Τα τελευταία λίγα χρόνια οι αλλαγές που συντελούνται γύρω μας, απαιτούν να αναπροσαρμόσουμε την οπτική μας για πολλά πράγματα, τα οποία κατά τις προηγούμενες δεκαετίες θεωρούνταν δεδομένα και ξεκάθαρα. Ανάγκη να αναπροσαρμόσουμε την οπτική μας και να αντιληφθούμε τις ραγδαίες αλλαγές που συμβαίνουν γύρω μας, αλλά και ανάγκη να αναπροσαρμόσουμε τη φιλοσοφία μας, τις δραστηριότητες, τις συνήθειες μας, την ίδια τη στάση ζωής μας.

Τα τελευταία λίγα χρόνια οι αλλαγές που συντελούνται γύρω μας, απαιτούν να αναπροσαρμόσουμε την οπτική μας για πολλά πράγματα, τα οποία κατά τις προηγούμενες δεκαετίες θεωρούνταν δεδομένα και ξεκάθαρα. Ανάγκη να αναπροσαρμόσουμε την οπτική μας και να αντιληφθούμε τις ραγδαίες αλλαγές που συμβαίνουν γύρω μας, αλλά και ανάγκη να αναπροσαρμόσουμε τη φιλοσοφία μας, τις δραστηριότητες, τις συνήθειες μας, την ίδια τη στάση ζωής μας.

Οι αλλαγές αυτές μάλιστα συντελούνται με ραγδαίους ρυθμούς, και γι αυτό η ανάγκη για μέτρα και δράσεις είναι επείγουσα και επιτακτική.

Ας δούμε όμως κάποια από τα βασικά στοιχεία που άλλαξαν τελείως χαρακτήρα: Πριν από μερικά χρόνια ο όρος «παγκοσμιοποίηση» αφορούσε κατά κύριο λόγο οικονομικές παραμέτρους και αλλαγές που συνέβαιναν ανά την υφήλιο. Σήμερα ένα από τα κυρίαρχα κομμάτια της παγκοσμιοποίησης αφορά στο περιβάλλον. Το φαινόμενο των κλιματικών αλλαγών άλλαξε δραστικά τη διάσταση και τον χαρακτήρα των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Έτσι, τα προβλήματα και ζητήματα του περιβάλλοντος που στο παρελθόν αφορούσαν στις τοπικές κοινωνίες, αρχές και κυβερνήσεις, σήμερα αφορούν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Παλιότερα οι συνέπειες της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης αφορούσαν στις εκπομπές και τα λύματα των βιομηχανιών οι οποίες επηρέαζαν την ατμόσφαιρα ή τον υδροφόρο ορίζοντα ή τα επιφανειακά νερά μιας περιοχής. Σήμερα εκτός από αυτής της φύσεως τα προβλήματα, που βεβαίως παραμένουν, το κυρίαρχο περιβαλλοντικό ζήτημα ξεπερνά τα σύνορα μιας πόλης, ενός κράτους ή έστω και μιας ηπείρου. Οι κλιματικές αλλαγές επέρχονται από εκπομπές που σχετίζονται κατά κύριο λόγο από τη χρήση των ορυκτών καυσίμων και οι οποίες δε περιορίζονται σε τοπικό επίπεδο και δε γνωρίζουν κανενός είδους σύνορο.

Η προστασία του περιβάλλοντος σχετιζόταν κυρίως με τον έλεγχο των ρύπων, δηλαδή με εκπομπές και απόβλητα, με έκθεση σε βλαβερές, επικίνδυνες ή τοξικές ουσίες. Είναι ενδιαφέρον να συνειδητοποιήσουμε ότι το διοξείδιο του άνθρακα δεν θεωρούνταν ρύπος, αφού δεν παθαίνει κανείς τίποτα αν το εισπνεύσει ή αλλιώς, όπως πολύ συζητήθηκε πρόσφατα, πράγματι, αποτελεί συστατικό και όλων των αναψυκτικών που πίνουμε καθημερινά. Παρόλα αυτά, αυτή τη στιγμή αποτελεί το νούμερο 1 κίνδυνο του παγκόσμιου περιβάλλοντος. Η ζημιά που προκαλεί συμβαίνει πολύ μακριά από εμάς και τον αέρα που εισπνέουμε ή το νερό που πίνουμε, στα ψηλά στρώματα της ατμόσφαιρας και οι αλλαγές που μπορεί να προκαλέσει μπορεί να είναι κοσμογονικές. Και ο νούμερο 1 αυτός εχθρός συνδέεται άμεσα με την ενέργεια που καταναλώνουμε προκειμένου να έχουμε το υψηλό βιοτικό επίπεδο και επίπεδο ανάπτυξης στο οποίο φτάσαμε από την βιομηχανική επανάσταση και πέρα. Μια ανάπτυξη που βασίσθηκε στα ορυκτά καύσιμα, των οποίων όμως η καύση συνεπάγεται εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, σε τέτοιες ποσότητες που πλέον η φύση δε μπορεί να τις αφομοιώσει. Οπότε αρχίσανε να φαίνονται οι απειλητικές και καταστροφικές συνέπειες. Ενέργεια και περιβάλλον είναι λοιπόν οι δυο παράμετροι του ίδιου προβλήματος, του ίδιου δύσκολου παζλ που επιζητά λύση. Κι όταν πλέον μιλάμε για περιβάλλον δε μπορούμε να μη μιλάμε για ενέργεια, όπως κι όταν μιλάμε για ενέργεια να μην συνυπολογίζουμε το περιβάλλον.

Είναι δεδομένο ότι ο στόχος δεν είναι να εγκαταλείψουμε τον σύγχρονο τρόπο ζωής και ανάπτυξης, αλλά να τον διαφοροποιήσουμε. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα μέσα Μαρτίου του 2008 κατέγραψε ως στόχο-πρόκληση τη «μετάβαση σε μια οικονομία ασφαλή και βιώσιμη, με χαμηλή έκλυση διοξειδίου του άνθρακα, με τρόπο που να συνάδει με την βιώσιμη ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα, την ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια, την οικονομική και κοινωνική συνοχή».

Και δεν είναι μόνο οι καταιγιστικές διαπιστώσεις περί κλιματικών αλλαγών που καθορίζουν το μέγεθος του προβλήματος. Ζητήματα που αφορούν καθαρά στην ενέργεια, όπως η ραγδαία παγκόσμια αύξηση της ζήτησης, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, με προεξέχουσες την Κίνα και την Ινδία, η διαθεσιμότητα και επάρκεια των αποθεμάτων, η ασφάλεια τροφοδοσίας, οι παράγοντες που εκτινάσσουν τις τιμές των καυσίμων και αποσταθεροποιούν τις οικονομίες των κρατών αποτελούν το άλλο μεγάλο σκέλος του προβλήματος. Και τα δυο αυτά προβλήματα, ενέργεια και περιβάλλον πρέπει να βρουν κοινή συνδυασμένη λύση. Πρόκειται αλήθεια για μια εξαιρετικά δύσκολη πρόκληση.

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση που ηγείται στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, η περσινή χρονιά χαρακτηρίστηκε ως σημείο καμπής για την Ενεργειακή και Κλιματική Πολιτική της. Στις 29 Ιούνιου του 2007 εξέδωσε το πρώτο κείμενο πολιτικής σχετικά με τις κλιματικές αλλαγές, την Πράσινη Βίβλο «Προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές στην Ευρώπη-επιλογές δράσης για την ΕΕ». Η κύρια διαπίστωση είναι ότι πλέον αντιμετωπίζουμε μια διπλή πρόκληση:

  • Να περικόψουμε γενναία τις εκπομπές θερμοκηπίου και
  • Να προσαρμοστούμε στις κλιματικές αλλαγές

Η Ευρώπη πρέπει να αφυπνιστεί για να αποτρέψει τα χειρότερα στο μέλλον. Η ανάγκη για προσαρμογή σε κάτι που είναι πλέον πραγματικότητα και που είναι μόνο στην αρχή συνίσταται στην άμεση λήψη κατάλληλων μέτρων για την αντιμετώπιση των μεταβαλλόμενων κλιματικών αλλαγών, όπως για παράδειγμα στην αποδοτικότερη αξιοποίηση των υδατικών πόρων ή στην πρόνοια για ευπαθή και ηλικιωμένα άτομα. Και αν δε ληφθούν προληπτικά μέτρα προσαρμογής, η δυσκολία και το κόστος αποκατάστασης είναι πάντα πολύ μεγαλύτερα.

Λίγους μήνες νωρίτερα από την Πράσινη Βίβλο, την Άνοιξη του 2007, οι αρχηγοί κρατών της ΕΕ συμφώνησαν να προχωρήσουν σε συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς και ενεργειακούς στόχους για το 2020, το γνωστό 20/20/20 για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, την συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και την Εξοικονόμηση Ενέργειας, όλα κατά 20%. Κι ακόμα το στόχο του 10% βιοκαυσίμων στα καύσιμα κίνησης. Και το βασικότερο, συμφώνησαν οι στόχοι αυτοί να μην είναι πλέον ενδεικτικοί, αλλά να γίνουν υποχρεωτικοί και δεσμευτικοί.

Στο κλείσιμο του 2007, στη σύσκεψη του Μπαλί, η ΕΕ ανέλαβε τη δέσμευση να παραμείνει στην παγκόσμια πρωτοπορία σε ό,τι αφορά το κλίμα και την ενέργεια. Και μάλιστα ο στόχος της είναι να πετύχει τη δέσμευση για ακόμα μεγαλύτερη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στα επίπεδα του 30% (σε σχέση με το έτος βάσης, 1990), στα πλαίσια μιας παγκόσμιας και συνολικής συμφωνίας.

Αν όμως το 2007 ήταν η χρονιά με τις φιλόδοξες δεσμεύσεις, το 2008 είναι πλέον η χρονιά που πρέπει να γίνουν τα επόμενα βήματα για την υλοποίηση αυτών των δεσμεύσεων. Στην πορεία για την επίτευξη των στόχων της για μια οικονομία χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας και χαμηλού άνθρακα, πιο ασφαλή, πιο ανταγωνιστική και αειφόρο, η ΕΕ διαπιστώνει και ότι είναι επιβεβλημένο να προχωρήσει

  • αφενός στο εσωτερικό της με μια κοινή ενεργειακή πολιτική που θα της εξασφαλίσει μια ενιαία αγορά με κοινούς κανόνες και πολιτικές αλλά
  • και αφετέρου με τη χάραξη μιας ενιαίας εξωτερικής ενεργειακής πολιτικής, όπου η ΕΕ θα μιλάει και θα διαπραγματεύεται με τρίτους, με μια κοινή φωνή.

Έτσι η ενέργεια επανεντάσσεται στον πυρήνα των δραστηριοτήτων της, όπως άλλωστε ήταν και στο ξεκίνημα της πορείας της, τον καιρό της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα το 1951 και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας το 1957.

Για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων και δεσμεύσεων που αναφέραμε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις 10 Ιανουαρίου του 2008 έφερε για συζήτηση και έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ένα πακέτο μέτρων για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή, με προεξέχοντες τους ποσοτικούς στόχους 20/20/20 και 10% για τα βιοκαύσιμα.

Για την επίτευξή τους θα προχωρήσει σε

  • Τροποποίηση της Οδηγίας 2003/87/EC για βελτίωση και επέκταση του Συστήματος Εμπορίας Ρύπων,
  • Απόφαση για την υιοθέτηση επιμέρους στόχων από κάθε Κράτος Μέλος για μείωση εκπομπών ως το 2020,
  • Οδηγία για την προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ),
  • Οδηγία για τη γεωλογική αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα,
  • Κοινοτικό πλαίσιο για τις Κρατικές Ενισχύσεις στα θέματα Περιβάλλοντος.

Ως προς τις ΑΠΕ αυτές θα προωθηθούν σε 3 τομείς, ηλεκτρισμό, θέρμανση-ψύξη και μεταφορές. Για κάθε Κράτος Μέλος (ΚΜ) θα καθορισθούν ειδικοί στόχοι, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη το σημείο εκκίνησης και οι ιδιαιτερότητες του κάθε ΚΜ με τρόπο δίκαιο. Μόνο στον τομέα των μεταφορών ο στόχος θα είναι ενιαίος για όλα τα ΚΜ και ίσος με το 10% βιοκαύσιμα στα καύσιμα μεταφοράς. Αυτή η εξαίρεση γίνεται καθώς ο τομέας των μεταφορών είναι ο τομέας με τις πιο ραγδαία αυξανόμενες εκπομπές, τα βιοκαύσιμα ανακουφίζουν από το πρόβλημα της ενεργειακής εξάρτησης στις μεταφορές, που είναι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα ενεργειακής ασφάλειας που αντιμετωπίζει η ΕΕ και τέλος επειδή η παραγωγή τους είναι ακόμα οικονομικά ασύμφορη, η προώθησή τους μπορεί να γίνει μόνο με υποχρεωτικούς στόχους. Σημαντική παράμετρος της Οδηγίας για τις ΑΠΕ σε ό, τι αφορά τα βιοκαύσιμα αποτελεί το ότι η παραγωγή τους θα πρέπει να εξασφαλίζει συγκεκριμένες απαιτήσεις αειφορίας και μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, κατ’ ελάχιστον.

Η ΕΕ θεωρεί επίσης ότι σημεία κλειδιά ή αλλιώς προϋποθέσεις για την επίτευξη των παραπάνω στόχων είναι οι ρεαλιστικοί και εφικτοί στόχοι, η δικαιοσύνη στον καθορισμό των στόχων του κάθε ΚΜ, η ελαχιστοποίηση του κόστους, η τεχνολογική ώθηση για ακόμα μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών πέρα από το 2020, η επίτευξη διεθνούς συμφωνίας ώστε ο στόχος μείωσης των εκπομπών να φτάσει στο 30% ως το 2020.

Επίσης κρίσιμη θεωρείται η πλήρης ενεργοποίηση του δημόσιου τομέα αλλά και η διαβεβαίωση προς τον ιδιωτικό τομέα για τη συνέπεια και σταθερότητα των στόχων, έτσι ώστε να μπορέσει να προχωρήσει θαρραλέα στις επενδύσεις που θα απαιτηθούν. (Αναμένεται επίσης να εξετασθούν οικονομικά μέτρα όπως οι συντελεστές ΦΠΑ που θα προωθούν τα ενεργειακά αποδοτικά προϊόντα και υλικά). Ειδικά ως προς τον δημόσιο τομέα, παροτρύνεται να δώσει το παράδειγμα μείωσης κατανάλωσης ενέργειας στα κτήρια και τους στόλους του, καθώς αυτό βοηθά και σηματοδοτεί τη διαμόρφωση των αξιών της κοινωνίας και σπρώχνει καθοριστικά προς την αλλαγή στάσης και των ίδιων των πολιτών, που άλλωστε αποτελούν το σημαντικότερο κύτταρο για τις μεγάλες αλλαγές στις οποίες καλούμαστε να προχωρήσουμε.

Κλείνοντας, ας μη ξεχνάμε ότι όλοι οι παραπάνω στόχοι που αφορούν στην Ενέργεια και το Κλίμα, συνδέονται αναπόσπαστα με τη Στρατηγική της Λισαβόνας, ή αλλιώς με το πώς βλέπει η ΕΕ να επιτυγχάνεται η ανταγωνιστικότητα, η ανάπτυξη, η αειφορία, η απασχόληση και η κοινωνική συνοχή. 

(Από την εφημερίδα ΕΞΠΡΕΣ, 03/07/2008)