Τον κώδωνα του κινδύνου για άλλη μια φορά έκρουσε ο κ Νobuo Tanaka, εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), από το Τόκιο κατά την παρουσίαση της τελευταίας έκδοσης «Οι Προοπτικές της Ενεργειακής Τεχνολογίας» (ΕΤΡ), τονίζοντας ότι η ύπαρξη μιας πληθώρας παραγόντων όπως η όλο και αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια, η άνοδος των ρυθμών παραγωγής αερίων του θερμοκηπίου και τα αμφίβολα αποθέματα στερεών και υγρών καυσίμων έχουν οδηγήσει στην δημιουργία εφιαλτικών σεναρίων για το μέλλον της ανθρωπότητας.

Τον κώδωνα του κινδύνου για άλλη μια φορά έκρουσε ο κ Νobuo Tanaka, εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), από το Τόκιο κατά την παρουσίαση της τελευταίας έκδοσης «Οι Προοπτικές της Ενεργειακής Τεχνολογίας» (ΕΤΡ), τονίζοντας ότι η ύπαρξη μιας πληθώρας παραγόντων όπως η όλο και αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια, η άνοδος των ρυθμών παραγωγής αερίων του θερμοκηπίου και τα αμφίβολα αποθέματα στερεών και υγρών καυσίμων έχουν οδηγήσει στην δημιουργία εφιαλτικών σεναρίων για το μέλλον της ανθρωπότητας.

Σύμφωνα με τον κ Tanaka, αυτές οι ζοφερές προβλέψεις είναι πολύ πιθανόν να πραγματοποιηθούν αν δεν γίνουν αφενός ριζικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίον τα κράτη διαχειρίζονται την ενέργεια που καταναλώνουν αφετέρου αν δεν προαχθεί η τεχνολογία προκειμένου να δώσει αποτελεσματικές λύσεις. Στην τελευταία έκδοση του ΕΤΡ παρουσιάζονται τρία πιθανά σενάρια για το παγκόσμιο ενεργειακό μέλλον έως το 2050. Το πιο εφιαλτικό βέβαια απ’ αυτά παρουσιάζει έναν κόσμο όπου οι εκπομπές των βλαβερών αερίων θα έχουν αυξηθεί κατά 130% σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα ενώ η ζήτηση για πετρέλαιο θα είναι κατά 70% πιο ψηλά από την σημερινή. Η μεγάλη ζήτηση για υδρογονάνθρακες θα οδηγήσει στην ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση της τιμής τους ενώ γι αυτόν ακριβώς τον λόγο τα κράτη θα στραφούν στον λιθάνθρακα ο οποίος όμως έχει και τις μεγαλύτερες εκπομπές ρίπων δημιουργώντας έτσι έναν ολόκληρο φαύλο κύκλο.

Το δεύτερο σενάριο αναλύει μία κατάσταση σαφώς καλύτερη από την προηγούμενη αφού θεωρεί ότι αν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα τότε έως το 2050 παρά τους ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης χωρών όπως η Κίνα ή η Ινδία τα επίπεδα των ρίπων θα είναι περίπου τα ίδια με τα σημερινά. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, θα πρέπει να γίνουν γενναίες επενδύσεις σε τεχνολογία ακόμα κι αν αυτές ξεπερνάνε αναλογικά τα 50 δολάρια ανά τόνο CO2 που διαφορετικά θα έπρεπε να πληρώσει μία βιομηχανία η μία εταιρεία παραγωγής ηλεκτρισμού προκειμένου να αποκτήσει δικαιώματα εκπομπής.

Το τρίτο σενάριο και φυσικά το πιο τολμηρό, αισιόδοξο και ίσως με τα σημερινά δεδομένα σχεδόν ακατόρθωτο παρουσιάζει μείωση των ρίπων το 2050 κατά 50% σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Φυσικά για να συμβεί κάτι τέτοιο ή τουλάχιστον να προσεγγιστεί έστω και στο ελάχιστο ένας τέτοιος στόχος ο κ Tanaka έκανε σαφές ότι ένα κράτος θα πρέπει να χρησιμοποιήσει μία πληθώρα τρόπων διαχείρισης της ενέργειας, με άλλα λόγια ένα ιδιότυπο ενεργειακό κοκτέιλ που θα είναι και φιλικό προς το περιβάλλον αλλά θα εξασφαλίζει και την ενεργειακή αειφορία. Αυτό θα επιτευχθεί ακόμα κι αν χρειαστεί να γίνουν τολμηρά βήματα στον τομέα των επενδύσεων οι οποίες θα ξεπερνούν κατά πολύ τα 200 και ίσως 500 δολάρια ανά τόνο CO2 που θα πρέπει να πληρώσει μία βιομηχανία προκειμένου να μην εκπέμπει ρυπογόνα αέρια στο περιβάλλον.

Ο κ Tanaka τόνισε ότι ο συνδυασμός του ενεργειακού μείγματος θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τις τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης του CO2 (CCS), τις ΑΠΕ, την εξοικονόμηση ενέργειας αλλά και την πυρηνική ενέργεια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΙΕΑ, για να υπάρξει σοβαρή προοπτική να προσεγγιστούν οι στόχοι του πιο αισιόδοξου σεναρίου θα πρέπει κάθε χρόνο από το 2010 μέχρι το 2050, να τοποθετούνται τεχνολογίες CCS σε 60 περίπου ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες καύσης λιθάνθρακα και φυσικού αερίου, να κατασκευάζονται 32 πυρηνικά εργοστάσια ενώ θα έπρεπε επίσης να τοποθετούνται κάθε χρόνο γύρω στις 17.500 τουρμπίνες αιολικής ενέργειας. Εάν το σενάριο αυτό μπορούσε να γίνει πραγματικότητα μέχρι το 2050, τότε η ζήτηση πετρελαίου όχι μόνον δεν θα αυξανόταν κατά 70% σύμφωνα με το σενάριο της τρέχουσας κατάστασης (σενάριο 1ο ) αλλά αντίθετα θα μειωνόταν κατά 27% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005.

Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο θα πρέπει να γίνουν πολύ τολμηρές επενδύσεις στον τομέα της τεχνολογίας όσο κι αν αυτό δημιουργούσε στην αρχή αρκετά μεγάλο κόστος και ίσως ζημία σε πολλές βιομηχανίες. Το μέλλον της ενέργειας, όπως υποστήριξε ο κ Tanaka βρίσκεται τόσο στις τεχνολογίες CCS όσο και στην πυρηνική ενέργεια και συμπλήρωσε ότι αν δεν αναπτυχθούν οι δύο αυτοί τομείς δεν θα μπορέσει ποτέ η παγκόσμια κοινότητα να πετύχει έστω και αμυδρά τους στόχους του πιο αισιόδοξου από τα τρία σενάρια. Από την άλλη διευκρίνισε ότι οι ΑΠΕ είναι μία σημαντική προοπτική που μπορεί επικουρικά να στηρίξει την βιωσιμότητα του ενεργειακού συστήματος ενώ η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί τον πλέον αξιόπιστο και γρήγορο τρόπο για να επιτευχθούν βραχυπρόθεσμοι κυρίως στόχοι. Με βάσει αυτά τα δεδομένα, τα κράτη δεν θα έπρεπε να λειτουργήσουν ως μεμονωμένες οντότητες αλλά αντίθετα θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν από κοινού τις οποιεσδήποτε προκλήσεις δημιουργώντας ένα δίκτυο συνεργασίας κι ένα κοινό όραμα συμπόρευσης και συστράτευσης εναντίον του κινδύνου μιας μη αναστρέψιμης οικολογικής καταστροφής.