Με αλλά λόγια εδώ και πολύ καιρό δίδονται άδειες (από την ΡΑΑΕΥ) και όροι σύνδεσης (από τους ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ) χωρίς να υπάρχει η στοιχειώδης πρόβλεψη για την αντιστοίχιση μεταξύ ηλεκτρικής ζήτησης και προσφοράς. Εάν υπήρχαν τέτοιου είδους μελέτες και το απαραίτητο σύστημα παρακολούθησης οι «αρμόδιοι», υπό την πίεση των πολιτικών τους προϊσταμένων, θα είχαν σταματήσει προ πολλού να αδειοδοτούν. Ιδιαίτερα όταν η ηλεκτρική ζήτηση παραμένει επικίνδυνα σταθερή τα τελευταία χρόνια, ενώ απρογραμμάτιστα προστίθενται διαρκώς νέες μονάδες ΑΠΕ.
Με αλλά λόγια θα έπρεπε να είχε υπάρξει μια πλέον αργή και σταθερή διείσδυση των μονάδων ΑΠΕ στο δίκτυο σε συνδυασμό με την εισαγωγή συστημάτων αποθήκευσης. Που ακόμα δεν έχει επιτευχθεί. Αφήνοντας χώρο και για τα οικιακά φωτοβολταϊκά που είναι απαραίτητα λόγω της αναγκαίας γεωγραφικής διασποράς και όχι μόνο. Το πόσο σωστές έχουν αποδειχτεί οι κατά καιρό παρατηρήσεις μας έγινε φανερό τους τελευταίους μήνες όπου ο Διαχειριστής είναι υποχρεωμένος σχεδόν σε καθημερινή βάση να απορρίπτει σημαντικά φορτία ηλεκτρισμού που εγχέονται στο δίκτυο από μονάδες ΑΠΕ.
Με αποκορύφωμα την περίοδο του Πάσχα που λίγο έλλειψε να οδηγηθούμε σε blackout αφού η υπερφόρτωση από εισερχόμενα φορτία ΑΠΕ αποσταθεροποίησε το διασυνδεδεμένο ηλεκτρικό δίκτυο.
Η μάλλον τραγική αυτή κατάσταση αναλύθηκε με λεπτομέρεια στην πρόσφατη ημερίδα του ΙΕΝΕ στις 18 Απριλίου (εδώ) όπου οι ειδικοί και παίκτες της ημερήσιας αγοράς έκρουσαν για πολλοστή φορά τον κώδωνα του κινδύνου. Όμως η ζημιά έχει ήδη γίνει αφού η (υποχρεωτικά) συστηματική απόρριψη φορτίων από πλευράς Διαχειριστή και η απόλυτη ασάφεια για την οικονομική κάλυψη των αυτοπαραγωγών (για τα απορριπτόμενα φορτία) έχει δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα στους επενδυτές (εδώ και εδώ).
Από πλευράς μας το μόνο που έχουμε να παρατηρήσουμε είναι ότι έστω την ύστατη αυτή ώρα που ευρίσκεται κυριολεκτικά υπό κατάρρευση η αγορά των ΑΠΕ στην Ελλάδα, μαζί και το αφήγημα για την περίφημη «πράσινη μετάβαση», η κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει υπευθυνότητα. Δηλαδή θα πρέπει να ανακοινώσει «πάγωμα» νέων αδειοδοτήσεων τουλάχιστον για 12 μήνες και εν τω μεταξύ να φροντίσει να σχεδιάσει ένα μηχανισμό για την πλέον αποτελεσματική παρακολούθηση της αγοράς ώστε η παραγωγή ηλεκτρισμού από τις νέες μονάδες που προστίθενται να μπορεί να απορροφάται. Και όλα αυτά με την προϋπόθεση ότι το αμέσως επόμενο διάστημα θα μπορέσουν να έχουν ενταχθεί στο σύστημα μονάδες αποθήκευσης.
Σε ότι αφορά δε το μέλλον των ΑΠΕ στην χώρα μας εξακολουθούμε να είμαστε αισιόδοξοι αφού οι ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, όχι μόνο αιολικά και φωτοβολταϊκά, (αλλά η γεωθερμία, η βιομάζα, τα ηλιακά θερμικά, τα μικρά υδροηλεκτρικά) μπορούν να καλύψουν ένα ευρύ φάσμα αναγκών. Υπάρχει μέλλον λαμπρό για τις ΑΠΕ, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με την Ενεργειακή Αποδοτικότητα. Επιπλέον, εάν υπάρξει ο κατάλληλος σχεδιασμός και προβλέψεις η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ μπορεί να ενισχύσει την παραπαίουσα ελληνική βιομηχανία, αυξάνοντας την εγχώρια προστιθέμενη αξία των όποιων εγκαταστάσεων, που σήμερα κινείται στο απαράδεκτα μικρό ποσοστό του 15%.