Βρισκόμαστε στα μέσα του καλοκαιριού και ήδη έχουμε βιώσει σχεδόν δύο μήνες με θερμοκρασίες άνω των κανονικών τιμών για την εποχή. Δεν θα επικεντρωθούμε στο γιατί συμβαίνει αυτό, ωστόσο καλό θα ήταν να θυμόμαστε πως αυτό το φαινόμενο μάλλον δεν θα είναι παροδικό, αλλά θα παρατηρείται όλο και εντονότερα κατά τη διάρκεια των καλοκαιριών. Γνωρίζοντας πως έχουμε τουλάχιστον άλλες 40-50 ημέρες με υψηλές θερμοκρασίες μπροστά μας, οι περισσότεροι αναρωτιόμαστε πόσο θα φτάσουν τα τιμολόγια του ρεύματος τους επόμενους μήνες. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί από εμάς δεν μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι λογαριασμοί συνεχίζουν να «φουσκώνουν» ασχέτως των καιρικών συνθηκών ή των διεθνών συγκυριών

Τον περασμένο μήνα, ένα τεχνικό πρόβλημα στον αλγόριθμο του EPEX Spot, του χρηματιστηρίου ενέργειας της δυτικής Ευρώπης, προκάλεσε ζημιές άνω των 300 εκατομμυρίων ευρώ για τους θεσμικούς επενδυτές. Μία αναβάθμιση στην εφαρμογή του EPEX Spot προκάλεσε τις τιμές ενέργειας στη δυτική Ευρώπη να επανυπολογιστούν, είτε προς τα πάνω, είτε προς τα κάτω, σαν η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά που βασίζεται εν πολλοίς στις ενεργειακές μεταφορές, να “έσπασε” στις μεμονωμένες εθνικές αγορές. Έτσι, οι τιμές ηλεκτρισμού στη Γερμανία ξεπέρασαν τα 490 ευρώ ανά MWh, υπερπολλαπλάσιες των συνηθισμένων τιμών που κινούνται περί τα 80 ευρώ/ MWh. Από την άλλη, οι τιμές στη Γαλλία κατρακύλησαν κοντά στο μηδέν. Οι διαφοροποιήσεις αυτές σχετίζονταν με το κατά πόσο μία χώρα εισάγει ή εξάγει ενέργεια.

Παρά το γεγονός ότι οι τερατώδεις αυτές αποκλίσεις οφείλονταν σε ένα τεχνικό σφάλμα, οι αρμόδιες αρχές του χρηματιστηρίου ενέργειας αποδέχτηκαν τις ζημιογόνες πωλήσεις με τη δικαιολογία ότι οι τιμές ήταν επισήμως σωστές. Φυσικά, όλοι οι εμπλεκόμενοι μπορούν να αντιληφθούν ότι οι τιμές δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματική εικόνα της αγοράς: η παραδοσιακή αρχή της προσφοράς και ζήτησης δεν ελήφθη υπόψη, ενώ οι δυσλειτουργικοί αλγόριθμοι αγνόησαν και την ενοποίηση του ευρωπαϊκού δικτύου.

Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτό το ατυχές συμβάν; Καταρχάς, ότι η αγορά ενέργειας δεν λειτουργεί απαραίτητα με τις κλασικές αρχές οικονομικών. Αυτό καθίσταται αρκετά πιο σαφές αν εξετάσουμε τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Χάρη στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, οι ελληνικές ΑΠΕ υπερπαράγουν. Μάλιστα, τις ημέρες με χαμηλή ζήτηση, οι Διαχειριστές αναγκάζονται να πετάξουν αρκετούς παραγωγούς εκτός δικτύου προκειμένου να μην διακινδυνεύσουν ολόκληρο το δίκτυο. Πώς γίνεται, λοιπόν, οι τιμές του ηλεκτρικού, και στη χονδρική και στη λιανική, να είναι τόσο υψηλές όταν υπάρχει τόσο αυξημένη προσφορά; Μπορεί κανείς να απαντήσει ότι σε συνδυασμό με την αυξημένη προσφορά υπάρχει και αυξανόμενη ζήτηση λόγω καύσωνα. Αν όμως ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε γιατί οι ημέρες με ιδιαίτερα χαμηλή ζήτηση, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια του Πάσχα, δεν σηματοδότησαν μία αντίστοιχη πτώση των τιμολογίων ρεύματος;

Με την κυβέρνηση να ανακοινώνει ότι θα λάβει πρωτοβουλίες, οι Έλληνες καταναλωτές ελπίζουν σε κάποια βελτίωση της κατάστασης. Ωστόσο, αν κρίνουμε από το πρόσφατο παρελθόν, οι όποιες λύσεις ενδεχομένως να αποδεχθούν αναποτελεσματικές, ή να προκαλέσουν άλλα ντόμινο επιπτώσεων. Η αλήθεια είναι πως η νέα πραγματικότητα της αγοράς ενέργειας απαιτεί νέες λύσεις. Δεν βρισκόμαστε απλώς στο μέσα της ενεργειακής μετάβασης— με ό,τι αυτό συνεπάγεται— αλλά μιλάμε και για έναν τομέα που είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στις γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής αγοράς, και αυτό που οφείλουν να εξετάσουν σοβαρά η κυβέρνηση και οι αρχές, είναι γιατί οι τιμές στην Ελλάδα μόνιμα ανεβαίνουν εξαιτίας των υποτιθέμενων εξωτερικών συγκυριών, αλλά δεν μειώνονται ποτέ.