Αιτία της υπαναχώρησής τους από τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν τα τελευταία χρόνια είναι εν μέρει η ενεργειακή κρίση που προέκυψε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και έθεσε σε προτεραιότητα την ενεργειακή ασφάλεια, αλλά προπαντός η πτώση της κερδοφορίας τους.
Η βρετανική ΒΡ πριν από σχεδόν πέντε χρόνια εγκαινίασε μια γενναία προσπάθεια να μετασχηματιστεί από πετρελαϊκή σε επιχείρηση παραγωγής ενέργειας με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα. Τώρα, όμως, επιστρέφει στις ρίζες της και σε αυτό που ήταν πάντα, μια μεγάλη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, με σημαντική ανάπτυξη ώστε να ανταγωνιστεί τις άλλες μεγάλες πετρελαϊκές, να εξωθήσει ανοδικά την τιμή της μετοχής της αλλά και να καθησυχάσει τους επενδυτές σχετικά με τη μελλοντική κερδοφορία της. Με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης της εταιρείας και την τόνωση των κερδών της, ο διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ Μάρεϊ Αουχίνκλος σχεδιάζει τώρα να επενδύσει δισ. σε νέες εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, μεταξύ των οποίων και κάποια στον Κόλπο του Μεξικού και στη Μέση Ανατολή. Αντίστοιχες κινήσεις κάνουν, άλλωστε, η ανταγωνίστρια της ΒΡ, Shell, όπως και η κρατική εταιρεία της Νορβηγίας, Equinor, που περιορίζουν τις επενδύσεις τους στην ενεργειακή μετάβαση.
Εν μέρει στόχος τους είναι να ανταγωνιστούν τις αμερικανικές, όπως προκύπτει από τις υποσχέσεις του Ουαέλ Σάουαν, διευθύνοντος συμβούλου της Shell, πως θα υιοθετήσει σκληρή γραμμή για να βελτιώσει την απόδοση και τα κέρδη της εταιρείας και να γεφυρώσει το χάσμα που χωρίζει τη χρηματιστηριακή αξία της από εκείνη των αμερικανικών κολοσσών της Exxon Mobil και της Chevron. Και την ίδια στιγμή η Shell αναζητεί αγοραστή για τη Select Carbon, την αυστραλιανή εταιρεία που εξαγόρασε το 2020 και η οποία εξειδικεύεται στην ανάπτυξη γεωργικών προγραμμάτων με στόχο την εξάλειψη των εκπομπών καυσαερίων. Και η Equinor, κατ’ εξοχήν προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη από το 2022 και μετά, επανεξετάζει τις επιχειρήσεις της με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα.
Η στροφή των ευρωπαϊκών πετρελαϊκών συμπίπτει με την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ που έχει ενθαρρύνει ήδη την αύξηση των εξορύξεων στις ΗΠΑ με το σύνθημά του «drill baby drill», δηλαδή «εξορύξτε, εξορύξτε», αν και πολλοί αναλυτές εκτιμούν πως δεν θα επηρεάσει τόσο άμεσα τον κλάδο. Εκτιμούν πως πολλές βιομηχανίες θα προσέξουν να μην προκαλέσουν μεγάλο πλεόνασμα στην αγορά. Πάντως ξαναρχίζουν οι εξορύξεις στον Κόλπο του Μεξικού, όπου πριν από μερικά χρόνια έγινε η φοβερή διαρροή πετρελαίου. Εξάλλου, ανάμεσα στις επιλογές του Ντόναλντ Τραμπ που έχουν προκαλέσει αίσθηση είναι η απόφασή του να αναθέσει το χαρτοφυλάκιο της Ενέργειας στον Κρις Ράιτ, ιδιοκτήτη της πετρελαϊκής Liberty Energy, αμφισβητία της κλιματικής αλλαγής και προπαντός φανατικό υποστηρικτή της μεθόδου της υδραυλικής ρηγμάτωσης. Πρόκειται για τη μέθοδο που χρησιμοποίησε η υπερδύναμη για να αντλεί σχιστολιθικό πετρέλαιο από τα σχιστολιθικά πετρώματα στις ακτές των ΗΠΑ και με την οποία εξελίχθηκε σε πρώτη σε παραγωγή πετρελαίου στον κόσμο. Τα τελευταία χρόνια ο Ράιτ αναδείχθηκε σε ένα είδος πρωταθλητή των υδρογονανθράκων, καθώς διαφήμιζε τα οφέλη από τα ορυκτά καύσιμα που αυξάνουν τον πλούτο, όπως υποστήριζε, αλλά επίσης βελτιώνουν την υγεία και προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Και επανειλημμένως έχει τονίσει πως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν μπορούν να υποκαταστήσουν πολλές από τις λειτουργίες στις οποίες χρησιμεύουν οι υδρογονάνθρακες. Είναι, άλλωστε, γνωστός για ορισμένες επιθετικές αντιδράσεις προς όποιον επικρίνει τα ορυκτά καύσιμα. Οταν η εταιρεία ενδυμάτων North Face αρνήθηκε να πουλήσει στα μέλη της Liberty Energy τζάκετ με το λογότυπό της, ο Ράιτ τύπωσε διαφημιστικές ετικέτες που έγραφαν «ωραία σου πηγαίνουν τα ρούχα της North Face και έχουν παραχθεί όλα με τη χρήση ορυκτών καυσίμων».
Από την Καθημερινή