Μεγαλύτερη από την ως τώρα εκτιμώμενη αναμένεται να είναι η μείωση της παραγωγής των παγκοσμίων κοιτασμάτων, σύμφωνα με την έκθεση «Παγκόσμιες Ενεργειακές Προοπτικές» (World Energy Outlook) του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), που πρόκειται να δημοσιοποιηθεί επίσημα στις 12 Νοεμβρίου.

Μεγαλύτερη από την ως τώρα εκτιμώμενη αναμένεται να είναι η μείωση της παραγωγής των παγκοσμίων κοιτασμάτων, σύμφωνα με την έκθεση «Παγκόσμιες Ενεργειακές Προοπτικές» (World Energy Outlook) του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), που πρόκειται να δημοσιοποιηθεί επίσημα στις 12 Νοεμβρίου.

Σημερινό δημοσίευμα των Financial Times αναφέρει ότι, σύμφωνα με βασικές επισημάνσεις της έκθεσης, ο φυσικός ετήσιος ρυθμός μείωσης της παραγωγής υπολογίζεται στο 9,1%, αν δεν υπάρξουν νέες επενδύσεις ώστε να αυξηθεί η παραγωγή. Τα υπάρχοντα κοιτάσματα σε περιοχές όπως η Βόρεια Θάλασσα, η Ρωσία και η Αλάσκα φθίνουν ραγδαία και η προσπάθεια αναπλήρωσης των απωλειών αυτών καθίσταται πιο επιτακτική, καθώς η πτώση των τιμών αποθαρρύνει τις επενδυτικές αποφάσεις.

Ακόμη, όμως, κι αν τα σχέδια αυτά υλοποιηθούν, ο ρυθμός μείωσης δεν θα πέσει κάτω από το 6,4% τον χρόνο. Η αναμενόμενη τελική επιβράδυνση των επενδύσεων θα μεγιστοποιήσει τις επιπτώσεις, αν και τα αμέσως επόμενα χρόνια δεν θα γίνουν αισθητές, λόγω της χαμηλότερης ζήτησης που προκαλεί η παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση.

Όπως επισημαίνει ο Οργανισμός στην εν λόγω έκθεση, « ο μελλοντικός ρυθμός μείωσης της παραγωγής των υπαρχόντων κοιτασμάτων λόγω της ωρίμανσής τους είναι ο κυριότερος παράγοντας που θα καθορίσει τη χωρητικότητα των νέων εγκαταστάσεων που θα χρειαστεί να κατασκευαστούν παγκοσμίως για να καλύψουν την ζήτηση» , ενώ ακόμη και η διατήρηση, έστω, του παρόντος επιπέδου παραγωγής απαιτεί νέες επενδύσεις.

Η ανάγκη εξεύρεσης νέων κοιτασμάτων θα αντισταθμίσει ακόμη και την πτώση που παρατηρείται στη ζήτηση τους τελευταίους μήνες. Η εν λόγω πτώση, σύμφωνα με την έκθεση, η οποία θα δημοσιευθεί τον επόμενο μήνα, οφείλεται στις αυξημένες τιμές και στην μικρή μείωση της οικονομικής μεγέθυνσης.

Η κατανάλωση του πετρελαίου αναμένεται να φτάσει το 2030 τα 106,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα από τα σημερινά επίπεδα των 86,0 εκατ. βαρελιών, ενώ η περυσινή αντίστοιχη έκθεση προέβλεπε 116,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Οι εκτιμήσεις πιθανόν να είναι, τελικά, ακόμη χαμηλότερες, καθώς η έκθεση συντάχθηκε πριν την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Παρ’ όλ’ αυτά, η αύξηση της ζήτησης από χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και άλλες αναδυόμενες οικονομίες θα απαιτήσει επενδύσεις 360 δις δολάρια κατ’ έτος ως το 2030, ενώ η κατανάλωση στις ανεπτυγμένες χώρες το ίδιο διάστημα θα φθίνει. Έτσι, η ζήτηση των τελευταίων σε πετρέλαιο θα ισοδυναμεί με λιγότερο από το 50% της παγκόσμιας ζήτησης το 2030, τη στιγμή που σήμερα αγγίζει το 59%.