Για μια ακόμα φορά, η φήμη της Ρωσίας ως αξιόπιστος προμηθευτής πετρελαίου και φυσικού αερίου προς τις χώρες της Ευρώπης φαίνεται ότι δεν επαληθεύεται αλλά αντιθέτως δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά για το κατά πόσον θα μπορούσε η Μόσχα να δώσει τις απαραίτητες εγγυήσεις για την ενεργειακή ασφάλεια.

Για μια ακόμα φορά, η φήμη της Ρωσίας ως αξιόπιστος προμηθευτής πετρελαίου και φυσικού αερίου προς τις χώρες της Ευρώπης φαίνεται ότι δεν επαληθεύεται αλλά αντιθέτως δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά για το κατά πόσον θα μπορούσε η Μόσχα να δώσει τις απαραίτητες εγγυήσεις για την ενεργειακή ασφάλεια. Η Ρωσία φαίνεται ότι συνεχίζει μία πάγια τακτική πολιτικής πίεσης προς τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης προσπαθώντας μέσω της ισχύος της ως ένας από τους κυριότερους ενεργειακούς προμηθευτές να διαμορφώσει τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή.

Ιδίως οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν μακράν εμπειρία αναφορικά με περικοπές σε ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου με άμεσο βέβαια αντίκτυπο τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης όπως την Γερμανία. Αξίζει να αναφέρουμε ενδεικτικά την περίπτωση της Ουκρανίας και τις αλλεπάλληλες διακοπές στην παροχή φυσικού αερίου, όπως επίσης και τις περικοπές πετρελαίου στην Λευκορωσία γεγονός το οποίο επηρέασε αρκετές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Από τις αρχές Ιουλίου μάλιστα, η Ρωσία μείωσε την παροχή πετρελαίου και στην Τσεχία, περίπου κατά 40% ενώ την προηγούμενη βδομάδα Τσέχος αξιωματούχος ανακοίνωσε ότι κατά την διάρκεια του Αυγούστου θα υπάρξει περαιτέρω μείωση η οποία θα φτάσει σχεδόν το 50% σε σχέση με τις ποσότητες που εισήγαγε η Τσεχία από τη Ρωσία το διάστημα του Ιουνίου. Συγκεκριμένα ενώ υπήρχε συμφωνία μεταξύ των δύο κρατών για προμήθεια πετρελαίου 500.000 τόνων πετρελαίου η ποσότητα τελικά που εισήχθη τον Ιούλιο στην Τσεχία ήταν μόλις 300.000 τόνοι.

Βέβαια είναι ευτυχές το γεγονός, κατά τα λεγόμενα μάλιστα και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι η δημοκρατία της Τσεχίας είναι ένα από τα μοναδικά κράτη στην Ανατολική Ευρώπη το οποίο λόγω της διαφοροποίησης που έχει επιτύχει από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 90’ στις ενεργειακές πηγές δεν επηρεάζεται τόσο από τέτοιου είδους διακοπές. Ωστόσο όμως αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει σε καμία περίπτωση την ευκολία με την οποία η ρωσική πλευρά αποφασίζει «ελέω θεού» την διακοπή ή την μείωση των ενεργειακών προμηθειών είτε πρόκειται για πετρέλαιο είτε για φυσικό αέριο. Από την πλευρά της βέβαια η Ρωσία δια στόματος του κ Mikhail Barkov, αντιπροέδρου της ρωσικής μονοπωλιακής εταιρείας πετρελαίου Transneft, δήλωσε ότι η αιτία της μείωσης έχει να κάνει με τεχνικούς και εμπορικούς λόγους χωρίς ωστόσο να ξεκαθαρίζει πότε η παροχή πετρελαίου θα επιστρέψει στα προηγούμενα επίπεδα.

Φυσικά πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι οι παραπάνω ισχυρισμοί της ρωσικής πλευράς κάθε άλλο παρά ευσταθούν αλλά αντίθετα ο στόχος είναι να ασκηθεί πολιτική πίεση μέσω του ενεργειακού εκφοβισμού που επιχειρεί η Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι περικοπές στην τροφοδοσία πετρελαίου ξεκίνησαν μια μέρα μετά την υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Η.Π.Α. και Τσεχίας που σκοπό είχε να αναπτυχθεί στο τσεχικό έδαφος μέρος της αμερικανικής αντιπυραυλικής ασπίδας. Δεν είναι επίσης λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι στο μέλλον η ανατολική Ευρώπη θα δεχθεί ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις από την ρωσική άρκτο.

Η Ρωσία μετά την πολιτική και εν μέρει την οικονομική ανάκαμψή της δείχνει ότι προσπαθεί να ανασυστήσει ένα νοητό ανατολικό μπλοκ βασισμένο αυτή τη φορά στην ενεργειακή της ισχύ επηρεάζοντας τα κράτη που είναι ενεργειακά εξαρτημένα και δοκιμάζοντας με προκλητικό τρόπο τις σχέσεις της με την δυτική Ευρώπη. Πρέπει βέβαια να επισημανθεί ότι αυτή ακριβώς η στάση της Ρωσίας μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρότατο κίνητρο που θα ωθήσει τα κράτη της Ανατολικής και Ν.Α Ευρώπης να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Τσεχίας αυξάνοντας την διαφοροποίηση των ενεργειακών τους πηγών και αναχαιτίζοντας έτσι με καταλυτικό τρόπο την ρωσική ενεργειακή επέλαση.