Πυρηνικό Κρυφτό;

Οι υπάρχοντες πυρηνικοί σταθμοί στην Ε.Ε. των «27» είναι 152 αντιδραστήρες που και παράγουν περίπου το 1/3 της ηλεκτρικής ενέργειας και το 15% της ενέργειας που καταναλώνεται συνολικά.
Της Μαρίας Λογοθέτη
Τετ, 4 Ιουνίου 2008 - 05:18

Οι υπάρχοντες πυρηνικοί σταθμοί στην Ε.Ε. των «27» είναι 152 αντιδραστήρες που και παράγουν περίπου το 1/3 της ηλεκτρικής ενέργειας και το 15% της ενέργειας που καταναλώνεται συνολικά. Πολλά ευρωπαϊκά κράτη έχουν επιλέξει τη χρήση πυρηνικής ενέργειας, με προεξάρχουσα τη Γαλλία, ακολουθεί η Φινλανδία, οι Βαλτικές χώρες, οι Βαλκανικές, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Σλοβακία η Ουγγαρία, καθώς και οι παλιές πυρηνικές δυνάμεις, Ηνωμένο Βασίλειο και Βέλγιο. Στον αντίποδα βρίσκεται η Ελλάδα, που μέχρι πρόσφατα δεν συζητούσε το ζήτημα, η Αυστρία, η οποία δεν επιτρέπει πλέον τη χρήση πυρηνικής ενέργειας, η Γερμανία η οποία αντιπαλεύει μεταξύ της μερικής ή ολικής αποπυρηνικοποίησης και η Ιταλία που προσφάτως φαίνεται να αναθεωρεί την πολιτική της.

Παράλληλα, η γειτονιά της Ευρώπης, Αλβανία, Τουρκία, Ρωσία, Αίγυπτος, Λιβύη, κυρίως, έχουν προχωρήσει ή προγραμματίζουν σοβαρές επενδύσεις στον τομέα αυτό.

Η πυρηνική ενέργεια είχε επιλεγεί ως μέσο ενεργειακής ανεξαρτησίας της ΕΟΚ από το 1957 και η συνθήκη ΕΥΡΑΤΟΜ είχε στόχο την κατανομή του επενδυτικού κόστους της πυρηνικής ενέργειας, το οποίο ξεπερνούσε τις δυνατότητες των μεμονωμένων κρατών.

Εκτοτε, το φθηνό πετρέλαιο και τα αλλεπάλληλα προβλήματα που παρουσίαζαν οι αντιδραστήρες και τα απόβλητα είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ισχυρών οικολογικών κινημάτων και οδήγησαν στην σχεδόν πλήρη διαγραφή της πυρηνικής ενέργειας από το λεξιλόγιο της Ευρώπης.

Η Ε.Ε. μελέτησε το ζήτημα προσεκτικά, αναδεικνύοντας τις διαστάσεις της ασφάλειας, προμήθειας και διαφοροποίησης πηγών και ενεργειακών πόρων, παράλληλα με την ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών ενέργειας, ενώ πέρυσι αποφάσισε να λάβει μέτρα για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων.

Σε όλες τις αποφάσεις της Ε.Ε. προβάλλει διστακτικά μια παράγραφος, συνήθως στο τέλος του κειμένου, που λέει ότι η χρησιμοποίηση ή μη της πυρηνικής ενέργειας αποτελεί επιλογή των κρατών-μελών. Ταυτόχρονα, όμως, η πλειοψηφία των χωρών που προαναφέρθηκαν προβαίνουν σε σημαντικές επενδύσεις και αγοραπωλησίες ενέργειας. Και η χώρα μας αγόραζε ηλεκτρική ενέργεια από τη Βουλγαρία και ίσως στο μέλλον κληθεί να καλύψει τις πλεονάζουσες ανάγκες της σε ηλεκτρική ενέργεια από νέους, υπό κατασκευή, σταθμούς της γειτονιάς της.

Ολα λοιπόν έχουν αφεθεί στην καλή θέληση των κρατών-μελών. Η Ε.Ε. με τη στάση της αυτή μήπως επιλέγει τελικά να παίξει «κρυφτό»; Εάν η επίκληση της διστακτικότητας ορισμένων κυβερνήσεων να συζητήσουν ανοικτά όλες τις παραμέτρους του ζητήματος αρκεί, τότε, η χωρίς συνολικό προγραμματισμό ανάπτυξη πυρηνικών αντιδραστήρων δεν εμπεριέχει κινδύνους;

Πότε, λοιπόν, θα ήταν η καταλληλότερη στιγμή για την προώθηση μιας πρότασης για τη δημιουργία μιας κοινής πολιτικής στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, ώστε να ωφεληθεί το σύνολο της Ε.Ε.;

Ορισμένα πλεονεκτήματα μιας κοινής πολιτικής θα ήταν:

  • Οικονομίες κλίμακος στην παραγωγή, διανομή, με θετικές επιπτώσεις στις τιμές πώλησης.
  • Η διασφάλιση υψηλότερων δυνατών κοινών κανόνων ασφαλείας.
  • Η μη επιβολή σε κανένα κράτος-μέλος της υποχρέωσης να κατασκευάσει πυρηνικά εργοστάσια στο έδαφός του. Η συζήτηση λοιπόν περί εγκατάστασης πυρηνικών σταθμών σε χώρα όπου η κοινή γνώμη αντιδρά, ενώ στην άμεση γειτονιά της δημιουργούνται νέοι σταθμοί και ως δική της επενδυτική επιλογή, θα εκλείψει.
  • Η διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων, που ξεπερνά τα εθνικά σύνορα, ούτως ή άλλως, αλλά και της αντικατάστασης των παλιών πυρηνικών αντιδραστήρων, θα οργανώνεται, ελέγχεται και υποστηρίζεται οικονομικά ή άλλως πώς, σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
  • Θα ενισχυθεί η κοινή έρευνα για τη βελτίωση της τεχνολογίας παραγωγής, αλλά και διαχείρισης των αποβλήτων.


Εντέλει, η συγκυρία σήμερα μας οδηγεί στην εξέταση όλων των δυνατών εναλλακτικών λύσεων, όμως ουσιαστική επίδραση στο μέλλον της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης θα έχει μόνο η δημιουργία μιας κοινής πολιτικής ενέργειας, εφόσον ρυθμίσει το σύνολο των ενεργειακών πηγών. Ως προς το δικαίωμα εθνικής επιλογής του ενεργειακού μείγματος, αυτό μπορεί και πρέπει να παραμείνει παράμετρος της κοινής πολιτικής. Αλλωστε, κοινή πολιτική δεν σήμαινε ποτέ ομοιογενή αντιμετώπιση του οικονομικού χώρου, άλλωστε.

Μαρια Λογοθετη - Εμπειρογνώμονος πρεσβευτή, συμβούλου ΥΠΕΞ

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 04/06/2008)