Το μήνυμα που εκπέμπει, και αποτελεί εξάλλου και την άποψη των τουρκικών πολιτικών ελίτ, είναι πως η συναίνεση της Αγκυρας είναι προϋπόθεση για την υλοποίηση οποιουδήποτε σχεδίου σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Ακόμη και η εκμετάλλευση σε διεθνή ύδατα και στον βυθό απαιτεί τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας.
Το πλοίο, λοιπόν, ανέλαβε να ερευνήσει το τμήμα εκείνο του βυθού που θα ενδείκνυτο για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου σύνδεσης της Κύπρου με την Κρήτη και τις λοιπές χώρες-μέλη της Ε.Ε. Προς τούτο, ως είθισται, εκδόθηκε τυπικά από τον σταθμό Ηρακλείου η σχετική NAVTEX (17-7-24 έως 29-7-24).
Τμήμα των ερευνών έλαβε χώρα εντός της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης. Ωστόσο, η έρευνα αφορούσε και περιοχές πλησίον της Κάσου και του τόξου που σχηματίζεται από τα λοιπά νησιά με ακτές στην Αν. Μεσόγειο, σε μια περιορισμένη έκταση που δεν υπερέβαινε τα 6,5 ναυτικά μίλια. Περιέλαβε επίσης περιοχές διεθνών υδάτων μεταξύ των νησιών αυτών. Η δραστηριότητα αυτή του ιταλικού πλοίου, ήτοι η έρευνα για την πόντιση καλωδίου, συνιστά ελευθερία της θάλασσας. Επειδή όμως αφορά βυθό υφαλοκρηπίδας, δεν πρέπει να συγχέεται με την εξερεύνηση του βυθού για υδρογονάνθρακες, που συνιστά κυριαρχικό δικαίωμα του παράκτιου κράτους, ούτε με τη θαλάσσια επιστημονική έρευνα.
Η Τουρκία, κινητοποιώντας το πολεμικό ναυτικό, περιέπλεξε τα πράγματα, αδιαφορώντας για τον σκοπό έρευνας του «Ievoli Relume». Εκμεταλλεύθηκε την περίσταση και με πρόσχημα τη δήθεν προστασία έναντι παρενοχλήσεων της παράνομης τουρκολιβυκής οριοθέτησης παρέταξε σε διάταξη τα πολεμικά πλοία της. Επιχειρώντας με την κίνηση αυτή να ξεκαθαρίσει ότι έχει λόγο όχι μόνο σε ό,τι συμβαίνει στην περιοχή χωρίς αυτήν, αλλά και σε ό,τι αφορά ενέργειες όπως η πόντιση του καλωδίου τώρα, ή κάποια άλλη αργότερα. Μάλιστα, για να δηλώσει παρουσία εξέδωσε NAVTEX για το διάστημα της διασποράς του ναυτικού. Αυτό εξυπηρετούσε τον στόχο άμεσης ή έμμεσης παρεμπόδισης των ερευνητικών εργασιών του ιταλικού πλοίου.
Τι λέει το Δίκαιο της Θάλασσας
Η δραστηριότητα του τελευταίου κινήθηκε αυστηρά στο πλαίσιο των δικαιωμάτων ελευθερίας της θάλασσας. Σύμφωνα με τη Σύμβαση Δικαίου της Θάλασσας (1982), η τοποθέτηση (the laying) καλωδίων και κατ’ επέκταση η έρευνα –η οποία είναι εγγενής (inherent) στην πόντιση και τοποθέτηση– για την αναζήτηση της ενδεικνυόμενης περιοχής του βυθού όπου θα πραγματοποιηθεί, συνιστά ελευθερία της θάλασσας. Οπως προβλέπεται ρητά στο άρθρο 79 της σύμβασης, στην υφαλοκρηπίδα όπου το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα έρευνας επί του βυθού και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων δεν μπορεί να εμποδίζεται η τοποθέτηση καλωδίων και σωληναγωγών. Η τοποθέτηση διασφαλίζεται ως ελεύθερη χρήση υπό τους όρους της σύμβασης.
Ειδικότερα, αναφερόμενοι στην τοποθέτηση καλωδίων, α) όταν πραγματοποιείται από το παράκτιο κράτος στην οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα του δεν εγείρεται ερώτημα, διαθέτει συνολικό έλεγχο, β) όταν πραγματοποιείται από τρίτο κράτος σε οριοθετημένη υφαλοκρηπίδα, κατ’ αρχήν δεν μπορεί να εμποδίζεται. Πλην όμως με την τοποθέτηση πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη («due regard») και να μην επηρεάζονται τα κυριαρχικά δικαιώματα έρευνας της υφαλοκρηπίδας του παράκτιου κράτους και εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της (υδρογονανθράκων). Τα κυριαρχικά δικαιώματα υφαλοκρηπίδας έχουν προτεραιότητα· λόγω της λειτουργικής φύσεώς τους ως ειδικά και συγκεκριμένα προηγούνται έναντι των ελευθεριών που είναι γενικά δικαιώματα. Και αντιστρόφως όσον αφορά το παράκτιο κράτος, κατά την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των δικαιοδοσιών του πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ελευθερίες θάλασσας και συνεπώς να διασφαλίζει το δικαίωμα ελεύθερης τοποθέτησης καλωδίου. Η ίδια συμβιβαστική φόρμουλα, τηρουμένων των αναλογιών (mutatis mutandis), ισχύει και στην περίπτωση της ΑΟΖ σχετικά με τις αποκλειστικές αρμοδιότητες και δικαιοδοσίες του παράκτιου κράτους έναντι των ελευθεριών θάλασσας. Τέλος, γ) αναφορικά με την τοποθέτηση καλωδίων δεν ζητείται από το παράκτιο κράτος συναίνεση, η οποία αντίθετα ζητείται για την τοποθέτηση αγωγών, ειδικότερα για την κατεύθυνση της πορείας τους.
Η Τουρκία καθ’ υπερβολήν επιχείρησε να εμποδίσει την έρευνα του ιταλικού πλοίου πέραν των 6 ναυτικών μιλίων από την Κάσο, ή ακόμη και στα διεθνή ύδατα μεταξύ των νησιών, επικαλούμενη την κατά τ’ άλλα παράνομη τουρκολιβυκή οριοθέτηση. Με την παρουσία πολεμικών πλοίων της, ως μη ώφειλε, προκάλεσε μερική ακινητοποίηση του ιταλικού πλοίου με προοπτική να εμποδιστεί. Είναι ενδεχόμενο να έχει προκύψει ζημία εξ αυτού. Αυτό είναι ζήτημα που προφανώς γνωρίζει η ιδιοκτήτρια εταιρεία, εάν λόγω των συνθηκών αποχώρησε νωρίτερα από την προγραμματισμένη εργασία βάσει των ημερομηνιών της NAVTEX, γεγονός που θα μπορούσε να εγείρει ζήτημα αποζημίωσης. Ομως, κατά την επίσημη εκδοχή, το πλοίο ολοκλήρωσε πριν από την εκπνοή της NAVTEX και αποχώρησε.
Ιχνηλατώντας τη σύμβαση, η παρεμπόδιση ειδικότερα με πολεμικά πλοία ακόμη και με την απλή παρουσία επηρεάζει αρνητικά μέχρι αναίρεσης το δικαίωμα ελευθερίας της θάλασσας που απολαύει το ερευνητικό πλοίο. Η Τουρκία σκοπίμως εγείρει ζήτημα δικής της υφαλοκρηπίδας εκ του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, ενώ γνωρίζει ότι το πλοίο δεν ερευνά βυθό υφαλοκρηπίδας για ορυκτά. Είναι μια λεπτή γραμμή πώς να κινηθεί η Ελλάδα από άποψη διαμαρτυρίας, στηριγμένη κυρίως στο επιχείρημα της ελεύθερης πόντισης όσο και στο γεγονός ότι νοτίως των ακτών της Κάσου απολαύει δικαιωμάτων υφαλοκρηπίδας δυνάμει της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας της 6ης Αυγούστου 2020.
Δεν θα ήταν η ενδεδειγμένη αντίδραση εάν επικεντρωνόταν μόνο στο συμπέρασμα ότι, όπως συνάγεται από όλο το συμβάν, η Τουρκία επιχειρεί να αναδείξει και να ισχυροποιήσει την τουρκολιβυκή οριοθέτηση. Ούτε ότι η Τουρκία επιχειρεί να «γκριζάρει» και άλλες περιοχές με το να αμφισβητεί συνεχώς την ελληνοαιγυπτιακή οριοθέτηση.
Η Αγκυρα επιχειρεί για ίδιον όφελος μια «δημιουργική» ερμηνεία της σύμβασης που ανατρέπει τη διεθνή δημόσια τάξη των θαλασσών. Επιχειρεί να αμφισβητήσει την ελευθερία της πόντισης καλωδίων και της εγγενούς έρευνας σε αυτήν, παγιδεύοντάς την τεχνηέντως στο πλέγμα των δικαιωμάτων και δικαιοδοσιών του παράκτιου κράτους επί της υφαλοκρηπίδας. Επιχειρεί να μετατρέψει ένα ειδικό δικαίωμα μόνο εκμετάλλευσης των ορυκτών σε γενικό και αόριστο για να ελέγχει το σύνολο ει δυνατόν των δραστηριοτήτων στην περιοχή. Το έχει ξανακάνει σε παλαιότερες περιόδους έντασης. Εχει δηλώσει σχετικά ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να διεξάγει αεροναυτικές ασκήσεις στα υπερκείμενα ύδατα της υφαλοκρηπίδας της. Μάλιστα, δε, όπως την εκλάμβανε η ίδια, δεδομένου ότι στην περιοχή δεν υπάρχει οριοθέτηση με συμφωνία. Ενώ κατά το Δίκαιο Θάλασσας, το καθεστώς υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ δεν μπορεί να εμποδίζει την ελευθερία της θάλασσας, όπως οι ναυτικές ασκήσεις, εφόσον δεν γίνονται σε περιοχές όπου το παράκτιο έχει πλατφόρμα. Οι περιπτώσεις αυτές οδηγούν εύλογα στο κρίσιμο ερώτημα κατά πόσον η Τουρκία θα σκαρφίζεται δικής της έμπνευσης και σκοπιμότητας «δημιουργική» ερμηνεία ανά περίπτωση (ad hoc).
Αξιώσεις τοποτηρητή
Οι τακτικές της Αγκυρας εν συνόλω από την περίπτωση της Κάσου προβληματίζουν πολλαπλώς. Μπορεί μεν στη φάση αυτή να μην υπήρξε συνέχεια, ούτε να απειλήθηκε το μορατόριουμ της 7ης Δεκεμβρίου (υπάρχουν πάντως συν τω χρόνω αισθητές αποκλίσεις από το πνεύμα και το γράμμα της συμφωνίας), αλλά θα είναι πάντοτε έτσι; Η Τουρκία δεν πρόκειται να παραιτηθεί της παρέμβασής της εν είδει τοποτηρητή στην Αν. Μεσόγειο, ιδίως επιχειρώντας να παγιωθεί η τουρκολιβυκή οριοθέτηση. Εάν μάλιστα την ενεργοποιήσει επιχειρησιακά, τότε μπορεί μεν να είμαστε νομικά κατοχυρωμένοι με την ελληνοαιγυπτιακή οριοθέτηση, εντούτοις δεν θα αποφευχθεί η κρίση. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο μόνος τρόπος να απαλλαγούμε από την τουρκολιβυκή οριοθέτηση, που είναι το ακανθώδες ζήτημα, και να υπερβούμε το αδιέξοδο που έχει προκαλέσει, είναι να αναζητηθεί διευθέτηση στη Χάγη μέσω προσφυγής με τη Λιβύη, κατά τα πρότυπα ανάλογων συμφωνιών της τελευταίας με Τυνησία και Μάλτα· εφόσον δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες που τώρα δεν υφίστανται, αλλά απαιτούν ένα πρώτο βήμα προσέγγισης με την κυβέρνηση της Τρίπολης.
Υπάρχει βέβαια και η διεθνής διάσταση σε κάθε προσπάθεια που γίνεται για την ανατροπή του status quo σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη, γιατί αυτή στρέφεται ουσιαστικά ενάντια στην υφιστάμενη τάξη πραγμάτων. Η τουρκική ηγεσία, άλλωστε, έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι είναι υποχρεωτική η ριζική αναθεώρηση αυτής και σε κάθε αφορμή επισημαίνει ορθά αλλά και εκ του πονηρού την ανεπάρκεια του διεθνούς συστήματος να αντιμετωπίσει κρίσεις και συγκρούσεις ώστε να δικαιολογεί τις αναθεωρητικές βλέψεις της. Ωστόσο, αρκετοί εκ των στενότερων εταίρων μας, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία, καθότι ναυτικές δυνάμεις, οφείλουν να αντιληφθούν τους κινδύνους που συνεπάγεται η έμπρακτη αμφισβήτηση του Δικαίου της Θάλασσας και δη από έναν νατοϊκό εταίρο. Ποιο είναι το μήνυμα που «διαβάζει» η Κίνα ως προς το δικό της αναθεωρητικό δόγμα στη Νότια Σινική Θάλασσα, όταν ένα κράτος που ανήκει στη Βορειοατλαντική Συμμαχία δεν τιθασεύεται από τους θεματοφύλακες (ΗΠΑ και Ε.Ε.) των αρχών πάνω στις οποίες στηρίζεται η διεθνής τάξη πραγμάτων, μεταξύ των οποίων είναι και το Δίκαιο της Θάλασσας; Οταν επιτρέπεται στην Τουρκία να επεκτείνει το δικαίωμά της επί της υφαλοκρηπίδας σε διεθνή ύδατα, επομένως και τον ασκούμενο έλεγχό της σε περιοχές πολύ πέραν της δικαιοδοσίας της (ακόμη και μελλοντικής) και έτσι να διακόπτει δραστηριότητες που κρίνει ότι αντιτίθενται στα συμφέροντά της, αλλά πάντως όχι στο Δίκαιο της Θάλασσας, τότε δημιουργείται ένα ιδιαιτέρως αρνητικό προηγούμενο. Και χώρες με ανάλογες βλέψεις σε άλλα σημεία του πλανήτη μπορούν να το επικαλούνται προκειμένου να υπερασπίζονται με καινοφανή νομικά επιχειρήματα τα όποια δικαιώματά τους.
Το κρίσιμο για εμάς και συνάμα ζητούμενο είναι πώς θα αντιμετωπίσουμε ανάλογη προσπάθεια της Αγκυρας να αποτρέψει έναν επόμενο κύκλο, αυτή τη φορά πόντισης καλωδίων. Αλλιώς, θα είναι σαν να της αναγνωρίζουμε ρόλο οιονεί τοποτηρητή στην ευρύτερη περιοχή.
*Ο κ. Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής μεταπτυχιακού προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές» στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος, διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA).
(Πηγή: Η Καθημερινή)