Τα Κινεζικά Αντίμετρα στους Δασμούς των ΗΠΑ Αλλάζουν τον Παγκόσμιο Ενεργειακό Χάρτη

Τα Κινεζικά Αντίμετρα στους Δασμούς των ΗΠΑ Αλλάζουν τον Παγκόσμιο Ενεργειακό Χάρτη
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Τετ, 5 Φεβρουαρίου 2025 - 10:00

Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να πάτησε φρένο στους δασμούς εναντίον Καναδά και Μεξικό, αλλά ο βασικός στόχος του παραμένει η Κίνα. Και παρόλο που το Πεκίνο έχει επανειλημμένα δηλώσει πως δεν επιθυμεί έναν νέο εμπορικό πόλεμο, η κινεζική ηγεσία δεν πρόκειται να υποκύψει στις αμερικανικές πιέσεις τόσο εύκολα 

όπως τα διάφορα κράτη της Λατινικής Αμερικής. Με την Κίνα να επιβάλει δασμούς στα αμερικανικά ορυκτά καύσιμα μεταξύ άλλων κρίσιμων προϊόντων, η στροφή προς εναλλακτικούς προμηθευτές και πελάτες μπορεί να αλλάξει τον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.

Σύμφωνα με τα αρχικά στοιχεία, η Κίνα εισήγαγε 52% λιγότερο αργό από τις ΗΠΑ το 2024, ξεπερνώντας ελαφρώς τα 230.000 βαρέλια την ημέρα. Παράλληλα, οι εισαγωγές αμερικανικού πετρελαίου αποτελούσαν μόλις το 1,7% των συνολικών εισαγωγών του καυσίμου στις ΗΠΑ για το 2024, έναντι 2,5% το 2023. Όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, η Κίνα είχε φροντίσει να διαφοροποιήσει τους προμηθευτές της και να αποφύγει την επιρροή της Ουάσιγκτον. Ως εκ τούτου, οι δασμοί 10% στο εισαγόμενο αμερικανικό πετρέλαιο που επέβαλε το Πεκίνο δεν αναμένεται να διαταράξουν ουσιαστικά την κινεζική οικονομία. Εξάλλου, όπως έχει εξηγηθεί πολλάκις τους τελευταίους μήνες, η ζήτηση πετρελαίου στην Κίνα βαίνει μειούμενη γενικά, χάρη σε μία σειρά παραγόντων.

Σε αντίθεση με το πετρέλαιο, η ζήτηση φυσικού αερίου στην Κίνα βρίσκεται σε ανοδική τροχιά. Οι ΗΠΑ ήλπιζαν να αξιοποιήσουν αυτή την ευκαιρία, όχι μόνο αυξάνοντας το μερίδιό τους στην κινεζική αγορά από την πέμπτη θέση που κατέχουν επί του παρόντος, αλλά και πιέζοντας τις τιμές προς τα πάνω εξαιτίας του ανταγωνισμού Ευρώπης και Κίνας για την εξασφάλιση φορτίων. Πριν την επιβολή δασμών από τον Τραμπ, οι Κινέζοι αξιωματούχοι είχαν δεσμευτεί να εισάγουν ως και 50% περισσότερο αμερικανικό LNG το 2026. Αυτό όμως πιθανότατα δεν θα συμβεί, με το Πεκίνο να επιβάλει δασμούς 15% για το αμερικανικό ΥΦΑ. Ως εκ τούτου, το μερίδιο του αμερικανικού LNG στην κινεζική αγορά μάλλον θα μειωθεί από το τρέχον 5,4%.

Πέρα από τα αριθμητικά στοιχεία, υπάρχουν και οι δυνητικοί νικητές και χαμένοι αυτού του εμπορικού πολέμου. Εκ πρώτης όψεως, η Κίνα είναι πολύ πιο εκτεθειμένη στους δασμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ, καθώς το εμπορικό ισοζύγιο των δύο κρατών είναι ιδιαίτερα ανισοβαρές. Ωστόσο, σε αντίθεση με την Ευρώπη και άλλες αγορές, οι Κινέζοι χρησιμοποίησαν την οκταετία που μεσολάβησε από την πρώτη θητεία του Τραμπ ώστε να διαμορφώσουν δίκτυα προστασίας για την οικονομία τους. Αυτό έγινε με δύο τρόπους: Ο πρώτος είναι η διαφοροποίηση των δικών τους προμηθευτών, κάτι που σημαίνει ότι η επιβολή δασμών στα αμερικανικά προϊόντα δεν απειλεί να εκτινάξει τον πληθωρισμό. Αυτονόητα, ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή οι Αμερικανοί εξαγωγείς δεν θα πληγούν ιδιαίτερα από τους κινεζικούς δασμούς. Ο δεύτερος είναι η διεθνοποίηση των γραμμών παραγωγής τους σε πολλά διαφορετικά κράτη, στη Νοτιοανατολική Ασία, τη Νότια Αμερική, και σύντομα την Ανατολική Ευρώπη. Θεωρητικά, ο Τραμπ θα μπορούσε να επιβάλει δασμούς σε όλες τις εισαγωγές ασχέτως προέλευσης, αλλά αυτό θα οδηγούσε σε έκρηξη του πληθωρισμού.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και ορισμένοι σίγουρα κερδισμένοι. Για παράδειγμα, η περαιτέρω μείωση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων στην Κίνα θα αυξήσει τα μερίδια των άλλων προμηθευτών. Όσον αφορά το πετρέλαιο, τα κράτη του ΟΠΕΚ+ από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή σίγουρα θα καλωσορίσουν την αυξημένη ζήτηση από τους Κινέζους αγοραστές. Όσον αφορά το LNG, η Αυστραλία και το Κατάρ μπορούν εύκολα να καλύψουν τις ανάγκες της κινεζικής αγοράς, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι οι πιέσεις του Τραμπ προς τις ασιατικές αγορές τους στερούν άλλους μεγάλους πελάτες όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Φυσικά, ένας αδιαμφισβήτητος νικητής θα είναι η Ρωσία. Με τον ίδιο τον Τραμπ να πιέζει για τέλος στον πόλεμο της Ουκρανίας, κάτι που πιθανότατα θα συνοδευτεί από σταδιακή άρση των κυρώσεων κατά των Ρώσων παραγωγών, οι εισαγωγές ρωσικών ορυκτών καυσίμων στην Κίνα θα καταστούν πολύ πιο εύκολες. Εντούτοις, αξίζει να σημειωθεί πως η κινεζική ηγεσία δεν επιθυμεί να ενισχύσει την ενεργειακή εξάρτησή της από κανέναν παραγωγό, επομένως η Μόσχα δεν πρέπει να περιμένει μία ολοκληρωτική κυριαρχία της κινεζικής αγοράς.

Στην άλλη πλευρά, η διακοπή των αμερικανικών εξαγωγών LNG προς την Κίνα θα διευκολύνει τη μεταφορά τους προς την Ευρώπη. Σε συνδυασμό με την εμμονή του Τραμπ για ταχύτατη ανάπτυξη των σχετικών υποδομών και αύξηση της ημερήσιας παραγωγής, δεν θα ήταν απίθανο αν οι τιμές του ΥΦΑ αποκλιμακώνονταν σταδιακά. Ωστόσο, όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, η Ευρωπαϊκή Ένωση στρουθοκαμηλίζει στο ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας ως προς του ρόλου των ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί προμηθευτές ήδη ελέγχουν το 50% των εισαγωγών LNG στην ΕΕ, έχοντας ένα πρωτοφανές εργαλείο πίεσης. Με το να αυξήσει τις εισαγωγές ΥΦΑ από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ώστε να κατευνάσει τον Τραμπ, η Ευρώπη επαναλαμβάνει το ίδιο λάθος που έκανε στην περίπτωση της Ρωσίας.