Η ανησυχία για ενδεχόμενη ανάμειξη κερδοσκόπων στην εκτίναξη της τιμής του αργού πετρελαίου σε επίπεδα-ρεκόρ, οδήγησε την επιτροπή Οικονομικών της Βουλής των Κοινοτήτων στην απόφαση να πραγματοποιήσει την πρώτη της ακροαματική διαδικασία με θέμα την επιτήρηση της πετρελαϊκής αγοράς του Λονδίνου, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής, Τζον Μακ Φολ.

Η ανησυχία για ενδεχόμενη ανάμειξη κερδοσκόπων στην εκτίναξη της τιμής του αργού πετρελαίου σε επίπεδα-ρεκόρ, οδήγησε την επιτροπή Οικονομικών της Βουλής των Κοινοτήτων στην απόφαση να πραγματοποιήσει την πρώτη της ακροαματική διαδικασία με θέμα την επιτήρηση της πετρελαϊκής αγοράς του Λονδίνου, όπως δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής, Τζον Μακ Φολ.

Η εξέλιξη αυτή αποτελεί μία ένδειξη των έντονων πιέσεων που υπάρχουν σε πολιτικό επίπεδο στη Μεγάλη Βρετανία για διευθέτηση, ή τουλάχιστον προσπάθεια διευθέτησης, των αιτιών που έχουν οδηγήσει στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Αντίστοιχο θέμα έχει δημιουργηθεί και στις ΗΠΑ, όπου τις τελευταίες εβδομάδες το Κογκρέσο πραγματοποίησε έκτακτες συνεδριάσεις για το ζήτημα.

Την περασμένη εβδομάδα, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε ένα νέο νόμο, ο οποίος επιτρέπει στο παρατηρητήριο αποθεμάτων της χώρας, την Commodity Futures Trading Commission (CFTC), «να χρησιμοποιεί την εξουσία της και να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να χαλιναγωγεί την υπερβολική κερδοσκοπία στην αγορά των ενεργειακών αποθεμάτων».

Ο κ. Μακ Φολ, βουλευτής των Εργατικών στο Δυτικό Ντάμπαρτονσαϊρ, επισήμανε ότι οι δύο υποψήφιοι για την αμερικανική προεδρία, ο Ρεπουμπλικανός Τζον ΜακΚέιν και ο Δημοκρατικός Μπάρακ Ομπάμα, καθώς και ο ανεξάρτητος γερουσιαστής Τζόζεφ Λίπερμαν έχουν εκφράσει έντονη ανησυχία για τον ρόλο των κερδοσκόπων στην αγορά πετρελαίου.

Όπως ανέφερε, έχει προγραμματιστεί μία συνεδρίαση για το θέμα στις 15 Ιουλίου. Παράλληλα, ο κ. Μακ Φολ υποστήριξε ότι «Υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα εδώ. Πρέπει να αναλάβουμε δράση καθώς υπάρχουν πληροφορίες ότι τα κέρδη των κερδοσκόπων στην αγορά πετρελαίου ανέρχονται στα 260 δισ. δολάρια».

Οι προσπάθειες των πολιτικών να ασχοληθούν με το ζήτημα πραγματοποιούνται εν μέσω της επιμονής των εποπτικών αρχών της πετρελαϊκής αγοράς, καθώς και της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, ότι τα αποθέματα και η υψηλή ζήτηση -και όχι οι κερδοσκόποι- ευθύνονται για την αύξηση της τιμής του πετρελαίου.

Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας αναφέρει σε έκθεσή της αυτή την εβδομάδα ότι «Η απόρριψη ευθυνών σε πρακτικές κερδοσκοπίας αποτελεί μία εύκολη λύση, η οποία αποφεύγει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για τη βελτίωση της επάρκειας των αποθεμάτων».

Ο πρόεδρος της βρετανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Αντερ Τέρνερ, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι «δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι οι κερδοσκόποι έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη των τιμών του πετρελαίου». Σε ανακοίνωση της CFTC τονίζεται ότι «Οικονομικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι τα συνολικά επίπεδα των τιμών των εμπορευμάτων διαμορφώνεται από ισχυρές οικονομικές δυνάμεις και τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης».

Ο Νικ Εϊντζερ, βουλευτής του Κάρμαρθεν Γουέστ και Πέμπροκσαϊρ και ένα από τα 14 μέλη της επιτροπής, τονίζει ότι έχει παρακολουθήσει τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε το θέμα η Γουάσινγκτον από το 2006, όταν μία σειρά θεμάτων στην αγορά αποθεμάτων είχαν επιλυθεί μέσω αντίστοιχων πρωτοβουλιών. Πλέον, είναι η σειρά των μελών του βρετανικού Κοινοβουλίου να ασχοληθούν με το θέμα, όπως υποστηρίζει, παρά το γεγονός ότι το σύστημα της χώρας είναι δομημένο ώστε να αποτρέπει «την κερδοσκοπία και προσπάθειες χειραγώγησης της αγοράς».

Οι νομοθέτες των ΗΠΑ έχουν επικρίνει τη βρετανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς για «χαλαρή επιτήρηση» της αγοράς πετρελαϊκών αποθεμάτων του Λονδίνου. Εκτιμούν ότι κάποιοι χρηματιστές ενδέχεται να επωφελούνται από τους υποτιθέμενους χαλαρούς κανονισμούς που ισχύουν στη Μεγάλη Βρετανία, καταφεύγοντας σε πρακτικές κερδοσκοπίας που ενδεχομένως να συμβάλλουν στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου.

Επικρίσεις

Οι νομοθέτες των ΗΠΑ έχουν επικρίνει τη βρετανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς για «χαλαρή επιτήρηση» της αγοράς πετρελαϊκών αποθεμάτων του Λονδίνου. Εκτιμούν ότι κάποιοι χρηματιστές ενδέχεται να επωφελούνται από τους υποτιθέμενους χαλαρούς κανονισμούς που ισχύουν στη Μεγάλη Βρετανία, καταφεύγοντας σε πρακτικές κερδοσκοπίας που ενδεχομένως να συμβάλλουν στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 04/07/2008)