Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν νέες κυρώσεις σε περισσότερες από 400 οντότητες και φυσικά πρόσωπα που υποστηρίζουν τις πολεμικές προσπάθειες της Ρωσίας στην Ουκρανία, ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, συμπεριλαμβανομένων κινεζικών εταιρειών που οι Αμερικανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι βοηθούν τη Μόσχα να παρακάμψει τις δυτικές κυρώσεις και να ενισχύσει τον στρατό της.

Οι κυρώσεις περιλαμβάνουν μέτρα κατά εταιρειών στην Κίνα που εμπλέκονται στην αποστολή εργαλειομηχανών και εξαρτημάτων μικροηλεκτρονικής στη Ρωσία, σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που περιγράφει τις κυρώσεις του κατά 190 στόχων. Το Υπουργείο Οικονομικών επέβαλε τις υπόλοιπες κυρώσεις, δήλωσε αξιωματούχος.

Οι κυρώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ περιλαμβάνουν κινήσεις που αποσκοπούν στον στραγγαλισμό του ενεργειακού τομέα της Ρωσίας και στρέφονται κατά εταιρειών στην Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) και των οικονομιών της Κεντρικής Ασίας που οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι βοηθούν τη Ρωσία να αποφύγει τις κυρώσεις, αναφέρει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. "Οι σημερινές ενέργειες πλήττουν τη Ρωσία εκεί που πονάει - υποβαθμίζοντας την ικανότητά της να παράγει έσοδα μέσω των ενεργειακών της έργων και διακόπτοντας την απόκτηση υλικών για τον εφοδιασμό της πολεμικής της μηχανής", δήλωσε ο αρμόδιος διευθυντής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την πολιτική και την εφαρμογή των οικονομικών κυρώσεων, Ααρόν Φόρσμπεργκ.

Στους στόχους των κυρώσεων περιλαμβάνεται ο εισαγωγικός-εξαγωγικός βραχίονας του κινεζικού ομίλου Dalian Machine Tool Group, ο οποίος, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, προμήθευσε ρωσικές εταιρείες με είδη διπλής χρήσης αξίας 4 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Κίνα ισχυρίζεται ότι δεν προμηθεύει όπλα στην Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία , αλλά υπερασπίζεται όπως λέει τις φυσιολογικές εμπορικές σχέσεις μεταξύ Κίνας και Ρωσίας.

 Οι τελευταίες αυτές κυρώσεις των ΗΠΑ περιλαμβάνουν μέτρα κατά εταιρειών που προμηθεύουν εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται στα ρωσικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη Orlan τα οποία η Μόσχα χρησιμοποιεί στην Ουκρανία.

Η Ουάσινγκτον επεδίωξε επίσης με τις κυρώσεις να αποδομήσει μελλοντικά ενεργειακά έργα στη Ρωσία και την αποστολή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Στοχοθέτησε το έργο Arctic LNG 2 της Ρωσίας αξίας 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο έχει ήδη πληγεί από τις δυτικές κυρώσεις που περιόρισαν την πρόσβασή του από παγοθραυστικά δεξαμενόπλοια, καθώς και άλλες εταιρείες που εμπλέκονται σε μελλοντικά ενεργειακά έργα στη Ρωσία, σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο.

Οι κυρώσεις στοχεύουν επίσης εταιρείες που εμπλέκονται στις μεταφορές, όπως η White Fox Ship Management με έδρα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η οποία, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, απέκτησε πρόσφατα τέσσερα δεξαμενόπλοια για τη μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Παράλληλα, περισσότερες από είκοσι μεγάλες ρωσικές βιομηχανικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων εταιρείες του κατασκευαστικού κλάδου και της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπως επίσης και εταιρείες οικιακών συσκευών, έστειλαν στον επικεφαλής του υπουργείου Βιομηχανίας και Εμπορίου Αντόν Αλιχάνοφ επιστολή, με την οποία δηλώνουν ότι απειλούνται με χρεοκοπία και να σταματήσουν τη λειτουργία τους, λόγω αδυναμίας να αγοράσουν στο εξωτερικό τις αναγκαίες πρώτες ύλες κρίσιμης σημασίας, ακόμη και στις λεγόμενες φιλικές χώρες.

Όπως γράφει ο εκδοτικός όμιλός RBC, αιτία των ανησυχιών αυτών, είναι το δέκατο τέταρτο κατά σειρά πακέτο κυρώσεων που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Ένωση στη Ρωσία(αποφασίσθηκε στις 24 Ιουνίου του 2024) , εξαιτίας του οποίου σταμάτησαν οι προμήθειες σημαντικών υλικών από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Ιαπωνία και το τελευταίο διάστημα και από την Κίνα.

 Πρόκειται κυρίως για πρώτες ύλες, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ψυγείων, εξαρτημάτων αυτοκινήτων, σωλήνων, αφρών συναρμολόγησης, στεγανωτικών υλικών και δαπέδων. Στην επιστολή αναφέρεται ότι στην περίπτωση αυτή η ρωσική οικονομία εξαρτάται κατά εκατό τοις εκατό από τις εισαγωγές.

Στην επιστολή τους οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι τα αποθέματα υλών που διαθέτουν αυτήν τη στιγμή επαρκούν μόνο για δύο μήνες, ενώ συμφωνίες με προμηθευτές που βοηθούν στο να παρακαμφθούν οι κυρώσεις , ιδιαίτερα με τη Σαουδική Αραβία, προς το παρόν δεν έχουν καταστεί δυνατές.