Ο κοινοτισμός δεν είνε κατά ταύτα ένα σύστημα με το οποίον κατά προτίμησιν η κεντρική εξουσία θα κάμη τάχα καλυτέραν την διοίκησιν της περιφερείας` είνε ένα αυθύπαρκτο γεγονός, που μάλιστα κατά το πλείστον δεν πήρε καν νομική θετή μορφή αλλά στάθηκε στην περιοχή των εθίμων αυτοτελές και αυτοκαθωρισμένο επί τη βάσει δυναμικών γεωοικονομικών νόμων και επί τη βάσει των παραδόσεων και της πολιτιστικής εξελίξεως εκάστης χώρας· σαν τέτοιο όμως έχει πάρει ωρισμένην θέσιν απέναντι και του καπιταλισμού τώρα υστέρα και της φεουδαρχίας παλαιότερα` και το γεγονός αυτό η κεντρική εξουσία πρέπει να τό’ χει υπ’ ό’ψι της για να προχώρηση όχι εις εκείνου τη ρύθμισι αλλ’ εις την ιδίαν αυτής στάσιν εις τρόπον ώστε κι αν δεν ωφελή να βλάπτη τουλάχιστον όσον το δυνατόν ολιγώτερο τον λαό επί του οποίου κάθεται.
Βεβαίως αυτός ο βασικός διαφορισμός κεντρικής εξουσίας και κοινότητος δεν θα υπήρχε αν η πρώτη προήρχετο από φυσιολογικήν ανάπτυξιν και ολοκλήρωσιν της δευτέρας όπως κατά το πλείστον συνέβη εις τα τοπικώς συγκεντρωμένα αρχαία άστη στην Ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς το κύριο εμπόδιο όπου συνετρίβη ο αρχαίος ελληνικός κόσμος είνε το ότι δεν ημπόρεσε από τα ζωντανά επί μέρους και κατά περιοχές πολιτικά μέλη του να συνθέση φυσιολογικά μίαν κεντρικήν εξουσίαν μείζονα καλύπτουσαν οργανικώς όλην την ελληνικήν γην’ το κύριο εξ αλλού σαράκι της νεωτέρας κεντρικής εξουσίας, το οποίον την έφερε σε εσωτερικάς αντιφάσεις και σε στασιασμούς συνεχείς, είνε το ότι η ιστορική της προέλευσι οφείλεται κατα το πλείστον εις άλλους συντελεστάς παρά εις μίαν ζωντανήν κοινοτικήν ευρυτέραν σύνθεσι. Αυτά ως προς τό πρώτο.
Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός σελ. 41
Χωρίς δε τον παραμικρό δισταγμό ισχυρίζομαι, ότι στη δική μας χώρα —καθώς και σε όλλες της Μεσογείου και αλλαχού του κόσμου— και η γεωγραφική μας θέσις και η ειδικές πρώτες μας ύλες (το ανθρώπινο υλικό πρώτο-πρώτο) και τα ιστορικά διδάγματα των διαδοχικών περιόδων του πολιτισμού μας και αυτή τέλος η πρακτική και ζωντανή στη μνήμη του λαού γεωοικονομική εμπειρία μας, ισχυρίζομαι πως όλα αυτά δείχνουν καθαρά ότι το κύριο δικό μας κύτταρο δεν είνε καμμία από της μορφές της κεφαλαιοκρατικής οργανώσεως (αφού μάλιστα εμείς ούτε με προχωρημένη μηχανική τεχνική δουλεύομε ούτε κι έχομε μεγάλο ντόπιο κεφάλαιο μόνιμα τοποθετημένο στη χώρα μας) αλλά είνε η κοινότητα μας, λαμβανομένη όμως όχι ως μονάδα διοικητική, αλλά ως μορφή οργανώσεως της παραγωγής` είνε η κοινότητα μας η παραγωγική που στηρίζεται στην ατομική υπερεργασία του καθενός μας και στο προσωπικό του καθενός μας επίσης κεφάλαιο, έστω και μικρό και ακόμη στην ειδική δια σταθερών λειτουργιών ρύθμισι των σχέσεων που γεννώνται μέσα στην κοινοτική ομάδα από της ανάγκες της παραγωγικής εργασίας` η κοινότητα μας, η οποία αφ’ ενός απελευθερώνει και κινητοποιεί της ναρκωμένες δυνάμεις της υπερεργασίας, εξ αλλού δε και εξασφαλίζει όσο το δυνατόν περισσότερο υπέρ του λάου της υλικές αξίες που είνε προϊόντα αυτής της υπερεργασίας του.
Ισχυρίζομαι ότι η κοινότητα αυτή είνε το κύριο κύτταρο μας, δηλαδή είνε το πιο προσαρμοσμένο εις τους γεωοικονομικούς όρους της χώρας μας` είνε προ παντός η πιο πρόσφορη μορφή, το πιο κατάλληλο όργανο για την οικονομική αγωγή και την κοινωνική ανατροφή ως και γενικά για την αξιοποίησι της κυρίας πρώτης ύλης της χώρας μας, του ανθρώπου δηλαδή` αλλά είνε εξ ίσου η πιο πρόσφορη και αν ληφθή ως οικονομικός σχηματισμός με τον οποίον θα παραγάγαμε όσο το δυνατόν περισσότερα και φθηνότερα και από τ’ άλλα, τα ποιοτικά κατά το πλείστον προϊόντα μας` είνε τέλος και το πιο κατάλληλο σύστημα για να προσαρμοσθούμε ακίνδυνα κι’ ενεργητικά να ισορροπήσουμε μέσα στην παγκόσμια αγορά και στη γενική αρμονιστική προσπάθεια της ανθρωπότητας.
Με αυτό, με την κοινότητα, που είνε η φυσική εκδήλωσίς μας, το μόνο μέσον που έχομε για να κινηθούμε, με αυτό το μέσον θα βαδίσωμε προς αυτούς τους σκοπούς. Θα κάνωμε θαύματα ; Δεν ξεύρω’ μια φορά όμως θα βαδίσωμε χωρίς να τρικλίζωμε και χωρίς τον κίνδυνο να γίνωμε γελοίοι
` το ένα ζώο μάχεται με τα κέρατα το άλλο με τα δόντια, το λιοντάρι με τη δύναμι και με την σβελτάδα, η αλεπού με την υπεκφυγή και με την πονηριά. Βέβαια ο καθένας μπορεί να διαλέγη ό,τι του αρέσει, αλλά το επ’ εμοί, επειδή με συμβουλεύετε «ν’ αφήσω τη δική μου συστηματική λογική και να προσέξω περισσότερο τον κοινόν νουν των ευρωπαϊκών λαών», σας λέω καθαρά ότι αυτό βρίσκω πως είνε το ουσιαστικό δίδαγμα της πείρας και των άλλων αλλά και των δυτικών επίσης λαών, το ότι δηλαδή, αν και όλα τα σαμάρια είνε καμωμένα από το ίδιο υλικό, όμως ο κάθε γάιδαρος πρέπει να φορά το δικό του σαμάρι και ο κάθε άντρας να δείχνεται ό,τι είνε και όχι ό,τι δεν είνε, «κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και ταξί» λέει ο λαός, κύριε Γιαννιέ` κι εγώ επιμένω πως η ομοιομορφία του πολιτισμού δεν μπορεί νάνε γενική και απόλυτη
` υπάρχουν για κάθε ώρα ωρισμένα όρια στο είδος της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, ωρισμένες παραδόσεις λιτότητας η πλούτου, απλότητας ή συνθέσεως, γενικά (ορισμένες μορφές οργανώσεως της όποιες δεν μπορεί να υπερβή, χωρίς τόν κίνδυνο πρόωρης εξαντλήσεως και διαφθοράς ηθικής και υλικής
. Ο δε συνειδητός σεβασμός αυτών των παραδόσεων, η καλλιέργια αυτή της γηγένειας θετικά, όχι αρνητικά, δεν είνε ζήτημα πατριωτικού δήθεν σωβινισμού η τοπικού ναρκισσισμού` είνε η ανάγκη της ζωής κι’ είνε η συνείδηση των εκπολιτιστικών δυνατοτήτων που μπορεί να φθάσει η ζωή σε δεδομένη χώρα. Δυνατότερο δε και υψηλότερο γίνεται το δέντρο πούχει βαθύτερες και δυνατότερες ρίζες.
Σύμφωνοι με αυτά, λέω πως το σημείο έως όπου είνε δυνατή η εκκεφαλαιοκράτησι, φυσικά δε κατόπιν και η εκσοσιάλισι των μορφών οργανώσεως της Ελλάδος — χωρίς βέβαια την υποδούλωσίν της— το σημείο αυτό είνε πρόβλημα που δεν ελύθη ακόμη` βεβαίως αν αυτό ήταν λυμένον και μάλιστα θετικά, τότε εγώ δεν θάχα αντίρρησι να σας ακολουθήσω στους αγώνας σας, γιατί, ως ευνόητο, εγώ δεν είμαι εχθρός του λαού` εξ άλλου όμως δεν είμαι και κανένας φαντασιόπληκτος ιδεολόγος και κοσμοδιορθωτής` τη μεταφυσική μου και την φιλοσοφία μου την φυλάω για τον εαυτόν μου` μιλώντας δε για τον τόπο αυτόν εδώ με απόλυτον ρεαλισμό σε ώραν κρισιμώτατη, με ρεαλισμό χρήσιμον υποθέτω και για καθέναν που αποβλέπει σε ευρύτερες παγκόσμιες συνέσεις βασισμένες σε θετικά δεδομένα, βρίσκω πως το πρόβλημα αυτό, που ετέθη από τον καιρό της ιδρύσεως της Εθνικής Τραπέζης, ζητάει τώρα παρά ποτέ πιο επίμονα μια απάντησι, η οποία και την ευχέρεια του προσανατολισμού μας επί μιας υγειούς αντιμετωπίσεως μας δίδει αλλά και ως ανάγκη μας επιβάλλεται` η ευχέρεια οφείλεται στη διάσπασι, ως εσημείωσα, της διεθνούς αγοράς και στην παράλληλη κρίσι κι’ εξασθένησι της πιέσεως που ασκούσε απάνω μας η ατλαντική κεφαλαιοκρατία` η ανάγκη εξ άλλου προέρχεται εκ του ότι εμείς τώρα θα ζήσουμε από τον τόπο μας έτσι όπως συνεσωρεύθημεν εδώ δια της βίας κι’ έτσι δια της βίας θα υποκύψουμε στης πιο πρόσφορες προς αυτόν το σκοπό γηγενείς μορφές οργανώσεως. Το βασίλειο της αναρχίας τελείωσε, εκτός εάν ετοιμαστούμε για εξαπλωτικόν άμεσον πόλεμο.
Απαντώ λοιπόν εδώ τώρα πιο συγκεκριμμένα ότι στη χώρα μας το δημιουργικό κύτταρο μας για τας δημητριακάς μεν και κτηνοτροφικάς χωρικάς μας περιοχάς είνε αυτό που ονομάζω δημητριακήν κοινότητα και που έδωσα πλατιάν ανάλυσι του μηχανισμού της και των λειτουργιών της το περασμένο καλοκαίρι στο περιοδικό «Πειθαρχία» και στην εφημερίδα «Πρωία»` αυτή η δημητριακή κοινότητα δεν είνε τυχαία κι’ αναρχική παράθεσις ανθρώπων και σπιτιών, όπως έγινε το χωριό παντού οπού παθητικά υπέκυψε στην πίεσι της μηχανικής κεφαλαιοκρατίας, αλλά είνε συνθέτη οργανική μονάδα παραγωγής, όπως είνε ακριβώς και μία βιομηχανική επιχείρησις μέσα στο κεφαλαιοκρατικό πλαίσιο` με μια ουσιώδη όμως διαφορά, ότι αυτή η δημητριακή κοινότητα παρουσιάζει ιδιόμορφην οργάνωσι των βάσεών της και των κυρίων λειτουργιών της, της παραγωγικής εργασίας, της αποταμιεύσεως, της αποσβέσεως, της κεφαλαιοποιήσεως, της πίστεως, της ασφαλίσεως.
Εξ άλλου δια τας σταφιδικάς, τας καπνικάς, τας ελαιοκομικάς περιοχάς μας για την παραγωγή, την επεξεργασία, τη βιομηχανία και το εμπόριο της σταφίδας, του καπνού και του λαδιού, που όλα αυτά τα προϊόντα δίδουν θετική και πλατιά βάσι για αποκεντρωμένες κατά χώραν βιομηχανίες—εις όλες αυτές της περιπτώσεις το κύριο ενεργητικό κύτταρο δεν είνε η ανώνυμη εταιρία και το καπιταλιστικό κεφάλαιο, αλλά είνε η προσωπική η κλασσική αστοχωρική ελληνική κοινότητα, αυτή η κοινότητα που ευνόησε την σύνθεσι και την ισορροπία της ελληνικής κοινωνίας και που επέτρεψε στους Έλληνας χωρικούς αυτών των περιοχών να εκμεταλλευθούν οι ίδιοι τα προϊόντα τους, τα προσωπικά κεφάλαια τους και την ατομική ο καθένας υπερεργασία του, επί τόπου και μάλιστα όχι μόνον ως παραγαγοί αλλά και ως έμποροι και ως βιομήχανοι` αυτό δεν μπορεί να γίνη λ. χ. εις τας χώρας που παράγουν άνθρακα ή πετρέλαιο, αφού η οργάνωσις της παραγωγής αυτών χρειάζεται μεγάλα κεφάλαια και ειδικές τεχνικές εγκαταστάσεις και αφού και τα δυο αυτά προϊόντα για να παραχθούν απορροφούν εις το διηνεκές και ομοιομόρφως τους εργάτας και για να δώσουν την χρησιμότητα τους και να πάρουν την εμπορική αξία τους πρέπει να μεταφερθούν αλλού εδώ κι’ εκεί πάντως μακράν του τόπου της παραγωγής τους` ο ανθρακωρύχος θάνε ανθρακωρύχος όλο το χρόνο και τίποτα άλλο` ο σταφιδοπαραγωγός αντιθέτως είνε ευνόητο ότι μπορεί, αφού τρυγήση και κλείση αυτή την εργασία του, να χρησιμοποίηση την εργατική του δύναμι και να δημιουργήση για τον εαυτό του πρόσθετον πόρο μέσα στο χωριό του από την αποκεντρωμένη τοπική βιομηχανική επεξεργασία των προϊόντων του και των υποπροϊόντων αυτών, εργασία η οποία δεν είνε αδύνατο να οργανωθή με τα μικρά προσωπικά κεφάλαια, με την τεχνική και με την πρωτοβουλία της ομάδος των χωρικών. Δεν έχετε, κύριε, παρά ν’ αναλύσετε τον λογαριασμό των προσόδων της πιο απλής οικογένειας των σταφιδοπαραγωνών και των οινοπαραγωγών στην Πελοπόννησο (καθώς άλλως κι’ αλλού της Μεσογείου και στη νότιο Γαλλία π. χ.) και θα αντιληφθήτε αμέσως πόσο οι πόροι της είνε υπερβολικά σύνθετοι, από πολλών πηγών και από το εμπόριο και από τη βιομηχανία άμεσα και έμμεσα και πόσο, σχετικά με το όλον, ο καθαυτό πόρος των ως παραγωγών είνε πολύ μικρός, είνε πάντως πολύ δυσανάλογος για να τους στηρίξη ως παραγωγούς αποκλειστικά και να δώση έτσι βάσι στο μηχανικό διαφορισμό των τάξεων και σε μια γνήσια και γόνιμη πάλη πάνω σ’ αυτή τη βάσι` δοκιμάστε εξ άλλου εδώ να αφαιρέσετε τον άμεσο προσωπικό χαρακτήρα τόσο του κεφαλαίου όσο και της εργασίας ναι θα δήτε πως ούτε το ένα ούτε το άλλο απ’ αυτά τα στοιχεία δεν μπορούν να ζήσουν μόνα τους επί μακρόν χρόνο` θα εννοήσετε τότε γιατί εδώ δεν υπάρχουν αποκλειστικοί ραντιέρηδες καΙ αποκλειστικοί εργάτες καΙ γιατί τόσο γρήγορα η ιδιοκτησία της γης (αλλά και του χρηματικού κεφαλαίου επίσης) κινείται και περνά από τα χέρια εκείνων που υπέκυψαν στον πειρασμό του ν’ αποφύγουν την προσωπική εργασία εις τα χέρια εκείνων που συνδυάζουν και την προσωπική υπερεργασία κι’ ένα, μικρό έστω, προσωπικό κεφάλαιο.
Αυτά, κύριε, δεν είνε εφευρήματα της φαντασίας μου αλλά είνε πραγματικά δεδομένα αντικειμενικά, που αποτελούν τον κύριο δυναμικό χαρακτήρα της κοινωνικής ιδιομορφίας μας και που δίνουν το κλειδί για να εννοήσωμε γιατί η μεσότης των ουσιών, η ισορροπία και η σύνθεσις υπήρξαν η πραγματική κατάστασις εις την οποίαν και κατά τους αρχαίους και κατά τους μέσους και κατά τους νεωτέρους χρόνους επανείρχοντο αδιάκοπα οι ελεύθερες ελληνικές κοινότητες, οσάκις δηλαδή καμμία εξωτερική εξωκοινοτική δύναμις πολιτική (όπως παρ’ αρχαίοις με τους πολέμους μεταξύ των άστεων) νομική (όπως επί Ρωμαίων μετά την κατάκτησιν και την επιβολήν της ομοιομορφίας) ή οικονομική (όπως παρ’ ημίν λόγω της πιέσεως εκ μέρους του καπιταλισμού) δεν επενέβαινε δια να χαλάση το ισόρροπο αποτέλεσμα της γόνιμης ενδοκοινοτικής πάλης και να ευνοήση το ένα συμφέρον, τη μια λειτουργία ή και τη μια ομάδα εις βάρος των άλλων.
Άμα προσέξετε την Πελοπόννησο με άμεση και απροκατάληπτη παρατηρητικότητα, θα δήτε αμέσως ότι το υγιέστερο οικονομικώς σύστημα οργανώσεως των χαρακτηριστικών παραγωγικών κλάδων όπου επεδόθη αυτή η χώρα, είνε όταν η οργάνωσις αυτή είνε στα χέρια ενός και του αυτού προσώπου που συνδυάζει μια ωρισμένη αναλογία ικανοτήτων: προσωπικού κεφαλαίου, εργασίας και τεχνικής’ θα δήτε, ότι εκάστη οικογένεια, ως μονάς παραγωγική και οικονομική, στηρίζεται όχι σε ομοειδείς αλλά σε ετερόκλητους και ετερονόμους πόρους και αποτελεί μια ιδιότυπη συνάρτησι, ένα περίπλοκο οικονομικό πολυώνυμο, το οποίον δεσπόζεται όχι από το κεφάλαιο άλλα, από ένα σύνθετο γνήσιο ανθρώπινο δυναμισμό και το οποίον ως θετικό κυρίαρχο πόλο έχει όχι τη μηχανή και το κεφάλαιο αλλά τον άνθρωπο` θα δήτε, ότι, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στας καπιταλιστικάς βιομηχανικάς μορφάς οργανώσεως, η αποσυνθετική ειδίκευσις εδώ είνε αντιοικονομική και συνεπάγεται μια φανερή σπατάλη εργασίας κεφαλαίου και χρόνου, θα δήτε, ότι, υπό το κράτος ωρισμένων γεωοικονομικών νόμων τοπικών (Πελοπόννησος, Νότια Γαλλία κι’ αλλού) διαμορφώθηκε εδώ μια ειδική αστοχωρική συνθετική κοινωνία, όπου, καίτοι υπάρχει ισχυρό κεφάλαιο προσωπικό, ο καπιταλισμός όμως ως σύστημα δεν μπόρεσε να εισδύση αποφασιστικά, δεν μπόρεσε ακόμα να την κυριαρχήση εξ ολοκλήρου βάλλοντας τον άνθρωπο σε υποτελή μοίραν, δηλαδή δεν μπόρεσε να την διαμέλιση με το συνηθισμένο processus του διαμελισμού της μέσης τάξεως, που απωθεί ένα μικρο μέρος της προς την άρχουσα ταξί κι’ όλο τ’ άλλο προς το προλεταριάτο` θα δήτε τέλος ότι αυτή η κοινωνία, η οποία πλέον δεν είνε βεβαίως καθαρά αγροτική (δηλαδή υποτελής και παθητική), δεν είνε όμως ούτε και καθαρά αστική κυριαρχημένη από το καπιταλιστικό σύστημα` κι’ εύκολα τότε θα εννοήσετε, ότι εδώ δεν υπάρχει βάσις σαφής για την γόνιμη ιστορική λειτουργία της πάλης των τάξεων, όπως την αντιλαμβάνεται ο σοσιαλισμός`……
Στο ίδιο, σελ 10 – 16
1 Φυσικά εσείς που αναγνωρίζετε ότι υπάρχει εδώ κοινωνιολογία γελοία και κοινοβουλευτισμός γελοίος, πιστεύω πως δεν θα αρνηθήτε το ενδεχόμενο κι’ ενός γελοίου είτε φασισμού είτε κομμουνισμού είτε και σοσιαλισμού τέλος, εφ’ όσον οι όροι μένουν οι ίδιοι και όλοι σπεύδουν με βεβιασμένες κι’ ασύστατες προσαρμογές.
2 Φυσικά είνε φανερό πως σύμφωνα με το νόμο της διαφοροποιήσεως και ολοκληρώσεως υπάρχει η τάσις για τη γενίκευσι του ισχυρότερου σε κάθε περίοδο πολιτισμού και για την ενοποίησι του κόσμου` η τάσις όμως αυτή προέρχεται περισσότερο από πρωτοβουλία του εκάστοτε πολιτισμένου παρά του απολίτιστου λαού. Γενικά η τάσις της εξαπλώσεως είνε θετική και αρνητική` είνε θετική και εις όφελος (έως ένα σημείο τουλάχιστο) της χώρας οπού υπάρχει η εστία του πολιτισμού· είνε αρνητική και εις βάρος (έως ένα σημείο τουλάχιστο) της χώρας όπου τείνει η εξάπλωσις. Αυτά είνε ακριβή μέχρις ότου, συμπληρουμένου του ορίου των εκατέρωθεν δυνατοτήτων, επέρχεται η κρίσις των πολιτισμών, όπως υπάρχουν όλες οι ενδείξεις ότι θα συμβή και τώρα.
3 Στη σελίδα 38, ο Κ. Καραβίδας, με την ίδια σαφήνεια προειδοποιεί: “σε κάθε χώρα υπάρχει ένα όριον πολυτελείας στο είδος ζωής και στο είδος πολιτισμού και για όλους και για τον καθένα και για τις ομαδικές, δηλαδή, και για τις ατομικές μορφές και ότι το όριον αυτό δεν μπορεί κανείς να το υπερβή χωρίς κίνδυνο της ελευθερίας του της αξιοπρεπείας του και της πνευματικής διαύγειας του αλλά και της ίδιας της ζωής του συχνά! Η ιστορία αναφέρει το παράδειγμα του ενδόξου βασιληά Παυσανία, που οι Σπαρτιάται τον εσκότωσαν πριν καν εξακρίβωση αν έκλεψε κι’ αν επρόδωσε, αρκεσθέντες μόνο στο γεγονός ότι εισήγαγεν εις το είδος ζωής του τόνους τινας βαρβαρικής πολυτελείας ασυμβιβάστου με την γεωοικονομικήν δυναμικήν και με τας εξ αυτής προελθούσας παραδόσεις, της πόλεως` του ιδίου νόμου παραδειγματική και απαράμιλλη εφαρμογή είνε ολόκληρος ο λιτός και ευγενής, αβαρής και εξ ίσου ρωμαλέος, πολιτισμός των αρχαίων Αθηνών. Αλλά τέτοια παραδείγματα ευρίσκομε και σ’ όλας τας περιόδους της ακμής της Ελλάδος όπου επανελήφθησαν αδιάκοπα ως οι πιο χαρακτηριστικές προϋποθέσεις και ως προάγγελοι της ακμής…..”
πηγή: Γιώργος Σαλεμής -21 Οκτωβρίου 2012 – ΑΝΤΙΦΩΝΟ / Ο Ισοκράτης επιλέγει
από cognoscoteam.gr