Η Γερμανία θα προχωρήσει σε τροποποίηση του Συντάγματός της για τον περιορισμό του δημοσίου δανεισμού αλλά και τη θέσπιση αυστηρότερου χρονοδιαγράμματος για την αποπληρωμή του δημοσίου ελλείμματος, όπως ανακοίνωσε την Τρίτη η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, επισημαίνοντας την αυξανόμενη ανησυχία του Βερολίνου για τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη.

Η Γερμανία θα προχωρήσει σε τροποποίηση του Συντάγματός της για τον περιορισμό του δημοσίου δανεισμού αλλά και τη θέσπιση αυστηρότερου χρονοδιαγράμματος για την αποπληρωμή του δημοσίου ελλείμματος, όπως ανακοίνωσε την Τρίτη η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, επισημαίνοντας την αυξανόμενη ανησυχία του Βερολίνου για τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη.

Η δήλωση αυτή έγινε κατά την ανακοίνωση του νέου πακέτου στήριξης της οικονομίας, ύψους 49,25 δισ. ευρώ, από την κ. Μέρκελ, το οποίο σε συνδυασμό με τα μέτρα που είχαν ανακοινωθεί στα τέλη του περασμένου έτους θα αυξήσουν στο 1,5% του ΑΕΠ το ύψος του ποσού που η γερμανική κυβέρνηση σκοπεύει να διαθέσει για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης κατά το τρέχον έτος.

Ωστόσο, η κ. Μέρκελ ξεκαθάρισε ότι τα νέα μέτρα δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένδειξη ότι το Βερολίνο χαλαρώνει τις προσπάθειές του για ισοσκελισμό του προϋπολογισμού μεσοπρόθεσμα.

«Πρόκειται για μία έκτακτη περίσταση στην οποία οφείλουμε να αντιδράσουμε λαμβάνοντας έκτακτα μέτρα», ανέφερε χαρακτηριστικά στους δημοσιογράφους. «Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δανειστούμε περισσότερα. Αλλά παρόλα αυτά θα πρέπει να φανούμε αξιόπιστοι απέναντι στις επόμενες γενιές όταν λέμε ότι σκοπεύουμε να αποπληρώσουμε τα χρέη μας το ταχύτερο δυνατό».

Αξιωματούχοι της γερμανικής κυβέρνησης εκφράζουν την ανησυχία τους για τα ραγδαίως αυξανόμενα ελλείμματα που εμφανίζουν χώρες της ευρωζώνης, οι κυβερνήσεις των οποίων χρειάστηκε να λάβουν επίσης έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Ηδη διεθνείς οίκοι αξιολόγησης προειδοποίησαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών τις κυβερνήσεις της Ισπανίας, της Ελλάδας και της Ιρλανδίας ότι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο υποβάθμισης εάν συνεχιστεί η επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών τους και των οικονομικών συνθηκών.

Το spead των γερμανικών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων ισπανικών, ιταλικών, ελληνικών, ιρλανδικών και πορτογαλικών έχει τετραπλασιαστεί από τον περασμένο Ιούλιο, γεγονός που αποτελεί ένδειξη του έντονου άγχους που κατακλύζει τους επενδυτές αλλά και της αύξησης του κόστους των μέτρων που λαμβάνουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Η κ. Μέρκελ, η οποία πέρυσι παρουσίασε έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, επιθυμεί να διατηρήσει η Γερμανία το ρολό της ως υπόδειγμα δημοσιονομικής πειθαρχίας, παρά το γεγονός ότι τα μέτρα στήριξης που λαμβάνονται είναι τα μεγαλύτερα της τελευταίας 60ετίας.

Οπως επεσήμανε, το υπουργείο Οικονομικών θα προχωρήσει στη δημιουργία ενός «ταμείου αποπληρωμής» και θα θέσει αυστηρούς κανονισμούς για να στηρίξει τη δέσμευση της κυβέρνησης για την αποπληρωμή του αυξανόμενου χρέους. Το εν λόγω ταμείο θα είναι αντίστοιχο αυτού που είχε δημιουργηθεί το 1995 για την αποπληρωμή του επιπλέον χρέους της τάξεως των 171 δισ. ευρώ για την επανένωση της Γερμανίας, στόχος ο οποίος επιτεύχθηκε μόλις πέρυσι.

Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας συμφώνησε επίσης να προχωρήσει σε τροποποίηση του Συντάγματος της χώρας, προβλέποντας ότι καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί να αυξήσει το δημόσιο χρέος πάνω από το 0,5% του ΑΕΠ «υπό φυσιολογικές οικονομικές συνθήκες». Σήμερα, στην Ευρώπη το αντίστοιχο όριο δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ.

Με το νέο πακέτο οικονομικής στήριξης, το ύψος του οποίου ανέρχεται σχεδόν στα 50 δισ. ευρώ, η γερμανική κυβέρνηση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αύξηση των επενδύσεων για υποδομές, με κύριο άξονα το χώρο της Παιδείας. Παράλληλα αποφασίστηκε και η μείωση της φορολογίας αλλά και των εισφορών για κοινωνική ασφάλιση.

Αλλάζει το Σύνταγμα

Ο κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας συμφώνησε να προχωρήσει σε τροποποίηση του Συντάγματος της χώρας, προβλέποντας ότι καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί να αυξήσει το δημόσιο χρέος πάνω από το 0,5% του ΑΕΠ «υπό φυσιολογικές οικονομικές συνθήκες».

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ/Financial Times, 14/01/2009)