Στην κορυφή του κόσμου παραμένει για μια ακόμα χρονιά η ελληνική ναυτιλία. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, η χώρα μας είναι η μεγαλύτερη ναυτιλιακή χώρα στον κόσμο, καθώς οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 21% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου σε όρους dwt. Τα τελευταία δέκα χρόνια η συνολική χωρητικότητα 

του ελληνικού εμπορικού στόλου, που αποτελείται από 5.520 πλοία, έχει αυξηθεί κατά 50%. Μάλιστα, όπως φαίνεται από τα τελευταία στοιχεία, οι Έλληνες εφοπλιστές επιστρέφουν δυναμικά στις κλίνες για νέες ναυπηγήσεις, μέσα στη χρονιά.

Οι ελληνικές παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ανέρχονται (Απρίλιος 2023) σε 241 πλοία, που αντιστοιχούν σε 19 εκατομμύρια dwt. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει μια σημαντική αύξηση 40%, σε σύγκριση με τις παραγγελίες του προηγούμενου έτους.

Τη στρατηγική σημασία που έχει για τη χώρα μας η ελληνική ναυτιλία περιγράφει με απόλυτη σαφήνεια στο σημείωμά της η πρόεδρος της Ένωσης, κυρία Μελίνα Τραυλού:

«Στη νέα τάξη πραγμάτων που βιώνουμε, λειτουργούμε ενωτικά και με όραμα. Με πίστη και πράξεις που προασπίζουν τη ναυτοσύνη μας και εξελίσσουν τη ναυτιλία μας, ενώ παράλληλα τη διατηρούν ανθρωποκεντρική και ηγέτιδα», αναφέρει η κυρία Τραυλού, ενώ τονίζει χαρακτηριστικά: «Στόχος μας είναι να θωρακίσουμε τη ναυτιλία των Ελλήνων. Να θωρακίσουμε το εθνικό κεφάλαιο της πατρίδας μας. Γιατί όπως σοφά έχει διατυπωθεί στο χρησμό του Μαντείου των Δελφών, "τα ξύλινα τείχη σώζουν την πόλη"».

Για την Ελλάδα οι στόχοι είναι δύο, η προάσπιση της ναυτοσύνης και η ενίσχυση του ελληνικού νηολογίου, δύο πυλώνες αλληλένδετοι.

Όσον αφορά την Ευρώπη, το μήνυμα είναι σαφές: «Τις τελευταίες δεκαετίες, η ναυτιλία των Ελλήνων είναι η υπεροπλία της Ευρώπης. Διασφαλίζουμε τη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας, της επισιτιστικής επάρκειας και της ενεργειακής αυτονομίας», σημειώνει η πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών Μελίνα Τραυλού.

Ο ελληνόκτητος στόλος

Η ελληνική ναυτιλία είναι βασικός πυλώνας της μεταφοράς αναγκαίων αγαθών, καθώς αντιπροσωπεύει (σε όρους dwt) το 31,27% του παγκόσμιου στόλου πετρελαιοφόρων, το 25,32% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου, το 22,65% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), το 15,79% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χημικών και προϊόντων πετρελαίου, το 11,46% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς υγραερίου (LPG) και το 8,92% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος είναι ο μεγαλύτερος cross-trader στον κόσμο, μεταφέροντας φορτία μεταξύ τρίτων χωρών σε ποσοστό άνω του 98% της μεταφορικής του ικανότητας.

Οι Έλληνες πλοιοκτήτες δραστηριοποιούνται κυρίως στην bulk/tramp ναυτιλία, τον τομέα που ειδικεύεται στη μεταφορά βασικών προϊόντων όπως σιτηρά και άλλα γεωργικά προϊόντα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο, σιδηρομετάλλευμα, χημικά προϊόντα, άνθρακα, λιπάσματα και δασικά προϊόντα.

Η bulk/tramp ναυτιλία έχει τα χαρακτηριστικά μιας σχεδόν απόλυτα ανταγωνιστικής αγοράς, όπου η πλοιοκτησία δεν μπορεί να επηρεάσει τις τιμές της ναυλαγοράς.

Η ναυτιλιακή δραστηριότητα παρέχει μεταφορές με τον πιο οικονομικά αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο. Για παράδειγμα, μέσω των συνεχώς αυξανόμενων οικονομιών κλίμακας, το κόστος μεταφοράς διατηρείται εντυπωσιακά χαμηλά, προς όφελος του τελικού καταναλωτή.

Η ελληνική ναυτιλία είναι πρωτοπόρος και σε αυτόν τον τομέα. Ο μέσος όρος χωρητικότητας ενός ελληνόκτητου πλοίου είναι σχεδόν διπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο σε παγκόσμιο επίπεδο. Ειδικότερα, κατά την προηγούμενη δεκαετία, το μέσο μέγεθος των ελληνόκτητων πλοίων αυξήθηκε σημαντικά και διαμορφώνεται σήμερα στα 81.395 dwt, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος παραμένει πολύ χαμηλότερος, στα 45.337 dwt. Πράγματι, η ανάπτυξη του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου τις τελευταίες δεκαετίες δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση του κόστους μεταφοράς, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου παγκοσμίως.

Οι επενδύσεις

Οι Έλληνες πλοιοκτήτες συνεχίζουν να αξιοποιούν σημαντικές οικονομίες κλίμακας και να κάνουν μεγάλες επενδύσεις σε νεότευκτα πλοία και εξοπλισμό με υψηλή περιβαλλοντική απόδοση. Οι ελληνικές παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ανέρχονται (Απρίλιος 2023) σε 241 πλοία, που αντιστοιχούν σε 19 εκατομμύρια dwt. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει μια σημαντική αύξηση 40% σε σύγκριση με τις παραγγελίες του προηγούμενου έτους (173 πλοία), αποδεικνύοντας ότι η ελληνική πλοιοκτησία πρωτοστατεί στην ανανέωση του στόλου της.

Υπολογίζεται ότι πάνω από το 40% των πετρελαιοφόρων και σχεδόν ένα στα 6 πλοία μεταφοράς LNG που κατασκευάζονται σήμερα θα παραδοθούν σε Έλληνες πλοιοκτήτες.

Επιπλέον, ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνόκτητου στόλου (περίπου 10 χρόνια) είναι χαμηλότερος από τον παγκόσμιο μέσο όρο (σχεδόν 11 χρόνια).

Απαιτούνται λύσεις οικουμενικές και εφικτές

«Στο διαρκώς μεταβαλλόμενο σκηνικό, η ναυτιλία των Ελλήνων αντιμετωπίζει επιτυχώς τις σύγχρονες προκλήσεις με τη μακροχρόνια τεχνογνωσία της και τη συλλογική δυναμική της», υπογραμμίζει στο μήνυμά της η κυρία Τραυλού.

«Έτσι, διατηρούμε τον κυρίαρχο ρόλο μας, ποσοτικά και ποιοτικά. Έτσι, συνεχίζουμε να προσφέρουμε με αξιοπιστία τις ποιοτικές υπηρεσίες μας στη διεθνή αγορά. Έτσι, η υπεροχή μας είναι καθολικά αναγνωρισμένη», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Η ναυτιλία αποτελεί θεματοφύλακα της εύρυθμης λειτουργίας των κρατών και των οικονομιών τους. Συμβάλλει τόσο στην επιβίωση, στη διαβίωση, αλλά και στη συμβίωση των λαών, μεταφέροντας το 90% του παγκόσμιου εμπορίου.

Αποτελεί το οικονομικότερο σύστημα μεταφοράς για τον τελικό καταναλωτή, εξαιτίας των οικονομιών κλίμακας και της αποδοτικότητας που έχει επιτύχει. Επιτελεί το τεράστιο επιχειρησιακά και γεωγραφικά έργο της, σημειώνοντας το εξαιρετικά φιλικό προς το περιβάλλον αποτύπωμα του 2% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Για τον καταλυτικό ρόλο της ναυτιλίας σε παγκόσμιο επίπεδο υπογραμμίζει η πρόεδρος της ΕΕΕ: «Στο σύγχρονο περιβάλλον των νέων ταχυτήτων ενημέρωσης, όπου κυριαρχεί η υπερπληροφόρηση, αλλά και η παραπληροφόρηση, χρειάζεται σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο να αντιλαμβάνονται και να αναγνωρίζουν, κατ’ αρχάς η κοινωνία, αλλά και τα κέντρα λήψης αποφάσεων, τον καταλυτικό μας ρόλο», ενώ προσθέτει:

«Είναι αποφασιστικής σημασίας οι θεσμοί να λειτουργούν γνωρίζοντας εις βάθος τη σημαντικότητα και τις ιδιαιτερότητες του έργου μας, ώστε να αναπτύσσουν μακροπρόθεσμες στρατηγικές με γνώμονα τη βιωσιμότητα του κλάδου, ειδικά απέναντι στον σκληρό ανταγωνισμό εκτός Ευρώπης».

«Στην Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ), εκπροσωπούμε την πρώτη ναυτιλιακή δύναμη στον κόσμο. Τιμούμε την ενότητα και εργαζόμαστε συλλογικά και δυναμικά στον τομέα της εξωστρέφειας και της ολιστικής ενημέρωσης της κοινωνίας και των θεσμών διεθνώς», συνεχίζει η Μελίνα Τραυλού στο μήνυμά της, και υπογραμμίζει:

«Είναι προτεραιότητά μας να διασφαλίσουμε ότι το ευρωπαϊκό αλλά και το διεθνές κανονιστικό και νομοθετικό πλαίσιο συμβάλλουν στην πρόοδο της ναυτιλίας και όχι στη δημιουργία αδιεξόδων και στρεβλώσεων. Απαιτούνται λύσεις οικουμενικές και εφικτές».

Η σημασία για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για την ελληνική οικονομία

Η ναυτιλία μεταφέρει περισσότερο από το 72% του εξωτερικού εμπορίου της Ε.Ε. Για πολλές κατηγορίες βασικών προϊόντων διατροφής, ενέργειας και πρώτων υλών, περισσότερο από το 80% του συνολικού όγκου του εξωτερικού εμπορίου της Ε.Ε. μεταφέρεται διά θαλάσσης - όπως ρύζι (90%), δημητριακά (86%), λιπάσματα (86%), καφές, τσάι και μπαχαρικά (83%), ζωικά ή φυτικά λίπη και έλαια (83%), τεχνητά υφάσματα (83%), ενώ για ορισμένα μεταλλεύματα (νικέλιο, αλουμίνιο και χαλκός) περισσότερο από το 97% των φορτίων μεταφέρεται διά θαλάσσης.

«Η ναυτιλία είναι ένας παγκόσμιος και αναντικατάστατος οικονομικός εταίρος. Ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), είναι γεγονός ότι η ελληνική πλοιοκτησία κατέχει το 60% του κοινοτικού στόλου», αναφέρει μεταξύ άλλων η κυρία Τραυλού.

Όπως συμβαίνει και με το παγκόσμιο εμπόριο, τα προϊόντα που μεταφέρονται από τον τομέα της bulk/tramp ναυτιλίας αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των φορτίων που διακινούνται στους λιμένες της Ε.Ε.

Ειδικότερα, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 80% των πλοίων μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου που ελέγχονται από την Ε.Ε., το 73% των πετρελαιοφόρων, το 85% των πλοίων μεταφοράς LNG και το 17% των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Περισσότερο από το 1/3 του ελληνόκτητου στόλου φέρει σημαία κράτους-μέλους της Ε.Ε., ενισχύοντας περαιτέρω την προστιθέμενη αξία του τομέα για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Παραγωγικός πυλώνας

Η ναυτιλία αποτελεί έναν από τους πιο παραγωγικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας μέσω της οικονομικής, κοινωνικής και στρατηγικής συμβολής της. Η συνολική συνεισφορά της στην ελληνική οικονομία αγγίζει το 7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), ενώ δημιουργεί άμεσα και έμμεσα εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στη χώρα. Η ναυτιλία παρέχει μεγάλες χρηματοροές στην ελληνική οικονομία. Το 2022 οι εισροές στο ελληνικό ισοζύγιο πληρωμών από τις θαλάσσιες μεταφορές ξεπέρασαν τα 21 δισ. ευρώ, αποτελώντας τη μεγαλύτερη συνεισφορά που καταγράφηκε τα τελευταία 20 χρόνια. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι για την περίοδο 2012-2022 η ναυτιλία συνεισέφερε 148 δισ. ευρώ σε εισροές στην ελληνική οικονομία, αναδεικνύοντας τον καθοριστικό ρόλο του κλάδου για την Ελλάδα.

Η ναυτιλία αποτελεί τη ραχοκοκαλιά ενός ακμάζοντος κλάδου ναυτιλιακών υπηρεσιών στη χώρα μας, προσελκύοντας επενδύσεις και καινοτομία.

Οι Έλληνες πλοιοκτήτες επενδύουν επίσης σε μεγάλο βαθμό και σε πολλούς άλλους οικονομικούς τομείς στην Ελλάδα, όπως η τεχνολογία, οι υπηρεσίες, η αγορά ακινήτων, ο τουρισμός κ.ά., αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία της ναυτιλίας στην οικονομία της χώρας.

Όπως επισημαίνει η κυρία Τραυλού, «σε εθνικό επίπεδο δύο είναι οι κύριοι στόχοι μας, η προάσπιση της ναυτοσύνης μας, σε συνδυασμό με την ενίσχυση του εθνικού μας νηολογίου. Το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα είναι οι άνθρωποί μας, στα πλοία και τις εταιρείες μας. Η περαιτέρω ανάπτυξη της ναυτιλίας μας προϋποθέτει επαρκώς εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό».

Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Απαιτείται εκσυγχρονισμός της ναυτικής εκπαίδευσης. Σε αυτό το πεδίο είναι ευθύνη και χρέος μας να κατανοήσουν οι νέες και οι νέοι της χώρας μας τις προοπτικές και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ναυτικού επαγγέλματος. Είναι καθήκον μας να εργαστούμε όλοι μαζί, ναυτιλιακή κοινότητα και πολιτεία, προς αυτή την κατεύθυνση. Αλληλένδετη με το θέμα της ναυτικής εκπαίδευσης είναι η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού νηολογίου, που συνδέεται άμεσα με την αναβάθμιση και ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του».

Η προσφορά

Εδώ και τουλάχιστον δύο αιώνες, η ελληνική ναυτιλία με τη διεθνή επιχειρηματική της δράση αποτελεί για την πατρίδα μας έναν ιδιαίτερα επιτυχημένο οικονομικό τομέα. Τη χρονιά που πέρασε γιορτάσαμε τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, σημειώνει αναφορικά με την προσφορά της ελληνικής ναυτιλίας στη χώρα η πρόεδρος της Ένωσης.

«Οι πρόσφατες μελέτες ανέδειξαν ότι χωρίς τα πλοία, χωρίς τους ναυτικούς και τους καραβοκύρηδες, δεν θα είχαμε κερδίσει την Επανάσταση. Και η Ιστορία μάς έχει καταδείξει ότι από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα οι ελληνικοί ναυτότοποι και οι επιχειρηματίες της θάλασσας, που άπλωσαν τη δράση τους σε παγκόσμιο επίπεδο, συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και στην ευημερία του τόπου μας».

Τέλος σημειώνει: «Η εθνική ευεργεσία είναι συνώνυμη της ναυτιλίας των Ελλήνων. Η προσφορά στην πατρίδα αποτελεί στάση ζωής για την ελληνική ναυτιλιακή οικογένεια. Σε αυτό το πλαίσιο, προσφέρουμε συλλογικά στην πατρίδα μας, συνεχίζοντας ακόμα πιο δυναμικά το πολύπλευρο κοινωνικό μας έργο στους τομείς της υγείας, της παιδείας, της πρόνοιας και της στήριξης των ευπαθών ομάδων, των συνανθρώπων μας. Ενδεικτικά σημειώνω τη δωρεά 28 υπερσύγχρονων ασθενοφόρων, καθώς και τη χορήγηση 100+1 υποτροφιών μεταπτυχιακών σπουδών σε νέες και νέους της πατρίδας μας, πραγματοποιώντας το μεγαλύτερο πρόγραμμα υποτροφιών στην ιστορία της ΕΕΕ», καταλήγει η κυρία Τραυλού.

 

(από την εφημερίδα "Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")