρους από τις πραγματικές λύσεις. Υπογραμμίζουν δε πως η σεισμικότητα της Ελλάδος καθιστά ιδιαιτέρως επικίνδυνο το εγχείρημα δημιουργίας πυρηνικού εργοστασίου στην χώρα μας (η σεισμική Ιαπωνία έχει 55 εγκαταστάσεις παραγωγής πυρηνικής ενέργειας) και κάνουν έκκληση για επικέντρωση των προσπαθειών στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας έχουν σήμερα συμμετοχή 12% στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας μας, με την ανάπτυξή τους να παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα, αλλά και προκλήσεις. Συγκεκριμένα, το επενδυτικό περιβάλλον για εφαρμογές και βιομηχανικές δραστηριότητες παραμένει δυσχερές, η σύνδεση στο δίκτυο εξακολουθεί να είναι δύσκολη και ασύμφορη ως προς το κόστος, η έρευνα για την διείσδυση των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό δίκτυο είναι περιορισμένη, ενώ απουσιάζει και το εξειδικευμένο προσωπικό.

Τα υδροηλεκτρικά φράγματα και τα αιολικά πάρκα καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ελλάδα, με την βιομάζα, τα φωτοβολταϊκά και την γεωθερμία να έχουν ισχνή συμμετοχή. Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί για την σωστή εισαγωγή των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα απαιτείται μελετημένη μείξη των διαφόρων μορφών ΑΠΕ, τεχνολογίες φιλικές στο ηλεκτρικό δίκτυο, αλλά και επενδύσεις για την αναβάθμιση του υφιστάμενου δικτύου.

Το παράδοξο είναι ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αντιμετωπίζονται στην Ελλάδα περίπου όπως και οι πυρηνικές μονάδες. Οι αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών, λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης των κατοίκων για τις ωφέλειες και τις επιπτώσεις των εγκαταστάσεων ΑΠΕ στο περιβάλλον και στην οικονομία, οδηγούν σε δικαστικές διαμάχες και πολυετείς καθυστερήσεις. Από την άλλη πλευρά, η πολύπλοκη αδειοδοτική διαδικασία, που περιλαμβάνει την έκδοση πολυάριθμων αποφάσεων και εγκρίσεων από διάφορους φορείς, παίρνει πολύ χρόνιο και συχνά αποθαρρύνει τους επίδοξους επενδυτές.

Η απεξάρτηση της Ελλάδος από το πετρέλαιο καθυστερεί δραματικά, εις βάρος της οικονομίας και της κοινωνίας. Την ίδια στιγμή συζητήσεις με πραγματικό περιεχόμενο για το ενεργειακό μέλλον της χώρας μετατίθενται στο διηνεκές, ενώ οι εκπεφρασμένες πολιτικές καθυστερούν να υλοποιηθούν. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας ή πυρηνική ενέργεια δεν είναι το πραγματικό δίλημμα. Ζητούμενο είναι η βούληση για υιοθέτηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας.

(Από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ,26/05/2008)