Η Thyssenkrupp μείωσε τις ετήσιες προβλέψεις της για τις πωλήσεις και τα καθαρά κέρδη της την Τετάρτη, λόγω της εξασθένησης της ζήτησης και των τιμών στο τμήμα χάλυβα, όπου νέες ζημίες απομείωσης υπογράμμισαν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο τομέας. Η αποκάλυψη οδήγησε τις μετοχές του δοκιμαζόμενου ομίλου στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 και πλέον μηνών, αποκαλύπτοντας

τις διαρθρωτικές προκλήσεις μιας επιχείρησης που παλεύει με το υψηλό κόστος πρώτων υλών και ενέργειας, τους φθηνότερους ασιατικούς ανταγωνιστές και την αδύναμη ζήτηση από τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Η μετοχή του ομίλου υποχώρησε έως και 10,3% μετά την είδηση, η οποία ήρθε παράλληλα με τα ασθενέστερα του αναμενόμενου αποτελέσματα πρώτου τριμήνου, στο χαμηλότερο επίπεδο από τις 7 Νοεμβρίου 2022.

Η Thyssenkrupp δήλωσε ότι η επιχείρηση χάλυβα, το ήμισυ της οποίας προσπαθεί να πουλήσει στον Τσέχο δισεκατομμυριούχο Ντάνιελ Κρετίνσκι, ήταν ο κύριος παράγοντας που συνέβαλε στις ζημίες απομείωσης ύψους 200 εκατ. ευρώ (214 εκατ. δολάρια).

Ο διευθύνων σύμβουλος Miguel Lopez δήλωσε ότι "η συνεχιζόμενη αδυναμία της παγκόσμιας οικονομίας και οι γεωπολιτικές συγκρούσεις" έδειξαν ότι το φιλόδοξο πρόγραμμα επιδόσεων APEX του ομίλου, το οποίο στοχεύει στην αύξηση των προσαρμοσμένων λειτουργικών κερδών κατά 2 δισεκατομμύρια ευρώ, ήταν απαραίτητο.

Οι απομειώσεις προκάλεσαν καθαρές ζημίες πρώτου τριμήνου ύψους 314 εκατ. ευρώ, έναντι εκτίμησης της LSEG για κέρδη 33 εκατ. ευρώ. Οι πωλήσεις μειώθηκαν κατά 9% σε 8,18 δισ. ευρώ, επίσης κάτω από την πρόβλεψη της LSEG για 8,64 δισ. ευρώ.

Η εταιρελια αναμένει τώρα ότι θα επιτύχει ισοσκελισμένα καθαρά κέρδη στη χρήση 2023/24, ενώ προηγουμένως είχε προβλέψει κέρδη χαμηλού έως μεσαίου τριψήφιου ποσού εκατομμυρίων ευρώ. Οι αναλυτές περιμένουν κατά μέσο όρο καθαρά κέρδη 472 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της LSEG.

Η εταιρεία, η οποία προσπαθεί να εκποιήσει τα ναυτιλιακά της τμήματα, μείωσε επίσης τις προβλέψεις της για τις πωλήσεις. Τώρα αναμένει ότι τα έσοδα θα διαμορφωθούν στα περσινά επίπεδα των 37,5 δισ. ευρώ, αφού αρχικά προέβλεπε μικρή αύξηση.

Η εταιρεία επιβεβαίωσε τις προβλέψεις της για τις ελεύθερες ταμειακές ροές πριν από τις συγχωνεύσεις και τις εξαγορές, ένα βασικό μέτρο για την ικανότητα του ομίλου να κερδίζει χρήματα, λέγοντας ότι εξακολουθεί να αναμένει ένα χαμηλό τριψήφιο ποσό εκατομμυρίων ευρώ.