Πριν από έξι μήνες φαινόταν ότι ο κόσμος είναι έτοιμος και πρόθυμος να επενδύσει σε περιβαλλοντικά προγράμματα. Σήμερα η οικονομική κάμψη και η μείωση τις τιμές πετρελαίου και γαιάνθρακα υπονομεύουν τις προθέσεις αυτές. Σημειωτέον ότι στην πλειονότητά τους τα «πράσινα» προγράμματα, τα οποία διεκπεραιώνονται αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούνται με κρατικά κονδύλια, επιδοτήσεις και δάνεια.

Πριν από έξι μήνες φαινόταν ότι ο κόσμος είναι έτοιμος και πρόθυμος να επενδύσει σε περιβαλλοντικά προγράμματα. Σήμερα η οικονομική κάμψη και η μείωση τις τιμές πετρελαίου και γαιάνθρακα υπονομεύουν τις προθέσεις αυτές. Σημειωτέον ότι στην πλειονότητά τους τα «πράσινα» προγράμματα, τα οποία διεκπεραιώνονται αυτή τη στιγμή χρηματοδοτούνται με κρατικά κονδύλια, επιδοτήσεις και δάνεια. «Η κατάσταση έχει αλλάξει δραστικά» δηλώνει ο Αϊβο ντε Μπόερ, εκτελεστικός διευθυντής της Σύμβασης-Πλαίσιο για τις Κλιματικές Αλλαγές του ΟΗΕ, ο οποίος διοργανώνει διεθνή συνδιάσκεψη για το κλίμα στην Πολωνία τον Δεκέμβριο. «Η ευρωπαϊκή βιομηχανία ισχυρίζεται ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει τη χρηματοπιστωτική κρίση και ταυτόχρονα να ελέγξει τις ρυπογόνες δραστηριότητες».

Στόχος της διοργάνωσης, στην οποία συμμετέχουν οι υπουργοί Περιβάλλοντος από όλο τον κόσμο και οι καθ’ ύλην αρμόδιοι αξιωματούχοι του ΟΗΕ, είναι να τεθούν οι βάσεις για μία νέα συμφωνία σχετικά με τις εκπομπές ρύπων. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα συναντηθούν για να υιοθετήσουν πακέτο μέτρων, τα οποία θα αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Στην Ουάσιγκτον η νέα κυβέρνηση σχεδιάζει πολιτικές, οι οποίες θα πρέπει να εναρμονίζονται με τις προεκλογικές υποσχέσεις του Ομπάμα για επιβολή ορίων στις εκπομπές ρύπων. Ορισμένοι ζητούν χαλάρωση των ορίων εξαιτίας της κρίσης, ενώ αναθεωρούνται μεγαλόπνοα σχέδια - πάντως, η Κομισιόν δεν αλλάζει το στόχο για μείωση των ρύπων κατά 20% έως το 2020. Η Theolia, μία από τις μεγαλύτερες γαλλικές εταιρείες στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας, ακύρωσε τα σχέδια για δημιουργία θυγατρικής με έμφαση στις αναδυόμενες και αναθεώρησε τις προβλέψεις της για την παραγωγή της το 2009.

Ωστόσο, δεν λείπουν και οι αισιόδοξοι. «Η ζήτηση για τσιμεντοχάλυβα και αλουμίνιο μειώνεται δραματικά και κατά συνέπεια, μειώνεται και η ρυπογόνος ενέργεια για την παραγωγή τους», επισημαίνει ο Τρέβορ Χάουζερ του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Πέτερσον. «Η περιστολή αυτών των βιομηχανιών εντάσεως ενέργειας οδηγεί σε σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων, στην απομάκρυνση από τον γαιάνθρακα και στην ενδεχόμενη στροφή των επενδύσεων σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας.

(Από την εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 26/11/2008)